Κατά την ομιλία του στο «Πολυμενάκειο» Πολιτιστικό κέντρο ο κ. Μαλκίδης αναφέρθηκε σε ένα ιστορικό στοιχείο και πολύ καλά κρυμμένο μυστικό, -που προφανώς αγνοούν τα ιστορικά βιβλία που διδαχτήκαμε στο σχολείο– το οποίο αποτελεί ένδειξη ότι ένας από τους πλέον αδίστακτους και αιματηρούς σφαγείς στην ιστορία, που ενέπνευσε τον Χίτλερ, ήταν ο Μουσταφά Κεμάλ.
Ήταν Σεπτέμβριος και Οκτώβριος του 1922 όταν διαδραματιζόταν δύο από τις τελευταίες πράξεις της Γενοκτονίας εναντίον των Ελλήνων της Θράκης, της Μικράς Ασίας, του Πόντου.
Μία ήταν η καταστροφή της Σμύρνης και η άλλη η ανακωχή των Μουδανιών, με την οποία ο Ελληνισμός υποχρεώθηκε να εγκαταλείψει και τη Θράκη.
Από το λιμένα όμως αυτό της Θρακικής ενδοχώρας, δεκαπέντε μήνες αργότερα θα διαδραματιζόταν η τελευταία και πιο φρικιαστική πράξη του Ελληνικού Ολοκαυτώματος.
Μπορεί οι Νεότουρκοι, Τζεμάλ, Ενβέρ και Ταλαάτ πασά και ο Μουσταφά Κεμάλ, να δολοφόνησαν 1.000.000 Έλληνες και Ελληνίδες, αλλά φρόντισαν να τα εξαφανίσουν τα ίχνη τους, με ένα τρόπο που αφού δεν τιμωρήθηκε, επαναλήφθηκε από τον πιστό τους μαθητή Χίτλερ, λίγα χρόνια αργότερα.
Αριστερά το δημοσίευμα της εφημερίδας «New York Times» και δεξιά το δημοσίευμα της γαλλικής εφημερίδας «Midi»
Ο Χ. Αγγελομάτης στο βιβλίο του «Χρονικόν Μεγάλης Τραγωδίας» (Αθήνα 1924) αναφέρεται στο μέγεθος του εγκλήματος, τους θύτες και τους συνεργάτες τους:
«Οι παλαιότεροι θα ενθυμούνται την δημοσιευθείσαν είδησιν εις τα αθηναϊκάς εφημερίδας, μίαν ημέρα του Φεβρουαρίου του 1924.
»Το προσεγγίσαν εις την Θεσσαλονίκην αγγλικόν πλοίον “Ζαν”, μετέφερε 400 τόννους οστών Ελλήνων, από τα Μουδανιά της Μικράς Ασίας εις την Μασσαλίαν, προς βιομηχανοποίησιν.
»Οι εργάται του λιμένος Θεσσαλονίκης, πληροφορηθέντες το γεγονός, εμπόδισαν το πλοίον να αποπλεύσει, επενέβη όμως ο Άγγλος πρόξενος και επετράπη ο απόπλους».
Έτσι όπως αναφέρει ο διευθυντής του Μουσείο της Γενοκτονίας στο Ερεβάν, Χαΐκ Ντεμογιάν, στην ομιλία του για τη Γενοκτονία των Ελλήνων (Αθήνα, Μάιος 2014) «η τουρκική πολιτική της γενοκτονίας, κατά των Αρμενίων, των Ελλήνων και των Ασσυρίων, αφού παρέμεινε ατιμώρητη, έχει γεννήσει νέο κακό για την ανθρωπότητα.
»Η ατιμωρησία και η απροκάλυπτη εύνοια εκ μέρους των παγκόσμιων μεγάλων δυνάμεων προς ένα κράτος-διάδοχο και συνεχιστή της οθωμανικής παράδοσης, δημιούργησαν το γόνιμο έδαφος ώστε να φυτρώσουν σε αυτό νέα σχέδια για τη διάπραξη γενοκτονίας.
»Η ατιμωρησία και ως επακόλουθο η επιθετική συμπεριφορά του τουρκικού κράτους, οδήγησαν σε νέα εγκλήματα».
Μπροστά στο έγκλημα κανείς δεν έχει δικαίωμα να σιωπήσει, πόσο μάλλον να το αρνείται.
Μπροστά στην σύληση των οστών των δικών μας ανθρώπων, «εμείς οι απόγονοι αυτών που βίωσαν τη φρίκη της Γενοκτονίας των Αρμενίων, Ελλήνων και Ασσυρίων», όπως λέει ο Αρμένιος Χάικ Ντεμογιάν, «δεν έχουμε το δικαίωμα να σιωπούμε και να ανεχόμαστε την εγκληματική άρνηση των διαπραχθέντων φρικαλεοτήτων και των συνέπειών τους.
»Το ηθικό χρέος της νέας γενιάς των Αρμενίων, Ελλήνων και Ασσυρίων δεν είναι μόνο να τιμά και να θυμάται, αλλά από κοινού, χέρι-χέρι, να συνεχίζει τον αγώνα για την αποκατάσταση της δικαιοσύνης.
»Πρέπει να πιστεύουμε και να είμαστε σίγουροι ότι η δικαιοσύνη θα επικρατήσει, αν είμαστε μαζί στον αγώνα μας και αν είμαστε γεμάτοι πίστη στην επιτυχή κατάληξή του.
»Η Πατρίδα των προγόνων μας – είναι και δική μας Πατρίδα, ανεξάρτητα από το πού και πότε εμείς και οι απόγονοί μας θα ζήσουν.
»Ας μην ξεχνάμε λοιπόν τον πόνο, τους καημούς και τα ανεκπλήρωτα όνειρα των προγόνων μας και μαζί να σηκώσουμε το λάβαρο του αγώνα για να θριαμβεύσει το δίκαιο και η αλήθεια».
Οι 400 τόνοι οστών που μετέφερε το πλοίο από τα Μουδανιά στη Μασσαλία, είναι οι χιλιάδες πρόγονοί μας.
Εκτός από την ανάδειξη της συγκλονιστικής αυτής ιστορίας πώλησης των οστών των δολοφονημένων Ελληνίδων και Ελλήνων, εκτός από το σεβασμό στα οστά των προγόνων μας στα οποία σύμφωνα με τον εθνικό μας ποιητή οφείλουμε την Ελευθερία μας, έχουμε και την υποχρέωση για την αποκατάσταση της Ύβρεως, τώρα που οι επίγονοι των ατιμώρητων δολοφόνων, εμπόρων, πειρατών ετοιμάζουν καινούριες λεηλασίες και νέα εγκλήματα εις βάρος του Ελληνισμού.
Υ.Γ. Η απόδειξη του εγκλήματος το οποίο επειδή δεν τιμωρήθηκε επαναλαμβάνεται σήμερα.