Το Ναυάγιο στην Ζάκυνθο κάθε χρόνο βγαίνει από τις 5 ωραιότερες παραλίες του κόμσου.
Δύο στοιχεία την κάνουν να ξεχωρίζει.
Τα περίεργα παιχνίδια της φύσης και το… λαθρεμπόριο!
Η Ζάκυνθος βρίσκεται πάνω στο σεισμικό τόξο του ρήγματος του Ιονίου.
Οι αλλεπάλληλες γεωλογικές συγκυρίες της έδωσαν το περίεργο σχήμα με τους γκρεμούς.
Όμως τι θα ήταν το ναυάγιο χωρίς ναυάγιο;
Μια εντυπωσιακή παραλία.
Τον επιπλέον τόνο μυστηρίου τον έδωσε ένα λαθρεμπορικό σκάφος.
Το πλοίο “Παναγιώτης” που μετέφερε λαθραία τσιγάρα.
Διαβάστε την ιστορία του ναυαγίου της παραλίας… Ναυάγιο στην Ζάκυνθο όπως την μεταφέρει το site Neoskosmos:
Το πλοίο «Παναγιώτης» ανήκε σε έναν Κεφαλλονίτη, ονόματι Χαράλαμπο Κομποθέκλα, και μετέφερε λαθραία τσιγάρα, που παραλάμβανε από λιμάνια της Γιουγκοσλαβίας και της Αλβανίας, τα οποία μεταφόρτωνε σε μικρά ταχύπλοα πλοιάρια με προορισμό τη γειτονική μας Ιταλία.
Καπετάνιος και πλήρωμα ήταν επίσης από την Κεφαλλονιά, ενώ το παράνομο φορτίο συνόδευαν κάθε φορά και δύο Ιταλοί λαθρέμποροι, οι οποίοι και επέβλεπαν την παράδοση.
Το «ναυάγιο» ξεκίνησε από πειρατεία…
Καπετάνιος και πλήρωμα συνέλαβαν τους Ιταλούς συνοδούς του φορτίου, τους έκλεισαν σε μια καμπίνα και αφού συνεννοήθηκαν με διαφορετικούς μεσολαβητές, αποφάσισαν να πουλήσουν για λογαριασμό τους το παράνομο εμπόρευμα.
Οδήγησαν το πλοίο στο σημείο που γνωρίζουμε, τον όρμο του «Σπυριλή», και περίμεναν. Λόγω όμως των κακών καιρικών συνθηκών που επικρατούσαν, προσάραξαν στα αβαθή του όρμου.
Άρχισαν τότε να ξεφορτώνουν στη μικρή αμμουδιά τις κούτες με τα τσιγάρα, μήπως και κατορθώσουν και αποκολλήσουν το σκάφος.
Όμως τα πράγματα δυσκόλεψαν, δεν μπόρεσαν να τα καταφέρουν, ενώ παράλληλα αρκετές κούτες με τσιγάρα παρασύρθηκαν από τα κύματα, με αποτέλεσμα να εκβραστούν στη γύρω περιοχή.
Στη συνέχεια, οι ναυτικοί του πλοίου, αφού ελευθέρωσαν τους δύο Ιταλούς, το εγκατέλειψαν και σκαρφαλώνοντας την απόκρημνη πλαγιά βρήκαν τρόπο να φθάσουν στην πόλη της Ζακύνθου.
Στο μεταξύ και, αφού είχε πλέον ξημερώσει, οι κάτοικοι των Βολιμών είδαν τα επιπλέοντα τσιγάρα στη θάλασσα και άρχισαν να τα μαζεύουν και να τα μεταφέρουν στα χωριά τους.
Πρέπει να αναφερθεί ότι τα πακέτα ήταν με τέτοιο τρόπο συσκευασμένα, ώστε να μην καταστρέφεται το περιεχόμενό τους από το θαλασσινό νερό, αν για κάποιο λόγο κατέληγαν στη θάλασσα.
Αποθήκευσαν τα τσιγάρα λοιπόν όπου μπορούσαν, σε αποθήκες, κατοικίες, φούρνους, στάβλους, λινούς.
Σαν μαθεύτηκε το γεγονός από τις Αρχές, οι ναυτικοί συνελήφθησαν και ύστερα από έρευνες εντοπίστηκαν και τα τσιγάρα στα σπίτια των χωρικών, και από εκεί μεταφέρθηκαν στο τελωνείο του νησιού.
Αργότερα ακολούθησε δίκη, όπου καταδικάστηκαν ο πλοιοκτήτης και οι πειρατές – λαθρέμποροι, τα δε τσιγάρα πουλήθηκαν σε πλειστηριασμό και οι Ιταλοί απελάθηκαν στην πατρίδα τους.
Ακολούθησε στη συνέχεια η λεηλασία του πλοίου.
Όποιος ήθελε, πήγαινε στο προσαραγμένο πλοίο και αποσπούσε ό,τι μπορούσε να μεταφερθεί από αυτό. Τα πάντα έγιναν φύλλο και φτερό.
Έμεινε σκέτο κουφάρι, να χτυπιέται από τον αγέρα, να σκουριάζει και να κατατρώγεται από την αλμύρα του θαλασσόνερου.
Παράλληλα, τα κύματα συσσώρευαν σιγά-σιγά όλο και περισσότερα βότσαλα μεγαλώνοντας τη σπιάντσα και αποκόβοντας την επαφή του πλοίου με τη θάλασσα.
Κάπου εκεί τραβήχτηκαν και οι πρώτες φωτογραφίες και φανερώθηκε στους πολλούς η ομορφιά του τοπίου.
Η ομορφιά εκείνη, που είχε γενναιόδωρα χαρίσει η ζακυνθινή φύση, και την προσδιόριζε πληθωρικά μια εικόνα γεμάτη από φως και χρώμα.