Τα σχολεία θα λειτουργήσουν σαν ένας δείκτης της κατάστασης προκειμένου να έχουμε μια αντίληψη για το πώς θα κινηθούμε το επόμενο έτος, εκτιμά ο Χαράλαμπος Γώγος, καθηγητής λοιμωξιολογίας και παθολογίας Πανεπιστημίου Πατρών, που μίλησε στον ΣΚΑΪ στο περιθώριο των νέων εξελίξεων αναφορικά με τα κρούσματα κορωνοιού στην Ελλάδα.
«Εάν αποφασίσουμε τελικά να ανοίξουμε τα σχολεία, γιατί ακόμη γίνεται συζήτηση επ’ αυτού, αυτό θα δώσει κάποια πλεονεκτήματα αλλά και μειονεκτήματα» δήλωσε επισημαίνοντας πως σε κάθε περίπτωση οι συζητήσεις δεν έχουν καταλήξει κάπου συγκεκριμένα και δεν υπάρχει σε αυτό το στάδιο ούτε η αλληλεπίδραση με το υπουργείο Παιδείας αναφορικά με το θέμα.
Πλεονέκτημα, είναι ειδικότερα σύμφωνα με τον κο Γώγο ότι τα σχολεία θα λειτουργήσουν σαν ένας δείκτης της κατάστασης προκειμένου να έχουμε μια αντίληψη για το πώς θα κινηθούμε το επόμενο έτος.
Εάν ανοίξουμε τώρα τα σχολεία θα έχουμε αντίληψη του τι θα γίνει και τον Σεπτέμβρη οπότε και υποχρεωτικά θα άνοιγαν έτσι κι αλλιώς, υποστηρίζει ο καθηγητής.
«Θα είναι δηλαδή ένα μικρό τεστ και μάλιστα πιο ελαφρύ γιατί θα τα ανοίξουμε σταδιακά και με λίγους μαθητές» τόνισε.
Το ζήτημα των σχολείων δεν είναι τόσο κρίσιμο θέμα, μπροστά σε τόσα άλλα που προκύπτουν όπως η οικονομία, τις κοινωνικές ανάγκες, την λειτουργία του κράτους ή ή ανάπτυξη, ανέφερε μεταξύ άλλων.
Συγκεκριμένα, σχολιάζοντας το γεγονός της ύπαρξης των αντικρουόμενων απόψεων αναφορικά με το αν πρέπει να ανοίξουν ή όχι τα σχολεία με την σταδιακή άρση των μέτρων περιορισμού ο καθηγητής τόνισε πως το θέμα είναι λιγότερο σημαντικό αν εξαιρέσει κανείς το ζήτημα των πανελληνίων εξετάσεων ή των φοιτητών που αναμένουν τα πτυχία τους.
Αξιολογώντας το ρίσκο μια ευρείας διασποράς του κορωνοιού με το άνοιγμα των σχολείων, τα οποία εξάλλου ήταν και οι πρώτοι χώροι μαζικής συνάθροισης ατόμων, που κρίθηκε απαραίτητο να κλείσουν για να αποφευχθεί το ενδεχόμενο ευρείας διασπορά τους ιού, ο κος Γωγος υποστήριξε αυτό αποτελεί μια παράμετρο που θα πρέπει να μετρηθεί.
Σύμφωνα με τον καθηγητή, ούτως ή άλλως τον Σεπτέμβρη πρέπει να υπάρξει επαγρύπνηση σχετικά με την πορεία του ιού και το αν θα έχουμε το ίδιο ισχυρό χτύπημα του στη χώρα, πράγμα που σε κάθε περίπτωση ελπίζει και εκτιμά ότι δεν θα συμβεί καθώς θα έχουμε μέτρα θα μπορούμε να αξιοποιήσουμε την τωρινή μας εμπειρία και θα υπάρχουν, το πιθανότερο φαρμακευτικές θεραπείες ή το εμβόλιο ( χωρίς το τελευταίο να θεωρείται τόσο πιθανό κατά εκείνο το χρονικό διάστημα).