Ένα από τα σημαντικότερα και αρχαιότερα ιερά της Αθήνας, ο Ναός του Ολυμπίου Διός παίρνει τον δρόμο της δομικής στερέωσης και συντήρησης, μετά το «πράσινο φως» που έδωσαν πρόσφατα σε σχετικές μελέτες για την αποκατάστασή του, τα μέλη του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου.
«Το μνημείο έχει πολλά προβλήματα δομικής αποκατάστασης.
»Ως τώρα το θέμα δεν είχε προχωρήσει γιατί έπρεπε να ενταχθεί σε κάποιο ΕΣΠΑ.
»Γι’ αυτό ήρθαν οι μελέτες στο Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο, ώστε να εγκριθούν, πράγμα που έγινε, και να προχωρήσουμε πλέον στην ένταξή του στο νέο επιχειρησιακό πρόγραμμα» δήλωσε στο Αθηναϊκό Πρακτορείο η Ελένη Μπάνου, προϊσταμένη της Εφορείας Αρχαιοτήτων Αθηνών, αναφερόμενη στις μελέτες που εκπονήθηκαν από το αρμόδιο τμήμα της Εφορείας Αθηνών, αλλά και στην αναγκαιότητα των εργασιών.
«Το αποτολμήσαμε γιατί, όπως είπα και στο Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο, αν δεν το κάνουμε θα είμαστε υπόλογοι στην ιστορία» τόνισε.
Σήμερα, στο μνημείο διαπιστώνονται εκτεταμένες δομικές φθορές, κυρίως στα επιστύλια του ναού, οι οποίες καθιστούν επιτακτική την άμεση σωστική επέμβαση για την άρση των αιτιών συνεχιζόμενης φθοράς του μνημείου, την ενίσχυση της ευστάθειάς του και τη συντήρηση του δομικού του υλικού.
Οι προτεινόμενες από τις μελέτες εργασίες προβλέπουν τη δομική αποκατάσταση των μελών που έχουν υποστεί βλάβες (επιστύλια και σπόνδυλοι κιόνων) και τη συντήρηση της μαρμάρινης επιφάνειας, όπως στερεώσεις, σφραγίσεις, αντιμετώπιση των βιολογικών επικαθίσεων κλπ.
«Τελευταία μεγάλη βλάβη το μνημείο υπέστη στον εμφύλιο το ’44. Ακόμα υπάρχουν τα σημάδια από τις σφαίρες πάνω στους κίονες.
»Επίσης, μεγάλες βλάβες υπέστη κατά τη βυζαντινή περίοδο. Δεν σας κάνει εντύπωση ότι από τους 104 κίονες σώζονται μόνο 16;
»Οι υπόλοιποι έγιναν πρώτης ποιότητας ασβέστης, γιατί αρίστης ποιότητας ήταν και το μάρμαρο, που είναι πεντελικό.
»Επιπλέον, από τα τέλη του 10ου αιώνα (ως και τον 13ο αι.) έχουμε τη μεγάλη έξαρση κατασκευής των μικρών βυζαντινών ναών στην Αθήνα.
»Θεωρούμε ότι ήδη από τότε είχε αρχίσει η κλοπή των λίθων του μνημείου είτε για να ενσωματωθούν ακέραια σε άλλα μνημεία είτε για να καταλήξουν στους ασβεστοκλιβάνους.
»Είχαν βλέπετε άμεση πρόσβαση, ο Ναός του Ολυμπίου Διός δεν είναι όπως τα μνημεία της Ακρόπολης που βρίσκονται ψηλά και είναι αρκετά δύσκολο να αφαιρέσεις και να κουβαλήσεις πράγματα από εκεί» συμπλήρωσε η κ. Μπάνου στο Αθηναϊκό Πρακτορείο.
Η πρώτη σωστική επέμβαση στο ναό έγινε το 1835 για να ακολουθήσει το 1892 στερέωση τριών ρηγματωμένων επιστυλίων στη νοτιοανατολική γωνία του ναού σύμφωνα με τη μελέτη του Ερνέστου Τσίλλερ.
«Μετά τον Τσίλλερ, έγιναν κάποιες μικρές επεμβάσεις στις αρχές της πρώτης δεκαετίας του 20ού αιώνα και ελάχιστες περιδέσεις σε έναν κίονα στα τέλη της δεκαετίας του ’60» ενημέρωσε η ίδια.
Όσο για τη διάρκεια των εργασιών αποκατάστασης, θα χρειαστούν οπωσδήποτε τρία χρόνια.
«Θα εξαντλήσουμε τη διάρκεια του ΕΣΠΑ, δεν πιστεύω ότι θα μας φτάσουν τα τρία χρόνια.
»Και φυσικά δεν υπάρχει περίπτωση να κάνουμε ανάταξη του πεσμένου κίονα σε αυτό το διάστημα.
»Σε δεύτερη φάση θα ήταν πολύ ωραίο να γίνει» ανέφερε η κ. Μπάνου για τον κίονα, ο οποίος έπεσε στη διάρκεια θύελλας τον Οκτώβριο του 1852.
Ο ναός του Ολυμπίου Διός, ανάμεσα στην Ακρόπολη και τον λόφο του Αρδηττού, στις όχθες του Ιλισού, οικοδομήθηκε πάνω σε ένα από τα αρχαιότερα ιερά της Αθήνας, το οποίο σύμφωνα με την αττική παράδοση είχε ιδρυθεί από τον γενάρχη των Ελλήνων Δευκαλίωνα.
Άρχισε να χτίζεται από τον Πεισίστρατο, γύρω στο 515 π.Χ. Η ανοικοδόμηση του ναού διακόπηκε με την κατάλυση της τυραννίας, γύρω στο 510 π.Χ.
Οι εργασίες για την ανοικοδόμησή του επαναλήφθηκαν γύρω στο 175 π.Χ. με χορηγία του βασιλιά της Συρίας Αντιόχου Δ΄ του Επιφανούς.
Τότε οικοδομήθηκε ένας μαρμάρινος δίπτερος ναός κορινθιακού ρυθμού στις ίδιες αρχικές διαστάσεις.
Ο ναός αποπερατώθηκε από τον Αδριανό και εγκαινιάστηκε το 131/132 μ.Χ. Ο αδριάνειος ναός, μήκους 110,35 μ. και πλάτους 43,68 μ. στην ευθυντηρία, ήταν δίπτερος στις μακρές πλευρές (2 x 20 κίονες) και τρίπτερος στις στενές (3×8 κίονες), είχε δηλαδή συνολικά 104 κίονες στην περίσταση. Η ερείπωση του ναού άρχισε στα μέσα του 5ου αι. μ.Χ.
Η μελέτη στερέωσης και η μελέτη συντήρησης του μνημείου εκπονήθηκαν με σεβασμό στα δομικά χαρακτηριστικά και στις ιστορικές φάσεις του ναού, προκειμένου να μην αλλοιωθεί η αρχική υπόσταση και η αυθεντικότητά του.