Για τις ενέργειες σε Βουλή, το σπίτι Κυριάκου Μητσοτάκη και τα γραφεία της Siemens, μιλά το κείμενο που δημοσιεύτηκε σε γνωστή ιστοσελίδα του αντιεξουσιαστικού χώρο από τα μέλη του Ρουβίκωνα.
Ολόκληρη η ανάρτηση
«Συχνά πυκνά αναγκαζόμαστε να απαντούμε σε επιθέσεις που δέχεται η συλλογικότητά μας. Και αν στο παρελθόν είχαμε τοποθετηθεί απέναντι σε συγκεκριμένες κατηγορίες, σήμερα έχουμε να αντιμετωπίσουμε μία καθολική και ενορχηστρωμένη επίθεση λασπολογίας, τα δυσδιάκριτα όρια της οποίας εκτείνονται από τη κίτρινη φυλλάδα του κομιστή έως το χαμαιτυπείο του Αλαφούζου, από τον ανεπάγγελτο wannabe πρωθυπουργό με τη χορηγία της Siemens Μητσοτάκη (ο συγκεκριμένος πολιτικός επιδόθηκε σε ένα δίχως αύριο πόλεμο ανακοινώσεων και δηλώσεων) έως κάθε πολιτικό αστικό ρετάλι που βγήκε από τη ναφθαλίνη σπεύδοντας να επιτεθεί εναντίον του Ρουβίκωνα, από κυβερνητικά παπαγαλάκια έως ναζιστικές φυλλάδες. Όλοι τους, μηδενός εξαιρουμένου, κατέθεσαν τον αποτροπιασμό τους επειδή όπως μας πληροφόρησαν καταλύθηκε η δημοκρατία.
Επειδή χτυπήθηκε το «κράτος δικαίου…» (από πότε ένα κράτος υπήρξε στη παγκόσμια ιστορία ποτέ δίκαιο; Ας μας πληροφορήσουν, γιατί εμείς προσωπικά δεν το γνωρίζουμε). Ο λόγος;
Μία αιφνιδιαστική επίσκεψή μας στον εξωτερικό χώρο του κοινοβουλίου, μερικά συνθήματα, ένα πανό και κάποιες χιλιάδες φυλλάδια. Το αφήγημα των κατηγόρων μας φέρει ως βασικό πυλώνα το τρίπτυχο: ανοχή, ατιμωρησία και συνεργασία με το κυβερνών κόμμα.
Παρότι οι στοχευμένες μας ενέργειες είναι τόσο ξεκάθαρες που ουσιαστικά ίσως δεν χρειάζεται τις περισσότερες φορές να ακολουθήσει καν κείμενο ανάληψης, θα αφιερώσουμε λίγο χρόνο για να καταθέσουμε τα αυτονόητα. Θα ασχοληθούμε αρχικά με την αιτία και κατόπιν θα προσεγγίσουμε την αφορμή.
Η παρέμβασή μας στο προαύλιο της Βουλής ήταν η δεύτερη κατά σειρά και έγινε με κύριο αίτημα τις άδειες των πολιτικών κρατούμενων, σε συνδυασμό με τις άδικες προφυλακίσεις των Ηριάννα και Περικλή. Εμείναμε στο σχέδιό μας να παραμείνουμε στο περιστύλιο παρότι και τις δύο φορές μας δόθηκε η ευκαιρία να εισχωρήσουμε στο εσωτερικό του κοινοβουλίου.
Τα τραγελαφικά γεγονότα που ακολούθησαν αδυνατούμε να τα περιγράψουμε. Με μπροστάρη τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης, μάθαμε ότι η αστυνομία μέσω εντολής της κυβέρνησης μας χαρίστηκε και δεν μας μετέφερε στην ΓΑΔΑ. Το συγκεκριμένο ταξίδι το έχουμε κάνει πολλάκις και θα το κάνουμε και στο μέλλον. Δεν μας φοβίζει.
Είναι φορές που επιλέγουμε εμείς μέσω κάποιων ενεργειών, ως συνέπεια, να θέσουμε τους εαυτούς μας στα χέρια των διωκτικών αρχών. Είτε στη ΓΑΔΑ, είτε στον τόπο που μας συνέλαβαν, η αστυνομία είχε ένα καθήκον και τον έπραξε: Να καταγράψει τα στοιχεία των μελών μας. Τι αλήθεια επιζητούν όσοι κραυγάζουν για ανοχή; Συλλήψεις για μια ειρηνική παρέμβαση; Μήπως φυλακή μετά το αυτόφωρο; Μήπως κάνα ξερονήσι;
Η αντιπολίτευση είναι εκτός κυβέρνησης αλλά δεν είναι εκτός εξουσίας. Είναι εντός και αποτελεί ζωτικό της μηχανισμό. Η Ελληνική δεξιά, με όλη τη ιστορία που κουβαλάει στην Ελλάδα εκφράζει μέρος της άρχουσας τάξης. Θα ήταν πολύ εύκολο να πούμε ότι η παρανοϊκή αντίδραση της στην παρέμβασή μας στη Βουλή, η ατζέντα νόμος και τάξη και οι αδιάκοπες υποσχέσεις της για χειροπέδες και φυλακές είναι απλά και μόνο προϊόν της πολιτικής της κουλτούρας, των κατασταλτικών ακροδεξιών ηθών. Είναι πολύ περισσότερα.
Είναι η μόνη ιστορία που μπορεί να πει, είναι το μόνο σημείο που χτίζει μια υποτιθέμενη διαφορά με τον Σύριζα, αφού σε όλα τα άλλα οι πολιτικές τους (οι μνημονιακές πολιτικές και πίσω από αυτές τα σχέδια του κεφαλαίου για την μαζική ταξική μας υποτίμηση), είναι ίδιες.
Ετσι λοιπόν ο Ρουβίκωνας, και η παρέμβασή του στη Βουλή θεωρήθηκε, μέσα στη ζούγκλα των κομματικών ανταγωνισμών, από όλο τον δεξιό προπαγανδιστικό μηχανισμό σαν ευκαιρία. Κι αφέθηκε η ακροδεξιά υστερία ελεύθερη στα όρια του γκροτέσκου.
Από τη μεριά μας δεν βρήκαμε κάποιο λόγο να μην ρίξουμε κι άλλο νερό σε αυτόν τον μύλο. Και γιαυτό το λόγο, περνώντας απο το “άβατο της Βουλής” στο γειτονικό “άβατο του Κολωνακίου”, επαναλάβαμε την παρέμβασή μας έξω από το σπίτι του Κυριάκου Μητσοτάκη. Αφήσαμε όμως στο τέλος την ουσιαστικότερη παρέμβαση. Επιτεθήκαμε με μπογιές στα κεντρικά της Siemens.
Το τι θέλαμε να πούμε είναι προφανές: Το απόλυτο παράδειγμα διαφθοράς, ληστείας κοινωνικού πλούτου, η Γερμανική εταιρεία σάρκα από τη σάρκα του Ελληνικού καθεστώτος είναι ο ορισμός της έννοιας “ατιμωρησία” που στην πραγματικότητα σημαίνει ταξική δικαιοσύνη. Και ο πολιτικός που μέχρι και οι πρίζες των τηλεφώνων του γραφείου του ήταν δώρο αυτής της εταιρείας ανοίγει θέμα ατιμωρησίας για τους αναρχικούς.
Εμείς δεν έχουμε αυταπάτες για το ποιό είναι το αστικό δίκαιο, πέρα από τους τύπους, στην ουσία του. Γνωρίζουμε πόσο αδίστακτο μπορεί να γίνει το κράτος και η δικαιοσύνη του.
Στην περίπτωση της Ηριάννας δεν δίστασε να ποινικοποιήσει κοινωνικές σχέσεις (βλέπετε δεν την έλεγαν Μαντέλη και δεν άφησε αποτυπώματα DNA σε δεσμίδες χαρτονομισμάτων).
Πριν λίγο καιρό ο νομοθέτης δοκίμασε τις ανοχές μιας κοινωνίας με την πρόταση για ποινικοποίηση του φρονήματος στην επέκταση του αντιτρομοκρατικού νόμου που υποτίθεται θα καταργούνταν. Ίσως αύριο ποινικοποιηθούν και οι ειρηνικές παρεμβάσεις.
Ίσως η κατάληψη σε ένα δημόσιο κτήριο ή επίθεση στα τζάμια του μετατραπούν σε κακουργήματα. Άλλωστε δεν είναι λίγες οι φορές που μέλη της συλλογικότητάς μας οδηγούμενα στο δικαστήριο έχουν αντιμετωπίσει το μέγιστο της αναλογούσης ποινής (στη δε περίπτωση της επίθεσης στα διόδια της Κορίνθου η έδρα φρόντισε να «ξεχειλώσει» τις ποινές έως εκεί που δεν πήγαινε).
Γνωρίζουμε ότι η βία που ασκούμε είναι ελάχιστη συγκρινόμενη με το μέγεθος της βίας και την τρομοκρατίας που ασκεί το κράτος, οι κολαούζοι του, οι μπάτσοι, οι δικαστές και τα κάθε λογής αφεντικά. Κατανοούμε ότι προς το παρόν είναι ελάχιστα εκείνα που πράττουμε, όμως ακόμα και αυτά είναι ικανά να εκνευρίσουν τον ταξικό εχθρό και τούτο το σημειώνουμε.
Κι ενώ ο Σύριζα κάθεται στη γωνία και γελάει με τα δώρα της ακροδεξιάς υστερίας, αυτή η υστερία κατηγορεί εμάς ότι “δεν ασχολούμαστε με τον Σύριζα”. Πρέπει να αποδείξουμε ότι δεν είμαστε ελέφαντες;
Αρκεί κανείς να ανατρέξει σε πλειάδα προηγούμενων κειμένων μας ή σε προηγηθείσες δράσεις της ομάδας για να κατανοήσει ποια ήταν, είναι και θα ακολουθήσει η στάσης μας απέναντι στο Σύριζα και το ακροδεξιό του δεκανίκι, τους ΑΝΕΛ.
Ιστορικά η σοσιαλδημοκρατία φρόντιζε να πατά σε δύο βάρκες και αν διέθετε και τρίτο πόδι, δεν αμφιβάλουμε ότι θα το στήριζε σε ένα ακόμα διαφορετικό πολιτικό χώρο. Ανέκαθεν χρησιμοποιούσε φρασεολογία υπέρ των καταπιεσμένων, ενώ προσπαθούσε παντοιοτρόπως να μπολιαστεί με τα κινήματα. Διαχρονικά διέθετε τη ψευδαίσθηση ότι είναι ικανή να εξανθρωπίσει τον καπιταλισμό.
Στον ελλαδικό χώρο, ο Σύριζα του «μπαίνω δεν μπαίνω» στη βουλή, λόγω εξαιρετικών συγκυριών ανέλαβε την εξουσία και όπως κάθε σοσιαλδημοκράτης που σέβεται τον εαυτό του, ξέχασε εν ριπή οφθαλμού όλα όσα υποσχόταν.
Είναι εκείνη η μαγική στιγμή που η σοσιαλδημοκρατία συνουσιάζεται με την εξουσία και προκύπτει το εκρηκτικό μίγμα που μπορεί να φέρει εις πέρας τη βρώμικη δουλειά ακόμα καλύτερα και από τη δεξιά. Στη περίπτωσή μας όμως, δεν είναι μόνο το ότι ο Σύριζα ακολούθησε την ίδια ακραία φιλελεύθερη αντιλαϊκή πολιτική με τους προκατόχους του, αλλά το ότι έφερε πλήρη απογοήτευση σε όσους ατυχείς επέλεξαν να τον στηρίξουν.
Δεν κομμάτιασε μόνο μισθούς, συντάξεις και επιδόματα, αλλά τεμάχισε και την ελπίδα. Την ελπίδα που κακώς εναπόθεσε επάνω τους μέρος και της δικής μας τάξης. Από την άλλη πλευρά, η υποκρισία της κυβέρνησης δεν έχει όρια.
Πρόσφατα παρακολουθήσαμε τον υπουργό Κοντονή να καταφέρεται κατά της δικαστικής εξουσίας για σειρά αποφάσεων και για την καταδίκη της Ηριάννας, όμως δεν λησμονούμε ότι η ίδια η κυβέρνηση είναι εκείνη που προσφέρει το νομικό οπλοστάσιο του νόμου 187 Α στους δικαστές και κατόπιν σπεύδει υποκριτικά να σχολιάσει τις αποφάσεις.
Ο Σύριζα δεν έπραξε το παραμικρό ούτε και σε αυτό τον τομέα, παρά επιβεβαίωσε ότι το κράτος έχει συνέπεια και συνέχεια, δίχως να έχει σημασία το ποιος βρίσκεται στην εξουσία.
Η κοινή συνισταμένη της επιθετικής στάσης των περισσότερων κοινοβουλευτικών κομμάτων απέναντί μας και της πιο μετριοπαθούς που ακολούθησε η κυβέρνηση, είναι ότι βλέπουν εικόνες από το μέλλον και δεν μπορούν παρά να αισθάνονται τρομοκρατημένοι. Ο βασιλιάς είναι γυμνός και όσο φουντώνει ο ταξικός πόλεμος, τόσο περισσότερο θα τρέμει το σαθρό έδαφος της εξουσιαστικής κοινωνίας.
Αν σήμερα εμείς βρίσκουμε τρύπες στο υποτιθέμενα θωρακισμένο και αδιαπέραστο σύστημα, τότε το ίδιο θα μπορέσουν να κάνουν και άλλοι, ίσως ικανότεροι από εμάς σύντροφοι. Και αν σύσσωμο το πολιτικό σύστημα αντιδρά με τέτοιο σπασμωδικό τρόπο σε ειρηνικές ενέργειες όπως την είσοδο στην Τράπεζα της Ελλάδας ή στο κοινοβούλιο, ας αναλογιστούμε τι πρόκειται να συμβεί όταν ξεσπάσει η μπόρα από τους εκατομμύρια καταπιεσμένους.
Στην ερώτηση αν μπορούμε να τους σταματήσουμε, δεν έχουμε άλλη επιλογή από το να απαντήσουμε καταφατικά. Ακόμα και αν δεν έχουμε έτοιμη τη συνταγή, οφείλουμε να χαράξουμε το μονοπάτι της αντίστασης. Τίποτα δεν κερδίζεται χωρίς αγώνα. Τίποτα δεν πρόκειται να μας χαριστεί. Από τις μικρές καθημερινές μάχες έως τον τιτάνιο αγώνα αλλαγής αυτού του σάπιου κόσμου και μετατροπής του σε μια κοινωνία ελευθερίας, ισότητας και αλληλεγγύης, χρειάζεται αέναος και συνεχής αγώνας.
Στο κακογυρισμένο και χιλιοπαιγμένο έργο των εξουσιαστών, μοιράστηκαν οι ρόλοι και οριστήκαμε ως κομπάρσοι. Αρνούμαστε το ρόλο μας και αποφασίσαμε να πάρουμε τη ζωή στα χέρια μας και να αντιμετωπίσουμε τόσο τους πρωταγωνιστές όσο και τους σκηνοθέτες αυτής της άθλιας παράστασης.
Απευθυνόμαστε στην δική μας τάξη, στους καταπιεσμένους, τους εξαθλιωμένους, τους αγωνιστές, τους ανθρώπους από τα κινήματα, τους εργάτες και ανέργους, τους πληβείους και τους κατατρεγμένους και τους καλούμε να οργανωθούν και από όποιο μετερίζι μπορούν, να αντισταθούν. Αυτό είναι που προκαλεί τρόμο σε κάθε κυβέρνηση, αυτό πρέπει να σταθεί απέναντί της. Όπως έγραφε ο Ανατόλ Φρανς στην «Ανταρσία των αγγέλων»: “Εμπρός, ας πάμε να βρούμε τον αρχαίο εχθρό στα ψηλά του παλάτια”.
Εις το επανιδείν…»