Για μια ακόμη φορά οι βάνδαλοι ανεγκέφαλοι μπαχαλάκηδες αναρχικοί, από τις παρέες των “γνωστών αγνώστων”, απέδειξαν το πόσο απολίτιστοι και βάρβαροι είναι.
Με πράσινο σπρέι έγραψαν πάνω στο αρχαίο Μνημείο του Λυσικράτη:
“Τα ελληνικά σας μνημεία είναι τα στρατόπεδα συγκέντρωσης των μεταναστών”.
Απορούμε φυσικά γιατί έπρεπε να ξεσπάσουν πάνω σε ένα αρχαίο μνημείο, από τα λίγα που σώθηκαν όρθια στον τόπο μας από τους πολέμους, την “ιερή μανία” και τις επιδρομές των κατακτητών.
Αλήθεια, σε ποια Αναρχία διάβασαν ότι μέσα στην αγωνιστική τους δράση συμπεριλαμβάνεται η καταστροφή αρχαίων μνημείων;
Το Μνημείο του Λυσικράτη είναι μνημείο της Αθήνας, γνωστό και ως Φανάρι του Διογένους.
Βρίσκεται στο κάτω άκρο του ανατολικού κλίτους της Ακρόπολης, στη σημερινή πλατεία του Λυσικράτη και κατά τους αρχαίους επί της οδού των Τριπόδων.
Πρόκειται περί χορηγικού μνημείου, δηλαδή μνημείου επί του οποίου φερόταν ο τρίποδας που δινόταν ως τιμητικό έπαθλο στον χορηγό, που αναλάμβανε τη συγκρότηση του χορού αλλά και τα έξοδα διεξαγωγής χορευτικών αγώνων κατά τις επίσημες τελετές.
Το προσφερόμενο στον χορηγό έπαθλο το κατέθεταν είτε στο Ιερό του Διονύσου είτε στη γειτονική αυτού οδό των Τριπόδων.
Προς μεγαλοπρεπέστερη δε έκθεσή του, το έπαθλο το τοποθετούσαν σε ψηλή βάση, είτε μορφής κίονα, (όπως εκείνο του Θρασυμήδους), είτε σε σχήμα ναΐσκου (όπως αυτό του Λυσικράτη).
Το ανήγειρε ο Λυσικράτης του Λυσιθείδη κατά την 111η Ολυμπιάδα (335-334π.Χ.).
Η δε άνω του επιστυλίου ζωφόρος φέρει ανάγλυφη παράσταση από το μύθο της αιχμαλωσίας του Διονύσου από Τυρρηνούς πειρατές.
Η στέγη αποτελείται από μονολιθικό θόλο (φτιαγμένο από κυανωπό μάρμαρο από τον Υμηττό) διακοσμημένο στην κάτω περιφέρεια με έκτυπα κυμάτια, στη δε θολωτή επιφάνεια με φολιδωτά ή λεπιδωτά κοσμήματα.
Την επιφάνεια αυτή διατρέχει από δύο πλευρές, από μια σειρά ανθεμίων που καταλήγουν στο ανωφερές κέντρο της στέγης όπου μετασχηματίζονται σε ακανθωτό επίθημα πάνω στο οποίο στηριζόταν ο χάλκινος τρίποδας, το έπαθλο του Λυσικράτη που το υποστήριζαν δύο αγαλματίδια Σάτυρου και Δελφίνου.
Το 1685, στο χώρο ιδρύθηκε μια γαλλική μονή καπουτσίνων.
Το 1669 η μονή αγόρασε το μνημείο, το οποίο αποκαλούνταν πλέον «Φανός του Δημοσθένη».
Μία ανάγνωση της επιγραφής από τον Ζακόμπ Σπον (Jacob Spon) καθόρισε τον αρχικό σκοπό του.
Οι νεαροί Βρετανοί αρχιτέκτονες Τζέιμς Στιούαρτ (James Stewart) και Νίκολας Ρεβέττ (Nicholas Revett) δημοσίευσαν τα πρώτα μετρημένα σχέδια του μνημείου στο βιβλίο τους Antiquities of Athens (Λονδίνο: 1762).
Το μνημείο έγινε γνωστό σε Γαλλία και Αγγλία μέσω των γκραβούρων του, και «βελτιωμένες» εκδοχές του έγιναν εντυπωσιακά χαρακτηριστικά σε αρκετούς κήπους στην Αγγλία.
Ο Λόρδος Βύρων έμεινε στη μονή κατά τη διάρκεια της δεύτερης επίσκεψης του στην Ελλάδα.
Το 1818 ο μοναχός Φραγκίσκος φύτεψε στους κήπους της μονής τα πρώτα φυτά τομάτας στην Ελλάδα.
Το 1821 η μονή, η οποία είχε κλείσει το μνημείο, χρησιμοποιήθηκε ως χώρος αποθήκευσης βιβλίων, κάηκε κατά την Οθωμανική κατοχή της Αθήνας, και εν συνεχεία κατεδαφίστηκε, ενώ το μνημείο παρέμεινε εκτεθιμένο στην κακοκαιρία.
Το 1829, οι μοναχοί προσέφεραν το κτίσμα σε έναν Άγγλο περιηγητή, αλλά αποδείχθηκε πως ήταν πολύ δυσκίνητο για να αποσυναρμολογηθεί και να τοποθετηθεί σε πλοίο.
Ο Λόρδος Έλγιν διαπραγματεύθηκε ανεπιτυχώς για το μνημείο, το οποίο έκτοτε αποτέλεσε εικόνισμα της Ελληνικής Επανάστασης.
Γάλλοι αρχαιολόγοι καθάρισαν τα συντρίμμια από το μισοθαμμένο μνημείο και ερεύνησαν στην περιοχή για χαμένα τμήματα του.
Τη περίοδο 1876-1887, οι αρχιτέκτονες Φρανσουά Μπουλανζέ (François Boulanger) και Ε. Λεβιότ (E. Leviot) διήθυναν την αναστήλωση του, υπό την καθοδήγηση της Γαλλικής κυβέρνησης.
Διάσημες Βρετανικές εκδοχές του Μνημείου περιλαμβάνουν το Μνημείο Ντάγκαλντ Στιούαρτ και το Μνημείο Μπερνς, αμφότερα στο Κάλτον Χιλ του Εδιμβούργου, το καμπαναριό της εκκλησίας του Αγίου Τζιλ στο Έλγιν, και τους κήπους του Σάγκμπορο του Σταφορντσάιρ.
Ο ναός του Αγίου Ιωάννη του Ευαγγελιστή στο Τσάισεστερ, έχει στην κορυφή του, μια «παράλογη μικρογραφία» του μνημείου.
Στις ΗΠΑ, το Μνημείο του Λυσικράτη, ήταν το μοντέλο του Γουίλλιαμ Στρίκλαντ (William Strickland) για τον θόλο του Merchants’ Exchange στην Φιλαδέλφεια και επίσης αντιγράφηκε από τον ίδιο για τον θόλο στην κορυφή του Καπιτωλίου της Πολιτείας του Τενεσί στο Νάσβιλ.
Ο σχεδιασμός του Portland Breakwater Light στο Μέιν ήταν προϊόν έμπνευσης από το μνημείο.
Υιοθετήθηκε στην κατασκευή πολλών μνημείων του Εμφυλίου Πολέμου και επιστέγασε πολλύς πύργους του αρχιτεκτονικού ρεύματος Beaux-Arts, όπως οι πύργοι Σαν Ρέμο στη Νέα Υόρκη.
Το πιο επιφανές παράδειγμα είναι το Μνημείο Στρατιωτικών και Ναυτικών που σχεδιάστηκε από τους αρχιτέκτονες Σαρλ και Άρθουρ Στόουτον (Charles and Arthur Stoughton) στη περιοχή Ρίβερσαϊντ Ντράιβ της Νέας Υόρκης το 1902.
Μια μπρούτζινη μικρογραφία του μνημείου παραδίδεται στα βραβεία Ρίτσαρντ Ντρίχαους (Richard H. Driehaus) σε έναν εν ζωή αρχιτέκτονα του οποίου η δουλειά αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα των αξιών της παραδοσιακής και κλασικής αρχιτεκτονικής σε ένα σύγχρονα δομημένο περιβάλλον.
Στην Αυστραλία, υπάρχει μια εκδοχή του μνημείο στον Βασιλικό Βοτανικό Κήπο του Σίδνεϊ στη Νέα Νότια Ουαλία.
Επίσης αναπαρίσταται το Βωμό της Μνήμης (Shrine of Remembrance) στη Μελβούρνη, όπου σχηματίζει ένα κορωνοειδές στοιχείο στην πυραμιδοειδή οροφή του μνημείου.
Οι πληροφορίες για όσους αγνοούν πόσο σημαντικό είναι το μνημείο που βανδάλισαν τα ανόητα κομπλεξικά ψυχωτικά με τις κουκούλες.