Περίπου 1.500 τζιχαντιστές με ευρωπαϊκά διαβατήρια χρησιμοποίησαν την Ελλάδα για να περάσουν στην Τουρκία την τελευταία τριετία, εκτιμούν οι αρμόδιες υπηρεσίες, μετατρέποντας ουσιαστικά τη χώρα σε ένα ιδιότυπο κέντρο αφίξεων και αναχωρήσεων από και προς τη Συρία.
Οι Κήποι του Εβρου, η Ορεστιάδα, η Λέσβος αποτελούν τις πύλες τόσο αραβικής καταγωγής υπηκόων δυτικών ευρωπαϊκών χωρών όσο και Σύρων και Ιρακινών που επιθυμούν να κυκλοφορούν ανάμεσα στην εμπόλεμη ζώνη και την Ευρώπη χωρίς να καταγράφονται τα πραγματικά τους στοιχεία.
Οι τζιχαντιστές και όχι μόνο, χρησιμοποιούν κυρίως μυστικά περάσματα στην περιοχή του χωριού Πέπλος στον Εβρο και με τη βοήθεια Τούρκων συνδέσμων περνούν στην γειτονική χώρα.
Αυτό δηλαδή που επιχείρησαν να κάνουν ο Μιρσάντ Μπεκτάσεβιτς μαζί με τον Αλ Χασάνι Αμέρ που συνελήφθησαν στην Αλεξανδρούπολη με δύο χαντζάρες στον σάκο τους και τα εισιτήρια για το χωριό Πέπλος.
Για το αντίστροφο δρομολόγιο, να μπουν δηλαδή από την Τουρκία στην Ελλάδα γυρνώντας από την εμπόλεμη ζώνη, οι «ξένοι μαχητές» συνήθως περνούν από τα ελληνικά σύνορα, μεμονωμένα ή σε μικρές ομάδες των 2-3 ατόμων, ηλικίας μικρότερης των 40 χρόνων ή ως μέλη κομβόι ανθρωπιστικών αποστολών.
Οι ελληνικές Αρχές, ήτοι Αστυνομία, Λιμενικό και ΕΥΠ, βρίσκονται σε συνεχή επαφή κυρίως με τις γαλλικές, βρετανικές και αμερικανικές υπηρεσίες.
Ετσι γίνονται τουλάχιστον μία φορά την εβδομάδα αποδέκτες πληροφοριών από αντίστοιχες υπηρεσίες για το ταξίδι που ετοιμάζουν «ξένοι μαχητές» περνώντας από την Ελλάδα.
Μάλιστα η Ιντερπόλ εκτιμά ότι τους τελευταίους μήνες ταξίδεψαν στη Συρία μέσω Ελλάδας περίπου 150 «ξένοι μαχητές» και επέστρεψαν και πάλι σε ευρωπαϊκό έδαφος 50 από αυτούς, ενώ υπολογίζεται ότι στην ελληνική επικράτεια το τελευταίο διάστημα βρίσκονται δεκάδες φανατικοί ισλαμιστές (ενεργοί ή εν υπνώσει), που είτε ζουν είτε επισκέπτονται προσωρινά τη χώρα προκειμένου να μεταβούν ή να επιστρέψουν από τα μέτωπα της Συρίας.
Σε πολλές περιπτώσεις υπάρχει μια διακριτική παρακολούθηση από τις Αρχές, ενώ καθημερινά φτάνουν σήματα από ευρωπαϊκές χώρες για Σύρους και Ιρακινούς που ζουν στη χώρα μας και φέρονται να έχουν συγγενική ή φιλική σχέση με τζιχαντιστές που ζουν κυρίως σε Βρετανία και Γαλλία.
Επίσης υπάρχει συνεχής ροή πληροφοριών για τις κινήσεις τζιχαντιστών που μένουν ή πέρασαν από τη χώρα μας και βρίσκονται στην πρώτη γραμμή του «ιερού πολέμου» στη Συρία.
Τα μυστικά περάσματα στο Πέπλος
Τον Ιανουάριο του 2015, οι βελγικές μυστικές υπηρεσίες ενημέρωσαν την ΕΛ.ΑΣ. ότι ο Αμπντελχαμίντ Αμπαούντ, μεγάλο «κεφάλι» του ISIS στο Βέλγιο και μετέπειτα συντονιστής των επιθέσεων στο Παρίσι, βρίσκεται στην Αθήνα.
Ηταν η πρώτη φορά που αποδεδειγμένα τρομοκράτης του Ισλαμικού Κράτους μπήκε και βγήκε από την Ελλάδα χωρίς ουσιαστικά να καταγραφεί.
Ετσι, οι αρμόδιες υπηρεσίες ξεκίνησαν μια διαδικασία προσέγγισης του τρόπου με τον οποίο φανατικοί ισλαμιστές μπαίνουν στην Ελλάδα χρησιμοποιώντας τη συνθήκη Σένγκεν και στη συνέχεια πηγαίνουν στην Τουρκία κρυφά χωρίς να καταγράφονται τα στοιχεία τους.
Κομβικό σημείο στην έξοδο από το ελληνικό έδαφος για τα μονοπάτια της Ανατολής αποτελεί ο Εβρος.
Ειδικότερα ένα χωριουδάκι, ο Πέπλος, μερικά χιλιόμετρα από τα σύνορα που οι αρμόδιοι αξιωματικοί των ελληνικών υπηρεσιών χαρακτηρίζουν κομβικό στη χαρτογράφησή τους.
Και αυτό γιατί είναι το τελευταίο σημείο στην ελληνική επικράτεια που φτάνουν με λεωφορείο οι τζιχαντιστές πριν τους παραλάβει ο Τούρκος σύνδεσμος για να τους περάσει απέναντι.
Σύμφωνα με καλά πληροφορημένες πηγές που επικαλείται το protothema.gr, η διαδικασία εισόδου στην Ελλάδα και εξόδου από αυτή για έναν φανατικό ισλαμιστή δεν είναι τυχαία και περνάει από στάδια.
Σε πρώτη φάση, χρησιμοποιώντας το ευρωπαϊκό του διαβατήριο από δυτική χώρα (στην περίπτωση του Μπεκτάσεβιτς ήταν σουηδικό), φτάνει στην Αθήνα χωρίς πουθενά να έχουν καταγραφεί τα στοιχεία του.
Αυτό είναι το εύκολο κομμάτι, αφού στη συνέχεια πρέπει να βγει από την Ελλάδα χωρίς να δείξει το διαβατήριό του, καθώς για πολλούς από αυτούς υπάρχει ειδική σήμανση διακριτικής παρακολούθησης που περιλαμβάνει από ενημέρωση των ευρωπαϊκών Αρχών για τις κινήσεις του, μέχρι και επιτόπου σύλληψή του.
Στην Αθήνα, όπως περιγράφουν οι απόρρητες αναφορές υπηρεσιών, θα παραμείνει από μία έως επτά ημέρες περιμένοντας το ΟΚ για να ταξιδέψει προς τον Εβρο όπου θα τον περιμένει ο σύνδεσμος.
Το διάστημα αυτό κρύβεται σε σπίτια ομοεθνών του και μόλις ειδοποιηθεί ταξιδεύει με το λεωφορείο μέχρι το χωριό Πέπλος για να περάσει απέναντι.
«Λόγω των καιρικών φαινομένων, όσον αφορά στην περίπτωση του Μπεκτάσεβιτς, δεν θα μπορούσαν σε καμία περίπτωση αυτός και ο φίλος του να περάσουν τα νερά του ποταμού Εβρου.
Σίγουρα υπήρχε σύνδεσμος που θα φρόντιζε γι’ αυτό. Αλλωστε το χωριό Πέπλος δεν παρουσιάζει κανένα τουριστικό ενδιαφέρον, όπως υποστήριξε και ο ίδιος στις Αρχές», τονίζει στο «ΘΕΜΑ» ο πρόεδρος των συνοριακών φυλάκων του νομού Εβρου Χρυσοβαλάντης Γιαλαμάς.
Αξίζει να επισημανθεί ότι τα μυστικά περάσματα στην περιοχή Πέπλος έχουν μπει πολλές φορές στο στόχαστρο των ελληνικών Αρχών, οι αστυνομικές δυνάμεις έχουν ενημερωθεί για πιθανές κινήσεις και δεν είναι λίγες οι φορές που έχουν εντοπιστεί άτομα στη λεγόμενη «απαγορευμένη ζώνη» ή «ζώνη στρατού».
Ωστόσο, μέχρι στιγμής εκτός από την περίπτωση των δύο Σουηδών δεν έχουν συλληφθεί άλλοι φανατικοί ισλαμιστές που χρησιμοποίησαν αυτόν τον τρόπο για να περάσουν στην Τουρκία.
Τι λέει η δικογραφία για τον Μπεκτάσεβιτς
Η σύλληψη την περασμένη Πέμπτη των δύο Σουηδών υπηκόων στην Αλεξανδρούπολη, αποκαλύπτει με τον πιο χαρακτηριστικό τρόπο τα μυστικά περάσματα που χρησιμοποιούν οι τζιχαντιστές για να γλιστρούν από την Ελλάδα στην Τουρκία.
Στη δικογραφία που παρουσιάζει το «ΘΕΜΑ», φαίνεται ότι ο Μιρσάντ Μπεκτάσεβιτς μαζί με τον Αλ Χασανί Αμέρ έφυγαν τα ξημερώματα της 22ας Ιανουαρίου οδικώς από το Γκέτεμποργκ για την Κοπεγχάγη όπου και έμειναν πέντε ημέρες.
Από την πρωτεύουσα της Δανίας πέταξαν στις 27 Ιανουαρίου για την Αθήνα.
Την επόμενη μέρα, μέσω Θεσσαλονίκης έφτασαν στην Αλεξανδρούπολη όπου και συνελήφθησαν στα ΚΤΕΛ της θρακιώτικης πόλης με τα εισιτήρια για τον Πέπλο στα χέρια.
Στο ένταλμα προσωρινής κράτησης διευκρινίζεται ότι κατηγορούνται ως μέλη του Ισλαμικού Κράτους του Ιράκ και του Λεβάντε ISIL, κάτι το οποίο αρνούνται κατηγορηματικά.
Στην απολογία που έδωσε στον ανακριτή ο Μπεκτάσεβιτς και κράτησε μιάμιση ώρα, υποστήριξε ότι ζούσε και εργαζόταν στη Σουηδία πουλώντας κινητά τηλέφωνα iPhone, όμως το τελευταίο τετράμηνο είχε ξεμείνει από δουλειά.
Για τη σχέση του με τον 20χρονο συγκατηγορούμενό του υποστήριξε: Στη Σουηδία γνώρισα τον συγκατηγορούμενό μου Αμέρ, ο οποίος είναι φοιτητής.
Γνωριστήκαμε σε τζαμί όπου εγώ δίνω διαλέξεις για το Ισλάμ». Για τις δύο μεγάλες χαντζάρες που βρέθηκαν πάνω τους αλλά και τα άλλα περίεργα αντικείμενα που είχε ο σάκος τους, έδωσε γενικόλογες απαντήσεις.
«Τα μαχαίρια που βρέθηκαν ήταν αγορασμένα στην Αθήνα για συλλεκτικούς λόγους. Μάλιστα ρώτησα την πωλήτρια για παράνομη κατοχή και μου είπε ότι δεν συντρέχει λόγος. Δεν έχω απόδειξη, γιατί τα αγοράσαμε φθηνότερα. Τα υπόλοιπα αντικείμενα που βρέθηκαν τα χρησιμοποιώ για τα ταξίδια μου».
Για το ταξίδι στην Ελλάδα και τη σχέση του με το ISIL και την Αλ Κάιντα κινήθηκε στο ίδιο μήκος κύματος, επιμένοντας ότι ο σκοπός της μετακίνησής του ήταν τουριστικός.
«Στην Ελλάδα ήρθα με τον φίλο μου για τουριστικούς λόγους. Μου αρέσουν τα ταξίδια, δεν έχω καμία σχέση με τρομοκρατικές οργανώσεις, ούτε με την Αλ Κάιντα, ούτε με τον ISIS. Εχω αποτρέψει πολύ κόσμο να ενταχθεί στην τρομοκρατία», είπε και πρόσθεσε ότι «το Μάξιμους το χρησιμοποιούσα ως ψευδώνυμο στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης», ενώ για το παρελθόν του και τις καταδίκες που είχε στην πλάτη του εξήγησε ότι «οι καταδίκες στη Βοσνία ήταν πολιτικές λόγω της έκρυθμης κατάστασης που επικρατούσε εκεί. Δεν γνωρίζω σε ποια τρομοκρατική οργάνωση με κατηγορείτε ότι ανήκω, ούτε τι θέση έχω σε αυτή και ως προς τη δεύτερη κατηγορία, δεν είναι δυνατόν να εφοδιάσω με τόσο λίγο πολεμικό υλικό οποιαδήποτε οργάνωση».
Η δικηγόρος των δύο συλληφθέντων Μένια Πολυχρόνη, μιλώντας στο «ΘΕΜΑ» τόνισε: «Μεταφέρω τους ισχυρισμούς των εντολέων μου, οι οποίοι δηλώνουν ότι δεν έχουν σχέση με εξτρεμιστικές οργανώσεις, δεν έχουν καταλάβει γιατί διώκονται, όπως επίσης δεν γνώριζαν ότι απαγορεύεται η κατοχή των μαχαιριών που αγόρασαν για συλλεκτικούς λόγους».