Η σωστή διαχείριση των κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης που θα εισρεύσουν στην χώρα μας αποτελεί μεγάλη ευκαιρία για την επάνοδο στην ανάπτυξη και ταυτόχρονα για την ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής, τόνισε ο πρόεδρος της ΚΕΕ και του ΕΒΕΑ Κωνσταντίνος Μίχαλος, στην ομιλία του στη διαδικτυακή εκδήλωση του «Συνδέσμου 1974» με θέμα «ΣΧΕΔΙΟ ΑΝΑΚΑΜΨΗΣ ΚΑΙ ΑΝΘΕΚΤΙΚΟΤΗΤΑΣ – ΕΛΛΑΔΑ 2.0», παρουσία του υπουργού Οικονομικών κ. Χρήστου Σταϊκούρα.
Η ομιλία του Κ. Μίχαλου:
Τα κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας είναι μεγάλη ευκαιρία για τη χώρα να προωθήσει σημαντικές επενδύσεις, αλλά και να ολοκληρώσει μεγάλες μεταρρυθμίσεις, για να αλλάξει το παραγωγικό μοντέλο της οικονομίας της, με στόχο βέβαια και τη δημιουργία θέσεων εργασίας και την ενίσχυση της οικονομικής συνοχής.
Η κρίσιμη πρόκληση είναι να επιτύχουμε τη μετάβαση σε ένα νέο, περισσότερο διαφοροποιημένο και ανθεκτικό πρότυπο ανάπτυξης. Με περισσότερες και μεγαλύτερες επιχειρήσεις, οι οποίες θα μπορούν να παράγουν και να εξάγουν προϊόντα και υπηρεσίες υψηλής προστιθέμενης αξίας.
Και βέβαια τα οφέλη της ανάπτυξης στη συνέχεια να διαχυθούν στην κοινωνία.
Το σχέδιο που ετοίμασε η κυβέρνηση για την αξιοποίηση των πόρων του Ταμείου – και που εγκρίθηκε από τους ευρωπαϊκούς θεσμούς, πριν από λίγες μέρες – υπηρετεί σε μεγάλο βαθμό αυτούς τους στόχους.
Είναι ένα σχέδιο που υποστηρίζει την πράσινη ανάπτυξη, προωθεί την ψηφιοποίηση της οικονομίας, υποστηρίζει την αναβάθμιση της δημόσιας διοίκησης, την επιχειρηματική μεγέθυνση, την καινοτομία, την εξωστρέφεια.
Είναι ένα σχέδιο που κατευθύνει στοχευμένα πόρους, εστιάζοντας σε συγκεκριμένους κλάδους και έργα.
Το γεγονός ότι πολλοί πόροι κατευθύνονται αυτή τη φορά σε λίγους κλάδους και λίγα έργα, αποτέλεσε αντικείμενο κριτικής. Κυρίως λόγω των αποκλεισμών που θα προκληθούν από αυτή τη νέα πρακτική.
Ωστόσο, είναι αλήθεια ότι οι πόροι των προηγούμενων αναπτυξιακών περιόδων διατέθηκαν αποσπασματικά, με αποτέλεσμα σε πολλές περιπτώσεις να μην υπάρξει ουσιώδες αντίκτυπο στην οικονομία.
Στο σημείο αυτό εμείς θα προτείναμε και στοχευμένη διάθεση των πόρων αλλά και ένταξη στα προγράμματα περισσότερων επιχειρήσεων και κυρίως μικρομεσαίων, βεβαίως με τα απαραίτητα κριτήρια.
Θετικό σημείο του Σχεδίου είναι το ότι αντλεί το σύνολο των διαθέσιμων ευρωπαϊκών κονδυλίων, μέσω επιχορηγήσεων όσο και με τη μορφή χαμηλότοκων δανείων.
Η Ελλάδα έχει υψηλό δημόσιο χρέος. Ωστόσο, με δεδομένες τις ανάγκες της ελληνικής οικονομίας, είναι απόλυτα επιβεβλημένη η αξιοποίηση όλων επιλογών που παρέχει το Ταμείο.
Για τον ίδιο λόγο, είναι ορθή απόφαση και η συγχρηματοδότηση επενδυτικών προγραμμάτων, με φορείς του ιδιωτικού τομέα.
Η επιλογή αυτή επιτρέπει να αυξηθεί το συνολικό ύψος των πόρων που θα επενδυθούν στη χώρα και να διευρυνθεί, αντίστοιχα, το αναπτυξιακό όφελος για την οικονομία.
Όλα αυτά, βεβαίως, με την προϋπόθεση ότι στο στάδιο της υλοποίησης θα τηρηθούν παντού αυστηροί όροι διαφάνειας και λογοδοσίας.
Τα κεφάλαια αυτά μπορούν να επιτρέψουν το «επενδυτικό άλμα» που έχει ανάγκη σήμερα η Ελλάδα, ώστε να καλύψει το τεράστιο κενό που δημιουργήθηκε στη διάρκεια της περασμένης δεκαετίας.
Να ενισχύσει την παραγωγική της βάση, να αναβαθμίσει τις παραγωγικές της δυνατότητες, να διασφαλίσει τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας.
Όμως, η επιτυχία του Σχεδίου θα κριθεί από συγκεκριμένους παράγοντες:
• Την αποτελεσματικότητα και την ταχύτητα της διοίκησης, στο στάδιο της υλοποίησης.
• Το βαθμό στον οποίο θα καταφέρει να κινητοποιήσει στην πράξη ιδιωτικά κεφάλαια, πέρα από τις δημόσιες επενδύσεις. Το αν θα καταφέρει να πείσει ιδιώτες επενδυτές, να εμπιστευθούν κεφάλαια στη χώρα.
• Κι αυτό είναι κάτι που δεν εξασφαλίζεται μόνο με κίνητρα. Προϋποθέτει, παράλληλα, ένα επιχειρηματικό περιβάλλον που χαρακτηρίζεται από αξιοπιστία, προβλεψιμότητα, ποιοτική λειτουργία της διοίκησης και των θεσμών. Προϋποθέτει, με άλλα λόγια, επιτάχυνση και ολοκλήρωση των απαραίτητων μεταρρυθμίσεων.
Γι’ αυτό και ως Επιμελητηριακή Κοινότητα συνεχίζουμε να ζητάμε την απρόσκοπτη υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων στο κράτος, στην οικονομία, στο χωροταξικό πλαίσιο, στην κοινωνική ασφάλιση, στην παιδεία, στη λειτουργία της δικαιοσύνης.
Εάν εστιάσουμε σε αυτό το επίπεδο, παράλληλα με την παροχή κινήτρων, οι υποθέσεις και οι επιλογές του Σχεδίου Ανάκαμψης θα λειτουργήσουν στην πράξη.
Το Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας μπορεί να γίνει το όχημα για τη μετάβαση της Ελλάδας σε μια νέα εποχή ανάπτυξης, εφόσον διασφαλιστεί η στρατηγική διάθεση των πόρων και η ταυτόχρονη συνέχιση των μεταρρυθμίσεων.
Γι’ αυτό απαιτείται – αλλά δεν αρκεί – η ισχυρή βούληση από την πλευρά της κυβέρνησης.
Χρειάζεται ένα ευρύτερο πλαίσιο συναίνεσης, αποδοχής και υποστήριξης των μεταρρυθμίσεων από το σύνολο του πολιτικού συστήματος.
Οι ανούσιες αντιπαραθέσεις και οι κοντόφθαλμες λογικές, δεν πρέπει να έχουν θέση στη χώρα στην κρίσιμη αυτή καμπή της πορείας της.
Αν κάτι πρέπει να μας διδάξει η περιπέτεια της προηγούμενης δεκαετίας είναι ότι η πολιτική αντιπαράθεση μπορεί να γίνει καταστροφική για όλους.
Σήμερα το διακύβευμα είναι υψηλό. Και πρέπει όλοι να αναλάβουμε τις ευθύνες μας.