Η επανεμφάνιση κρουσμάτων της Covid-19 συνιστά «τον κυριότερο κίνδυνο» για την αμερικανική οικονομία, εκτιμά το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, προτρέποντας τις αρχές να καταβάλουν κάθε προσπάθεια για την αντιμετώπιση της πανδημίας αλλά και για την εξάλειψη των κοινωνικοοικονομικών προκλήσεων που είναι «βαθιά ριζωμένες» στις ΗΠΑ.
Το ΔΝΤ αναμένει ότι το ΑΕΠ των ΗΠΑ θα υποχωρήσει κατά 37% κατά το δεύτερο τρίμηνο του έτους, ως άμεση συνέπεια της καραντίνας και «παρά την άνευ προηγουμένου πολιτική στήριξη».
Για το σύνολο του έτους, η ύφεση θα περιοριστεί στο 6,6%, εφόσον συνεχιστεί η οικονομική δραστηριότητα.
Όμως η αναζωπύρωση της πανδημίας, που αποτελεί επίσης «τον κίνδυνο που είναι πιο δύσκολο να ποσοτικοποιήσουμε», έχει ήδη προκαλέσει μια «επιβράδυνση» σε ορισμένες Πολιτείες και μια «μερική ακύρωση» των αποφάσεων για άρση της καραντίνας που μπορεί να εκτροχιάσουν την επανεκκίνηση που ξεκίνησε τον Μάιο.
Το ΔΝΤ προειδοποιεί επίσης ότι υπάρχει πιθανότητα αύξησης της φτώχειας, υπενθυμίζοντας ότι και πριν από την πανδημία ήταν ήδη υψηλή, σε σύγκριση με άλλες προηγμένες οικονομίες.
Η φτώχεια στις ΗΠΑ έχει μια σημαντική φυλετική διάσταση, δεδομένου ότι οι Αφροαμερικανοί και οι ισπανόφωνοι είναι πιο πιθανόν να περιέλθουν σε κατάσταση ένδειας, σε σύγκριση με τους λευκούς.
«Θα απαιτηθούν νέες πολιτικές προσπάθειες για την αντιμετώπιση της πανδημίας και μιας σειράς κοινωνικοοικονομικών προκλήσεων, βαθιά ριζωμένων, που συνεχίζουν να πλήττουν τις ΗΠΑ», σημειώνει.
Το Ταμείο καλεί την Ουάσινγκτον να λάβει μια σειρά μέτρων για να αυξήσει τη ζήτηση, να βελτιώσει την προετοιμασία για την αντιμετώπιση υγειονομικών κρίσεων και να στηρίξει τους πιο ευάλωτους.