Σε αναβάθμιση του αξιόχρεου της Ελλάδας κατά μία βαθμίδα στο ΒΒ- από Β+ προχώρησε ο οίκος Standard and Poor’s, δικαιώνοντας τις προσδοκίες της αγοράς.
Διατηρεί μάλιστα θετική την προοπτική (outlook), κάτι που σημαίνει ότι θα μπορούσε να ακολουθήσει και νέα αναβάθμιση μέσα στο επόμενο εξάμηνο.
Είναι ο πρώτος από τους τρεις μεγάλους οίκους, που βελτιώνει μετεκλογικά την «βαθμολογία» της χώρας, αν και αυτή εξακολουθεί να απέχει τρία σκαλοπάτια από την επενδυτική βαθμίδα.
Είχε προηγηθεί, γεννώντας ελπίδες, η αναβάθμιση από τον μικρότερο οίκο Scope Ratings, ενώ σύντομα περιμένουμε και την αξιολόγηση του DBRS.
Οι αναλυτές του S&P προβλέπουν μέση ανάπτυξη 2,5% την τριετία 2019-2022, κυρίως λόγω ανάκαμψης της εγχώριας ζήτησης, ενώ επισημαίνει ότι έχουν περιοριστεί τόσο το πολιτικό ρίσκο όσο και οι κίνδυνοι για τον προϋπολογισμό από τις δικαστικές αποφάσεις.
Η προηγούμενη αξιολόγηση του S&P, που είναι από τους πλέον αυστηρούς οίκους όσον αφορά τουλάχιστον στη στάση του απέναντι στην Ελλάδα, είχε πραγματοποιηθεί τον περασμένο Απρίλιο. Και τότε πολλοί ανέμεναν μία αναβάθμιση του αξιόχρεου.
Διεθνή πρακτορεία όπως το Reuters μάλιστα σχολίαζαν τις αντίθετες πορείες Αθήνας- Ρώμης, με την πρώτη να εξασφαλίζει την εμπιστοσύνη θεσμών και αγορών και την δεύτερη να βρίσκεται σε μετωπική σύγκρουση με Βρυξέλλες, κινδυνεύοντας ακόμη και με υποβάθμιση.
Ωστόσο ο οίκος την περασμένη άνοιξη έκρινε πως δεν υπήρχε κάτι ουσιαστικά νέο σε σχέση με το καλοκαίρι του 2018, που να δικαιολογεί μία επί τα βελτίω αναθεώρηση της πιστοληπτικής αξιολόγησης και διατήρησε το αξιόχρεο τέσσερα σκαλοπάτια κάτω από την επενδυτική βαθμίδα, στο Β+ με προοπτική θετική.
Η Ελλάδα έχει ένα από τα πιο ευνοϊκά προφίλ χρέους όλων των χωρών που εξετάζει η S&P όσον αφορά τη λήξη και το μέσο επιτόκιο, παρά την εξαιρετικά υψηλή αναλογία του προς το ΑΕΠ.
Οι αναβαθμίσεις, αν και έχουν σε έναν βαθμό προεξοφληθεί από την αγορά, θα μπορούσαν να βελτιώσουν περαιτέρω το κλίμα στην αγορά κρατικού χρέους και να οδηγήσουν ακόμη χαμηλότερα την απόδοση του ελληνικού δεκαετούς κρατικού ομολόγου, που σήμερα υποχώρησε έως και το 1,21%.
Θα μπορούσαν δε να δώσουν ακόμη ένα ισχυρό διαπραγματευτικό χαρτί για την κυβέρνηση απέναντι στους θεσμούς, προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος των χαμηλότερων πρωτογενών πλεονασμάτων, ενώ είναι καθοριστικής σημασίας για την ένταξη των ελληνικών ομολόγων στο δεύτερο γύρο ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ.
Να σημειωθεί ότι οι oίκοι Fitch και DBRS ήδη μας αξιολογούν σε ανάλογη βαθμίδα, με αυτήν την οποία μας έδωσε σήμερα ο S&P. Η αξιολόγηση του Moody’s παραμένει μία κλίμακα χαμηλότερα.