«Περιμένουμε να δούμε περισσότερες παρεμβάσεις για την ενδυνάμωση των Μικρομεσαίων Επιχειρήσεων», τόνισε ο πρόεδρος της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων και του ΕΒΕΑ Κωνσταντίνος Μίχαλος, μιλώντας στην ημερίδα με θέμα «Σχέδιο Θεσσαλονίκης» που πραγματοποιήθηκε σήμερα στο ξενοδοχείο MAKEDONIA PALACE.
Ολόκληρη η ομιλία του Κ. Μίχαλου:
«Σήμερα, μετά από μια δύσκολη δεκαετία – που άφησε βαθιά σημάδια στην οικονομία, στην αγορά και στην ελληνική κοινωνία – η Ελλάδα δείχνει έτοιμη να κάνει το μεγάλο βήμα μπροστά.
Είναι γεγονός ότι οι συνθήκες ακραίας αβεβαιότητας που βιώσαμε τα προηγούμενα χρόνια έχουν απομακρυνθεί. Η χώρα έχει αποκτήσει ξανά, έστω και με υψηλό κόστος, δημοσιονομική ισορροπία. Διαθέτει πολιτική και κυβερνητική σταθερότητα. Και – όπως δείχνει η ραγδαία αποκλιμάκωση των αποδόσεων των ελληνικών ομολόγων – αρχίζει ξανά να κερδίζει την εμπιστοσύνη των αγορών.
Εμφανής είναι και η ανάκαμψη του κλίματος στην πραγματική οικονομία, με την αισιοδοξία να επιστρέφει σταδιακά.
Όλα αυτά σαφώς δημιουργούν μια θετική ψυχολογία για την επίτευξη του μεγάλου εθνικού στόχου. Που δεν είναι άλλος από την οριστική επιστροφή στην ανάπτυξη. Ανάπτυξη, η οποία θα επιτρέψει την ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής και την αποκατάσταση του βιοτικού επιπέδου των πολιτών.
Η επιτάχυνση της ανάπτυξης σε διατηρήσιμες βάσεις, συνιστά σήμερα τη μεγαλύτερη πρόκληση για την επόμενη ημέρα της ελληνικής οικονομίας. Μια πρόκληση που απαιτεί, σχέδιο, αποφασιστικότητα, αποτελεσματικότητα.
Και είμαστε ακόμη στην αρχή.
Γιατί ο ρυθμός μεγέθυνσης του ΑΕΠ εξακολουθεί να κινείται σε χαμηλά επίπεδα. Γιατί η συμμετοχή των επενδύσεων στο ΑΕΠ εξακολουθεί να είναι χαμηλή. Γιατί η αγορά πάσχει ακόμη από την έλλειψη ρευστότητας και τη δυσκολία πρόσβασης σε χρηματοδότηση. Γιατί η Ελλάδα εξακολουθεί να υστερεί στις διεθνείς κατατάξεις για την ανταγωνιστικότητα.
Δεν υπάρχει, λοιπόν, περιθώριο εφησυχασμού. Τώρα είναι η ώρα να εφαρμοστεί μια εθνική στρατηγική για την ανασυγκρότηση της ελληνικής οικονομίας.
Μια στρατηγική με στόχο την προσέλκυση νέων επενδύσεων, αλλά και την ενδυνάμωση της εγχώριας επιχειρηματικότητας. Για να παραχθεί εθνικός πλούτος και να δημιουργηθούν νέες θέσεις εργασίας.
Τα δείγματα γραφής που έχει δώσει η νέα κυβέρνηση προς αυτή την κατεύθυνση, είναι σαφώς θετικά. Τους τελευταίους τρεις μήνες έχουμε δει σημαντικές κινήσεις, που δίνουν το στίγμα μιας πολιτικής φιλικής προς την επιχειρηματικότητα και τις επενδύσεις.
Το προσχέδιο προϋπολογισμού για το 2020 επιβεβαιώνει αυτή την εικόνα, ενσωματώνοντας μέτρα που υλοποιούν τις δεσμεύσεις του πρωθυπουργού από το βήμα της ΔΕΘ.
Η μείωση του συντελεστή φορολογίας κερδών για τις επιχειρήσεις από το 28% στο 24%, η μείωση του συντελεστή στα μερίσματα από το 10% στο 5%, τα μέτρα στήριξης της οικοδομικής δραστηριότητας, αλλά και οι ελαφρύνσεις για τα φυσικά πρόσωπα, είναι κινήσεις που θα βελτιώσουν σημαντικά το κλίμα στην αγορά και θα συμβάλουν στην αναθέρμανση της πραγματικής οικονομίας, μετά από μια μακρά περίοδο δυσπραγίας.
Σημαντικό θετικό βήμα αποτελεί, στον αντίποδα, η ενσωμάτωση συγκεκριμένων μέτρων διεύρυνσης της φορολογικής βάσης και εξορθολογισμού των δαπανών, ώστε να εξασφαλιστεί ο απαραίτητος δημοσιονομικός χώρος για την υλοποίηση των αναπτυξιακών και κοινωνικών παρεμβάσεων του προϋπολογισμού.
Η εφαρμογή αξιόπιστης και υπεύθυνης δημοσιονομικής πολιτικής εξακολουθεί να αποτελεί βασική προϋπόθεση για να εδραιωθεί η εμπιστοσύνη των αγορών και να βελτιωθούν οι όροι χρηματοδότησης της ελληνικής οικονομίας.
Η πρόβλεψη για ανάπτυξη της τάξης του 2,8% το 2020, στηρίζεται μεν σε στέρεες υποθέσεις. Παραμένει, όμως, ένας στόχος ιδιαίτερα φιλόδοξος και απαιτητικός, με βάση τα σημερινά δεδομένα.
Το κλειδί για την επίτευξή του είναι η άνοδος των επενδύσεων.
Κι αυτό, πέρα από την απαραίτητη μείωση των φορολογικών συντελεστών, προϋποθέτει αποφασιστικές και αποτελεσματικές δράσεις, σε μια σειρά από μέτωπα.
Προϋποθέτει ενίσχυση του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων, το οποίο παραμένει σε χαμηλά επίπεδα σε σχέση με τις αναπτυξιακές ανάγκες της ελληνικής οικονομίας.
Προϋποθέτει πλήρη αξιοποίηση των πόρων του ΕΣΠΑ, καθώς και εργαλείων όπως είναι οι Συμπράξεις Δημοσίου και Ιδιωτικού Τομέα.
Απαιτεί, επίσης, την απεμπλοκή μεγάλων επενδύσεων που βρίσκονται σε εκκρεμότητα, την επιτάχυνση των αποκρατικοποιήσεων και του προγράμματος αξιοποίησης της δημόσιας ακίνητης περιουσίας.
Απαιτεί γενναίες παρεμβάσεις για τη βελτίωση του επενδυτικού περιβάλλοντος, με την απομάκρυνση γραφειοκρατικών εμποδίων και την επιτάχυνση μιας σειράς διαδικασιών.
Το αναπτυξιακό πολυνομοσχέδιο που έχει κατατεθεί στη Βουλή αποτελεί σαφώς θετική εξέλιξη στο πλαίσιο αυτής της προσπάθειας. Περιλαμβάνει αρκετές σημαντικές παρεμβάσεις προς τη σωστή κατεύθυνση, τις οποίες δεν μπορούμε παρά να καλωσορίσουμε.
Παράλληλα, όμως, δεν παύουμε ως Επιμελητηριακή Κοινότητα να καταθέτουμε προτάσεις βελτίωσης, ώστε να διασφαλιστεί ένα θεσμικό πλαίσιο το οποίο θα ανταποκρίνεται πραγματικά στις αναπτυξιακές ανάγκες, αλλά και τις δυνατότητες της χώρας.
Η αναθεώρηση του μείγματος της οικονομικής πολιτικής και η άρση εμποδίων στις επενδύσεις, αποτελούν σημαντικά βήματα, με σκοπό την επιτάχυνση της ανάπτυξης, μετά την κρίση. Μείζον ζητούμενο, ωστόσο, παραμένει ο διαρθρωτικός μετασχηματισμός της ελληνικής οικονομίας: η μετάβαση σε ένα νέο, υγιές αναπτυξιακό υπόδειγμα, με αιχμή την εξωστρέφεια, την παραγωγή ανταγωνιστικών προϊόντων και υπηρεσιών και την αύξηση των εθνικών μεριδίων στην παγκόσμια αγορά.
Οι μέχρι τώρα προσπάθειες της νέας κυβέρνησης είναι στη σωστή κατεύθυνση. Περιμένουμε, όμως, να δούμε περισσότερες και πιο τολμηρές κινήσεις στο επόμενο διάστημα: για τη χαλάρωση του ρυθμιστικού περιβάλλοντος, για τη μεταρρύθμιση της αγοράς εργασίας και του ασφαλιστικού συστήματος, για την ψηφιοποίηση του κράτους και της οικονομίας, για την αναβάθμιση της Παιδείας και την ενίσχυση του τριγώνου της γνώσης: τη σύνδεση δηλαδή της εκπαίδευσης με την έρευνα και την καινοτομία.
Περιμένουμε να δούμε περισσότερες παρεμβάσεις για την ενδυνάμωση των Μικρομεσαίων Επιχειρήσεων, οι οποίες συγκροτούν τον ιστό της ελληνικής οικονομίας.
Περιμένουμε να δούμε αύξηση των πόρων από κοινοτικά και εθνικά προγράμματα, για την ενθάρρυνση επενδύσεων σε νέο εξοπλισμό και τεχνολογίες.
Περιμένουμε περισσότερα και πιο ευέλικτα χρηματοδοτικά εργαλεία, αλλά και κίνητρα και παρεμβάσεις που ευνοούν την επιχειρηματική μεγέθυνση, την ανάπτυξη του ανθρώπινου δυναμικού, την εξωστρέφεια, την πρόσβαση στην καινοτομία.
Τέλος – και με δεδομένο ότι δεν μπορούν να υπάρξουν νέα σχέδια και επενδύσεις, χωρίς νέες πιστώσεις – περιμένουμε γενναίες αποφάσεις και δραστικές κινήσεις για την αποκατάσταση της τραπεζικής χρηματοδότησης της οικονομίας.
Η προσπάθεια για να επουλωθούν οι βαθιές πληγές που άνοιξε η κρίση τα προηγούμενα δέκα χρόνια, έχει μόλις ξεκινήσει.
Για να μπορέσει να μετουσιωθεί η αισιοδοξία σε μετρήσιμο και βιώσιμο κοινωνικό μέρισμα, χρειάζεται ακόμη πολλή δουλειά, αποφασιστικότητα και συνεργασία μεταξύ της Πολιτείας και των φορέων της αγοράς.
Τα Επιμελητήρια, ως θεσμικός εκφραστής των παραγωγικών δυνάμεων της χώρας, θα συνεχίσουν να συμμετέχουν υπεύθυνα και εποικοδομητικά στο δημόσιο διάλογο και να στηρίζουν κάθε πρωτοβουλία, κάθε μεταρρύθμιση που βοηθά την πατρίδα μας να κάνει το μεγάλο άλμα μπροστά».