Συγκεκριμένες προτάσεις για αξιοποίηση του παραλιακού μετώπου της Αθήνας, ΣΔΙΤ για την ανάπτυξη του ιατρικού τουρισμού και αναπτυξαικές πρωτοβουλίες, με στόχο να καταστεί ο τουρισμός η κινητήρια δύναμη της ελληνικής οικονομίας, έκανε ο πρόεδρος της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων και του ΕΒΕΑ, Κωνσταντίνος Μίχαλος στο συνέδριο: «Next is Now – Ελληνικός Τουρισμός μια Εθνική Υπόθεση! Δυνατότητες και Προοπτικές»
Αναλυτικά η ομίλία του κ. Μίχαλου:
Με μεγάλη χαρά συμμετέχω στο ενδιαφέρον αυτό φόρουμ με αντικείμενο το παρόν και κυρίως το μέλλον του ελληνικού τουρισμού.
Το πώς μπορούμε να διαμορφώσουμε τις συνθήκες εκείνες, που θα αναδείξουν τον τουρισμό σε κινητήρια δύναμη για την συνεκτική, βιώσιμη ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας τα επόμενα χρόνια.
Αν υπάρχει στη χώρα μας ένα αδιαμφισβήτητο success story τα τελευταία δύο χρόνια, αυτό λέγεται «ελληνικός τουρισμός».
Εν μέσω μιας πρωτοφανούς οικονομικής κρίσης, αποδείχθηκε περίτρανα ότι ο τουρισμός αποτελεί τη βαριά βιομηχανία της Ελλάδας.
Ο κλάδος που ακόμα και κάτω από τις πιο δύσκολες συνθήκες, δεν παύει να στηρίζει την οικονομία και την απασχόληση στον τόπο.
Δεν παύει να δημιουργεί θέσεις εργασίας και ευκαιρίες, να αυξάνει τα εισοδήματα του πληθυσμού της Περιφέρειας, αλλά και να συμπαρασύρει στην ανάπτυξη πολλούς ακόμη κλάδους της τοπικής οικονομικής δραστηριότητας.
Ακόμη και εν μέσω της κρίσης, ο τουρισμός συνέχισε να στηρίζει την ελληνική οικονομία.
Ωστόσο, η δυναμική αυτή δεν πρέπει να προκαλεί εφησυχασμό.
Το πολύτιμο κεφάλαιο φυσικής και πολιτιστικής κληρονομιάς που διαθέτει η χώρα μας, θα πρέπει να αξιοποιηθεί με βάση ένα σαφές όραμα, με σύγχρονο θεσμικό πλαίσιο, με μακρόπνοο σχέδιο, με υψηλό επαγγελματισμό, με καινοτόμες μεθόδους και πρακτικές.
Υπάρχουν ακόμη πολλά που πρέπει να γίνουν, με στόχο την αύξηση της ποιοτικής διαφοροποίησης και της άμβλυνσης της εποχικότητας του ελληνικού τουριστικού προϊόντος.
Χρειάζεται να γίνουν πολλά, με σκοπό να αυξηθεί η προστιθέμενη αξία του τουρισμού για την οικονομία και την απασχόληση.
Στην προσπάθεια αυτή οι Συμπράξεις Δημοσίου και Ιδιωτικού Τομέα μπορούν και πρέπει να αναλάβουν πρωταγωνιστικό ρόλο, κυρίως μέσα από την υλοποίηση ανταποδοτικών έργων δημιουργίας ή αναβάθμισης τουριστικών υποδομών σε όλη τη χώρα.
Παράδειγμα του οφέλους που μπορεί να αποφέρουν αυτού του είδους οι συμπράξεις, είναι ο Διεθνής Αερολιμένας Αθηνών.
Ένα επιχειρηματικό και λειτουργικό μοντέλο, που έχει αποδειχθεί επιτυχημένο στην πράξη.
Ο Δ.Α.Α. αποτελεί σήμερα έναν από τους σημαντικότερους κόμβους δημιουργίας προστιθέμενης αξίας για τον τουρισμό, αλλά και για την ελληνική οικονομία.
Με βάση σχετική μελέτη το 2013, η ετήσια προστιθέμενη αξία του για το σύνολο της επικράτειας ξεπερνούσε τα 5 δισ. ευρώ.
Σύμφωνα με μελέτες, οι επισκέπτες city breakers που έρχονται αποκλειστικά για την Αθήνα, αυξήθηκαν από 220.000 το 2013 σε 1,4 εκατ. ευρώ το 2017.
Σημαντική, επίσης, στο πλαίσιο της σύμπραξης δημοσίου και ιδιωτικού τομέα, είναι η συνέργεια του Δ.Α.Α. με το Δήμο Αθηναίων και την αεροπορική εταιρία Aegean για την ανάδειξη της Αθήνας ως τουριστικού προορισμού.
Θετικά αποτελέσματα έχει μέχρι τώρα και η υλοποίηση του σχεδίου παραχώρησης των 14 περιφερειακών αεροδρομίων.
Η παραχώρηση εξασφάλισε για το ελληνικό δημόσιο έσοδα της τάξης των 25 εκατ. ευρώ ετησίως.
Κινητοποιεί επενδύσεις άνω των 300 εκατ. ευρώ την επόμενη τετραετία, δημιουργεί πάνω από 15.000 νέες άμεσες και έμμεσες θέσεις εργασίας, αλλά και τις προϋποθέσεις για αύξηση του τουρισμού και ανάπτυξη των τοπικών οικονομιών.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Frapport, την πρώτη χρονιά που λειτούργησε το σχήμα, σημειώθηκε και στα 14 αεροδρόμια αύξηση επισκεπτών.
Το 2017, μέσω των 14 αεροδρομίων μετακινήθηκαν πέρυσι 27.600.000 επιβάτες, με αύξηση 10,3% σε σύγκριση με το 2016.
Αντίστοιχο ή παρόμοιο μοντέλο θα πρέπει να εφαρμοστεί και για τα υπόλοιπα 23 περιφερειακά αεροδρόμια, μέσα από τη δημιουργία clusters και την πραγματοποίηση εργασιών για την αναβάθμιση της αξίας τους.
Αναμένουμε, επίσης, να προχωρήσουν οι διαδικασίες για την αξιοποίηση υφιστάμενων τουριστικών λιμένων, αλλά και για τη δημιουργία νέων δομών – μαρίνες, λιμάνια κρουαζιέρας – με την κινητοποίηση ιδιωτικών επενδύσεων.
Ήδη έχουν γίνει αρκετά βήματα στο πλαίσιο της ιδιωτικοποίησης των ελληνικών μαρίνων, αλλά χρειάζονται ακόμη περισσότερα για να αξιοποιηθεί το δυναμικό της χώρας.
Αξιοποίηση του παραλιακού μετώπου της Αθήνας:
• Είναι απαραίτητη η ολοκλήρωση των αποκρατικοποιήσεων που βρίσκονται σε εκκρεμότητα, αλλά και ένα σύγχρονο θεσμικό πλαίσιο για την ανάπλαση του παραλιακού μετώπου, που θα προβλέπει νέες χρήσεις και ταχύτερες διαδικασίες για την υλοποίηση επενδύσεων.
• Οι εκτάσεις του δημοσίου στον παράκτιο άξονα Φαλήρου – Σουνίου, μήκους 70 χλμ, πρέπει να αποτελέσουν καταλύτη για την εκτίναξη του τουρισμού, της επιχειρηματικότητας και της απασχόλησης, μέσα από την προσέλκυση σοβαρών ιδιωτών επενδυτών.
• Οφείλει να εφαρμοστεί ένα σχέδιο για την αξιοποίηση των υπολοίπων δημοσίων ακινήτων του Παράκτιου Μετώπου, από το Ολυμπιακό Συγκρότημα του Φαλήρου και τις εγκαταστάσεις του Αγίου Κοσμά, μέχρι το Μεγάλο Καβούρι και την Ανάβυσσο.
• Αξιοποίηση Ελληνικού: Στο πλαίσιο αυτό, θα πρέπει να προχωρήσει ταχύτατα, χωρίς άλλες καθυστερήσεις και εμπόδια, η επένδυση στο Ελληνικό.
ΣΔΙΤ για την ανάπτυξη του ιατρικού τουρισμού:
• έχει εκτιμηθεί ότι η Ελλάδα μπορεί να προσελκύσει στα επόμενα χρόνια περίπου 500.000 ασθενείς – επισκέπτες. Πρόκειται για ένα στόχο φιλόδοξο και αρκετά σύνθετο, γιατί στο project του ιατρικού τουρισμού εμπλέκονται εκτός από τις μονάδες υγείας, ξενοδοχεία, ειδικοί τουριστικοί πράκτορες και δημόσιοι φορείς. Το μοντέλο της Σύμπραξης Δημοσίου και Ιδιωτικού Τομέα μπορεί να συμβάλει ουσιαστικά στην επίτευξή του, μέσα από τη δημιουργία κατάλληλων δομών για την εξυπηρέτηση των ιατρικών τουριστών.
Ευρύτερο πλαίσιο για επενδύσεις – ΣΔΙΤ:
• Η Ελλάδα διαθέτει ένα σύγχρονο και αποτελεσματικό θεσμικό πλαίσιο για την υλοποίηση έργων ΣΔΙΤ. Κατατάσσεται μάλιστα στις πρώτες θέσεις διεθνώς, σύμφωνα με την αξιολόγηση της Παγκόσμιας Τράπεζας, όσον αφορά τις πρακτικές που ακολουθεί στις διαγωνιστικές διαδικασίες.
Κρίσιμη προϋπόθεση για την επιτυχία αυτών των επενδυτικών κινήσεων είναι η διαμόρφωση ενός ολοκληρωμένου, ελκυστικού πλαισίου για τους επενδυτές. Η Πολιτεία οφείλει να διαμορφώσει ολοκληρωμένους φακέλους προτάσεων, οι οποίοι θα συνοδεύονται από την εκ των προτέρων διευθέτηση μιας σειράς διοικητικών θεμάτων (π.χ. πολεοδομικά, περιβαλλοντικά, χρήσεις γης, άδειες κτλ.) τα οποία λειτουργούν μέχρι τώρα ως αντικίνητρο.
Το επενδυτικό περιβάλλον στη χώρα μας, ιδιαίτερα όσον αφορά την ανάπτυξη ακινήτων, παρουσιάζει σημαντικά εμπόδια και αντικίνητρα: υψηλή φορολογία, πολύπλοκο και συχνά μεταβαλλόμενο θεσμικό περιβάλλον, ελλείψεις και ασάφειες στη νομοθεσία, γραφειοκρατία, αργοπορία απονομής δικαιοσύνης. Υπάρχει ήδη ένας μακρύς κατάλογος επενδυτικών σχεδίων που ναυάγησαν, γιατί οι επενδυτές δεν άντεξαν τη δοκιμασία των αδειοδοτήσεων ή τις πολύχρονες δικαστικές εμπλοκές.
Υπάρχει επίσης το πικρό παράδειγμα των Ολυμπιακών Ακινήτων, τα οποία απαξιώθηκαν εξαιτίας της ελλιπούς προετοιμασίας του θεσμικού πλαισίου ως προς τις χρήσεις γης.
Εξαιτίας της γραφειοκρατίας, της πολυνομίας, αλλά και των μικροσυμφερόντων, των πελατειακών σχέσεων και της επαναστατικής γυμναστικής σε βάρος – κυρίως – των τοπικών κοινωνιών.
Επίσης, για να προχωρήσουν και να αποδώσουν στο μέγιστο των δυνατοτήτων τους οι Συμπράξεις Ιδιωτικού και Δημοσίου Τομέα, θα πρέπει να ξεπεράσουμε μια σειρά από ιδεοληψίες που κατατρύχουν την ανάπτυξη και οδηγούν, τελικά, στην απόλυτη αδράνεια.
Στην Ελλάδα οι λέξεις «ιδιώτης» και «επενδυτής» ταυτίζονται σχεδόν με τη λέξη «ξεπούλημα».
Η ταύτιση αυτή υπάρχει στο μυαλό όσων ακόμα θεωρούν την ιδιωτική πρωτοβουλία ως εκ φύσεως εχθρική προς το δημόσιο συμφέρον.
Και παγιδεύουν τις τοπικές κοινωνίες στο μαρασμό και στη μιζέρια, κρύβοντάς τους την αλήθεια: ότι το μεγαλύτερο ξεπούλημα είναι η απαξίωση της δημόσιας περιουσίας.
Είναι το να αφήνουμε υποδομές που οι πολίτες έχουν πληρώσει με τους φόρους τους να ρημάζουν και να καταρρέουν. Είναι το να στερούμε από τις τοπικές κοινωνίες έσοδα, ευκαιρίες και θέσεις εργασίας, αντί να αξιοποιούμε τα πλεονεκτήματα και τις δυνατότητές τους.
Σε αυτή την κρίσιμη για την χώρα περίοδο, οφείλουμε να κατανοήσουμε ότι δεν μπορεί να υπάρξει ανάπτυξη χωρίς ιδιωτικά κεφάλαια. Κι αυτό ισχύει ειδικά στον τομέα του τουρισμού.
Αν θέλουμε δυναμική τουριστική ανάπτυξη στα επόμενα χρόνια, πρέπει να επενδύσουμε στις στρατηγικές συνεργασίες δημοσίου και ιδιωτικού τομέα. Με ξεκάθαρους κανόνες, με διαφανείς διαδικασίες, με ένα σταθερό και ευνοϊκό επενδυτικό περιβάλλον».