Οι 360.000 άνεργοι στην Ελλάδα, που είναι εκτός εργασίας για πάνω από τέσσερα χρόνια, δεν είναι πλέον εύκολα απασχολήσιμοι, παρά μόνο ίσως μέσω ευέλικτων μορφών εργασίας, υποστηρίζει ο ΣΕΒ στο εβδομαδιαίο του δελτίο οικονομικών εξελίξεων, προσθέτοντας ότι οι εν λόγω μορφές προϋπήρχαν της κρίσης – όχι μόνο στην Ελλάδα – αλλά εντάθηκαν στη διάρκειά της.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του Συνδέσμου, το 6,8% των εργαζομένων απασχολούνται με συμβάσεις μερικής απασχόλησης, το 11,2% με συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου επειδή δεν μπορούν να βρουν δουλειά με πλήρες ωράριο ή σε μόνιμη βάση. Ταυτόχρονα, όσοι εργάζονται, δουλεύουν κατά μέσο όρο 42,3 ώρες εβδομαδιαίως, ή 1 ώρα περίπου λιγότερο από την εποχή πριν την κρίση, καθώς η μερική και εκ περιτροπής απασχόληση έχει μειώσει τις ώρες εργασίας ανά εργαζόμενο, ενώ το 30% των εργαζομένων που δουλεύουν με μερική απασχόληση το κάνουν εθελοντικά.
Σύμφωνα με τον ΣΕΒ, αιτίες για την ανάπτυξη των ευέλικτων μορφών εργασίας στην Ελλάδα είναι:
– Η εύθραυστη ανάπτυξη σε συνδυασμό με τις επερχόμενες τεχνολογικές εξελίξεις, που δημιουργεί αβεβαιότητα και οδηγεί σε προσλήψεις μερικής απασχόλησης, με όλο και συχνότερη προσφυγή σε συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου και για όλο και πιο λίγες ώρες εργασίας.
– Η διόγκωση του τουρισμού και συναφών εμπορικών δραστηριοτήτων
– Η αύξηση του μη μισθολογικού κόστους, και ιδίως των εισφορών κοινωνικής ασφάλισης, αλλά και της φορολογίας γενικότερα τα τελευταία χρόνια, σε συνδυασμό με την πτώση του κύκλου εργασιών. Αυτό έχει οδηγήσει σε μεγαλύτερη ζήτηση αυτοαπασχολούμενων, οικονομικά εξαρτημένων από έναν ή δυο εργοδότες, οι οποίοι εργάζονται ως οιονεί μισθωτοί με δελτίο παροχής υπηρεσιών σε ευέλικτες de facto μορφές εργασίας, αν και οι ασφαλιστικές εισφορές αυτών των εργαζομένων έχουν πλέον εξομοιωθεί με των μισθωτών.
«Χωρίς ενδυνάμωση των προηγμένων τεχνολογικά κλάδων που προσφέρουν δουλειές κατά κανόνα πλήρους απασχόλησης και υψηλότερων αμοιβών, όπως η βιομηχανία, η ζήτηση για ευέλικτη απασχόληση θα εξακολουθήσει να επεκτείνεται ανεξαρτήτως θεσμικών αλλαγών στα εργασιακά», καταλήγει.