Ισλαμικό ΚράτοςΙσραήλ
Αίθουσα Σύνταξης
Τμήμα ειδήσεων tribune.gr

Μίχαλος: Μοντέλο στρατηγικής συνεργασίας κράτους και επενδυτών στις αποκρατικοποιήσεις

Μίχαλος: Μοντέλο στρατηγικής συνεργασίας κράτους και επενδυτών στις αποκρατικοποιήσεις
ΔΕΙΤΕ ΠΡΩΤΟΙ ΟΛΑ ΤΑ ΝΕΑ ΤΟΥ TRIBUNE ΣΤΟ GOOGLE NEWS
Διαβάστε σχετικά για ΕΒΕΑ, Κεντρική Ένωση Επιμελητηρίων Ελλάδος, Κωνσταντίνος Μίχαλος,

Τις δυνατότητες που υπάρχουν για να βγει από την κρίση η ελληνική οικονομία και η κοινωνία παρουσίασε ο πρόεδρος της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων και του ΕΒΕΑ Κωνσταντίνος Μίχαλος, μιλώντας σε εκδήλωση του Ροταριανού Ομίλου Αμαρουσίου.

Όπως επεσήμανε ο κ. Μίχαλος:

«Ο Όμιλος Ρόταρυ υπηρετεί στην πράξη, για πάνω από έναν αιώνα, το σκοπό της εναρμόνισης του προσωπικού με το κοινό όφελος. Της επιθυμίας και της προσπάθειας για ατομική πρόοδο και ευημερία, με το καθήκον για προσφορά στο συνάνθρωπο και στο κοινωνικό σύνολο.

Ο ίδιος αυτός σκοπός έχει αναδειχθεί ως βασική αρχή του σύγχρονου επιχειρείν. Δεν μπορεί να υπάρξει μακροπρόθεσμη επιχειρηματική ανάπτυξη και κερδοφορία, μέσα σε κοινωνίες που πάσχουν. Αντίστοιχα, δεν μπορεί να υπάρξει κοινωνική ευημερία και πρόοδος, χωρίς ένα βιώσιμο επιχειρηματικό περιβάλλον, χωρίς υγιείς και δυναμικές επιχειρήσεις.

Με αυτό το σκεπτικό, η προσπάθεια να μετριάσουμε τις συνέπειες της χειρότερης κρίσης στη μεταπολεμική ιστορία της χώρας, δεν μπορεί παρά να είναι κοινή για τις επιχειρήσεις και την κοινωνία.

Κοινή – και ακόμη σημαντικότερη, ίσως – είναι η προσπάθεια να διαμορφώσουμε ένα καλύτερο αύριο. Να διασφαλίσουμε τις προϋποθέσεις για διατηρήσιμη ανάπτυξη και ευημερία στηριγμένη σε σταθερότητες βάσεις. Να διασφαλίσουμε – στο μέγιστο δυνατό βαθμό – ότι οι γενιές που έρχονται δεν θα χρειαστεί να βιώσουν τις δυσκολίες που βιώνει σήμερα η ελληνική κοινωνία.

Αυτή τη μάχη οφείλουμε και μπορούμε να τη δώσουμε μαζί. Τη δίνουμε μαζί, όλα αυτά τα χρόνια, στους τομείς της αλληλεγγύης και της κοινωνικής προσφοράς.

Η ενεργοποίηση του εθελοντισμού και η ανάληψη κοινωνικών πρωτοβουλιών, τόσο από επιχειρήσεις όσο και από φορείς όπως ο Όμιλος Ρόταρυ, λειτούργησαν ως ανάχωμα απέναντι στην κρίση. Χωρίς την ενεργοποίηση των αντανακλαστικών της ίδιας της κοινωνίας, χωρίς την προσφορά ιδιωτών – είτε σε χρήμα, είτε σε είδος, είτε σε εθελοντική εργασία – τα πράγματα στην Ελλάδα θα ήταν σήμερα πολύ χειρότερα.

Παρ’ όλα αυτά, η εθελοντική ενεργοποίηση πολιτών, επιχειρήσεων και φορέων του ιδιωτικού τομέα, δεν απαλλάσσει το κράτος από τις δικές του ευθύνες. Κυρίως, δεν αναιρεί την ανάγκη για ανάταξη και ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας.

Σε αυτό το μέτωπο, τα πράγματα παραμένουν δύσκολα, παρά τα θετικά βήματα που έχουν γίνει.

Είναι αλήθεια ότι στη διάρκεια των τελευταίων ετών, η χώρα κατάφερε να περιορίσει δραστικά τις μακροοικονομικές και δημοσιονομικές ανισορροπίες, που συνδέθηκαν με την εκδήλωση της κρίσης.

Επίσης, υλοποιήθηκαν αρκετές μεταρρυθμίσεις, οι οποίες – αν και όχι στο βάθος που θα έπρεπε – συμβάλουν στην ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας. Μεταξύ των σημαντικότερων είναι οι αλλαγές στην αγορά εργασίας, οι οποίες είχαν ως στόχο την ενίσχυση της ευελιξίας του θεσμικού πλαισίου και της κινητικότητας των εργαζομένων. Θετικά μεταρρυθμιστικά βήματα έχουν γίνει και στις αγορές προϊόντων και υπηρεσιών, με στόχο την άρση εμποδίων στον ανταγωνισμό.

Στα θετικά καταγράφεται και η ενεργοποίηση δομών που διευκολύνουν την επιχειρηματική δράση. Αναφέρομαι ειδικότερα στο Γενικό Εμπορικό Μητρώο και την Υπηρεσία Μιας Στάσης, που παρέχονται από τα Επιμελητήρια της χώρας και συμβάλουν στη βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος. Θετική εξέλιξη ήταν και η πρόσφατη ενεργοποίηση του νέου Αναπτυξιακού Νόμου, με κίνητρα για επενδύσεις σε τομείς στρατηγικής σημασίας.

Τέλος – και σημαντικότερο, ίσως όλων – είναι ότι πλέον η συντριπτική πλειοψηφία των πολιτικών δυνάμεων του τόπου, συγκλίνει στη διασφάλιση της ευρωπαϊκής πορείας της χώρας. Παρά τις επιμέρους διαφορές, η ανάδειξη μιας μεγάλης, κοινής εθνικής προτεραιότητας, είναι σημαντική κατάκτηση. Ιδιαίτερα μέσα στο όλο και πιο αβέβαιο και ρευστό περιβάλλον, που διαμορφώνεται στην Ευρώπη και στον κόσμο.

Η χρονιά που φεύγει ήταν, θα έλεγα, μια χρονιά σταθεροποίησης της ελληνικής οικονομίας, μετά την περιδίνηση στην οποία βρέθηκε το 2015.

Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του προϋπολογισμού και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, το 2017 θα είναι έτος ανάπτυξης με ρυθμό της τάξης του 2,7%. Οι εκτιμήσεις αυτές, ωστόσο, είναι αρκετά αισιόδοξες, σε σχέση με την πραγματικότητα που βιώνουν καθημερινά πολίτες και επιχειρήσεις.

Παρά τα όποια θετικά βήματα, μια σειρά από προβλήματα – με κυριότερα την υπερφορολόγηση και την έλλειψη ρευστότητας – παραμένουν. Και δημιουργούν ανυπέρβλητα εμπόδια στην ανάκαμψη της επιχειρηματικότητας και κατ’ επέκταση της ελληνικής οικονομίας.

Με το ισχύον φορολογικό καθεστώς, οι επιχειρηματίες καλούνται να καταβάλουν πάνω από το 50% των εσόδων τους σε φόρους και εισφορές, ενώ από τον Ιανουάριο του 2017 τίθενται σε ισχύ μια σειρά από νέα φορολογικά μέτρα.

Παράλληλα, καθυστερεί η διαδικασία αποκατάστασης των συνθηκών χρηματοδότησης των επιχειρήσεων από το τραπεζικό σύστημα. Το σχέδιο διαχείρισης των μη εξυπηρετούμενων δανείων δεν έχει ακόμη τεθεί σε πλήρη εφαρμογή, με αποτέλεσμα να συντηρείται ένα καθεστώς ασφυξίας στην αγορά.

Η υπέρβαση αυτών των εμποδίων, σε συνδυασμό με μια σειρά από θετικές αποφάσεις και πολιτικές – τόσο από την πλευρά της κυβέρνησης όσο και από αυτή των δανειστών – μπορεί να οδηγήσει στην επίτευξη θετικών ρυθμών ανάπτυξης στη διάρκεια του 2017.

Στο πλαίσιο αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντική η ταχύτερη δυνατή ολοκλήρωση της αξιολόγησης του τρέχοντος προγράμματος. Η εδραίωση της σταθερότητας και η αποφυγή εστιών αβεβαιότητας, είναι βασικές προϋποθέσεις για να αποκατασταθεί η επενδυτική, η επιχειρηματική και η καταναλωτική εμπιστοσύνη στην ελληνική οικονομία.

Εξίσου σημαντική συνθήκη για τη βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος είναι η αναπροσαρμογή της δημοσιονομικής πολιτικής.

Χρειάζεται αναπροσαρμογή προς την κατεύθυνση της μείωσης της φορολογίας, σε συνδυασμό με αποτελεσματικότερο έλεγχο της φοροδιαφυγής και περιορισμό των λειτουργικών δαπανών του κράτους.

Πάγιο αίτημα της αγοράς και της Επιμελητηριακής Κοινότητας, είναι η διαμόρφωση ενός σταθερού και ταυτόχρονα ανταγωνιστικού φορολογικού περιβάλλοντος, με καθιέρωση ενιαίου flat rate συντελεστή για τις επιχειρήσεις, που δεν θα ξεπερνά το 20%.

Ταυτόχρονα, θα πρέπει να δοθεί έμφαση στην αύξηση της εισπραξιμότητας των φόρων, με μέτρα όπως η κατάργηση φοροαπαλλαγών και εκπτώσεων, η παροχή κινήτρων για τη χρήση του πλαστικού χρήματος και της ηλεκτρονικής είσπραξης ΦΠΑ, καθώς και η σύσταση Ειδικού Σώματος Δίωξης για την καταπολέμηση του παραεμπορίου.

Αναγκαία συνθήκη για την ανάκαμψη της επιχειρηματικότητας η αποκατάσταση της λειτουργίας του τραπεζικού συστήματος, που περνά μέσα από την ολοκλήρωση της διαδικασίας διαχείρισης των μη εξυπηρετούμενων δανείων.

Η δημιουργία ενός δίκαιου και αποτελεσματικού πλαισίου για την εκκαθάριση των μη βιώσιμων επιχειρήσεων – με εξατομικευμένη προσέγγιση και έμφαση στην παροχή δεύτερης ευκαιρίας στον έντιμο επιχειρηματία – αποτελεί ένα δύσκολο, αλλά απαραίτητο βήμα για την εξυγίανση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος.

Είναι απαραίτητο βήμα, για να απελευθερωθούν κεφάλαια στις τράπεζες, για να αποκατασταθούν ομαλές συνθήκες χρηματοδότησης προς τις βιώσιμες επιχειρήσεις και να επιστρέψει σταδιακά η αγορά στην κανονικότητα.

Ταυτόχρονα, θα πρέπει να προχωρήσει με ταχύτερα βήματα η ολοκλήρωση των μεταρρυθμίσεων στις αγορές υπηρεσιών, στην αγορά εργασίας με εφαρμογή των βέλτιστων ευρωπαϊκών πρακτικών, αλλά και στη λειτουργία του κράτους, με στόχο την αύξηση της αποτελεσματικότητας της Δημόσιας Διοίκησης.

Τέλος, θεωρούμε απαραίτητη την εφαρμογή μιας εθνικής στρατηγικής, για την προσέλκυση ιδιωτικών κεφαλαίων. Θεωρούμε καθήκον της Πολιτείας, να κινητοποιηθεί συντεταγμένα και αποτελεσματικά για την προσέλκυση αυτών των κεφαλαίων, στη βάση ενός ολοκληρωμένου, μακροπρόθεσμου στρατηγικού σχεδιασμού.

Οι αποκρατικοποιήσεις και η αξιοποίηση της δημόσιας ακίνητης περιουσίας μπορούν, με τις κατάλληλες προϋποθέσεις, να προσθέσουν σημαντική αξία στην οικονομία.

Στο πλαίσιο αυτό, πρόταση των Επιμελητηρίων είναι να εφαρμοστεί ένα μοντέλο στρατηγικής συνεργασίας κράτους και επενδυτή, στα πρότυπα λειτουργίας του διεθνούς αεροδρομίου της Αθήνας, Ελευθέριος Βενιζέλος, στο οποίο ο ιδιώτης αναλαμβάνει το μεγαλύτερο μέρος μιας επένδυσης, με το κράτος να διατηρεί συμμετοχή όχι όμως και διαχείριση.

Αυτή τη στιγμή, υπάρχουν πολλές ώριμες επιχειρηματικές προτάσεις στην Ελλάδα, που μπορούν να αξιοποιηθούν με χρήση αυτού του μοντέλου και να δώσουν παράλληλα ένα θετικό μήνυμα στη διεθνή επενδυτική κοινότητα.

Η εφοδιαστική αλυσίδα, οι μεταφορές, η ενέργεια, ο τουρισμός είναι μερικοί από τους κλάδους στους οποίους υπάρχουν ευκαιρίες για επενδύσεις, με μακροπρόθεσμα πολλαπλασιαστικά οφέλη για την ελληνική οικονομία.

Με τολμηρές και αποτελεσματικές δράσεις στους παραπάνω τομείς, η Ελλάδα μπορεί να βγει από το τέλμα της ύφεσης και να οικοδομήσει μια ανάπτυξη, η οποία θα είναι διατηρήσιμη, στηριγμένη σε υγιείς βάσεις και προσαρμοσμένη στις απαιτήσεις της σύγχρονης, παγκοσμιοποιημένης οικονομίας.

Στην αιχμή αυτής της ανάπτυξης, δεν μπορούν παρά να βρίσκονται οι ελληνικές επιχειρήσεις, οι οποίες εδώ και χρόνια δίνουν με επιμονή και δυναμισμό τη μάχη απέναντι στην κρίση.

Η Επιμελητηριακή Κοινότητα – την οποία έχω την τιμή να υπηρετώ για πάνω από δύο δεκαετίες – θα συνεχίσει να εκπροσωπεί με υπερηφάνεια τις επιχειρήσεις αυτές και να διεκδικεί για λογαριασμό τους ένα γόνιμο επιχειρηματικό περιβάλλον. Ένα περιβάλλον στο οποίο θα μπορούν να αναπτύσσονται, να δημιουργούν αξία για την οικονομία, να προσφέρουν και να στηρίζουν την ελληνική κοινωνία».

Σχετικά άρθρα