Αντισταθμιστικά μέτρα, με στόχο τη μερική ανακούφιση από την απώλεια εισοδήματος που είχαν συνταξιούχοι με την κατάργηση του ΕΚΑΣ προανήγγειλε, μιλώντας στο «Πρακτορείο 104,9 fm», ο υπουργός Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, Γιώργος Κατρούγκαλος.
«Την ερχόμενη εβδομάδα, γι’ αυτούς που έχασαν τώρα το ΕΚΑΣ και δεν μπορούμε να τους ζητήσουμε να περιμένουν μέχρι το τέλος του 2018, οπότε με τον επανυπολογισμό θα δουν και αυτοί αυξήσεις στις συντάξεις τους, πρόκειται να ανακοινώσουμε μέτρα, τα οποία θα ανακουφίσουν σε έναν βαθμό τις απώλειες εισοδήματος που είχαν», ανέφερε ο υπουργός στην εκπομπή «Δύο στις 12», σημειώνοντας ότι το ΕΚΑΣ δεν ήταν αντικείμενο της διαπραγμάτευσης στο πλαίσιο της ασφαλιστικής μεταρρύθμισης και ότι «δυστυχώς ήταν από τα πράγματα που δεν μπορέσαμε να υπερασπίσουμε τον Ιούλιο (σσ του 2015) και την κατάργηση του ΕΚΑΣ την ψήφισε και η ΝΔ, και το ΠΑΣΟΚ και το Ποτάμι, που τώρα δημαγωγούν».
Σε ό,τι αφορά τις μειώσεις των επικουρικών συντάξεων, υπενθύμισε ότι «μόνο στις περιπτώσεις που το άθροισμα της κύριας σύνταξης και της επικουρικής είναι πάνω από 1.300 ευρώ πρόκειται να γίνει επανυπολογισμός, κάτι που αφορά περίπου 200.000 έως 220.000 επικουρικές συντάξεις, θίγει επομένως το 10% όλων των συνταξιούχων ή το 20% αυτών που παίρνουν επικουρική». Διευκρίνισε, δε, ότι η αυτή αναπροσαρμογή θα γίνει σε μερικούς συνταξιούχους τον Αύγουστο και σε άλλους τον Σεπτέμβριο, «δεν πρόκειται να γίνει σε μία φάση, γιατί υπάρχουν δυσκολίες στον επανυπολογισμό από τις υπηρεσίες».
«Μπορέσαμε να σώσουμε τις κύριες συντάξεις, που αποτελούν το βασικό εισόδημα των συνταξιούχων και αυτή ήταν μία δέσμευση που μπορέσαμε και την κρατήσαμε» επεσήμανε ο κ. Κατρούγκαλος και εξήγησε: «Κάποιες διαφορές, μερικών ευρώ, που θα έχουν δει και αυτοί που παίρνουν κύρια σύνταξη, οφείλονται στο ότι άλλαξε ο τρόπος παρακράτησης του φόρου και έτσι δεν θα πληρώσουν καθόλου φόρο όσοι πλήρωναν στο παρελθόν στο τέλος του χρόνου, δεν είναι μείωση της σύνταξης καθεαυτής».
Ο υπουργός Εργασίας εξέφρασε την ικανοποίησή του για τα σημεία στα οποία συμφώνησαν οι κοινωνικοί εταίροι σχετικά με τα εργασιακά, τονίζοντας: «Το γεγονός ότι έχουμε μία συμφωνία στον ελάχιστο κοινό παρονομαστή είναι ένα όπλο που εμείς θα το αξιοποιήσουμε ιδιαίτερα στην διαπραγμάτευση».
«Για πρώτη φορά στη διαπραγμάτευση για τα εργασιακά δεν αμυνόμαστε απλώς», σημείωσε και πρόσθεσε: «Εμείς, θετικά και επιθετικά, θέσαμε το ζήτημα να επιστρέψουν οι συλλογικές διαπραγματεύσεις, να αποφασίζουν, δηλαδή, οι ίδιοι οι κοινωνικοί εταίροι -εργαζόμενοι και εργοδότες- για τον μισθό τους και να μην αποφασίζεται αυτός με απόφαση του κράτους και μάλιστα να αποφασίζεται στα ελάχιστα αυτά πλαίσια, που έχουμε δει την τελευταία πενταετία».
«Θέλουμε να ξαναγυρίσουμε στο ευρωπαϊκό κοινωνικό μοντέλο, στην ευρωπαϊκή κανονικότητα και αυτό, λοιπόν, το έχουμε θέσει ως στόχο της διαπραγμάτευσης, πετύχαμε να συνδυάζεται αυτός ο στόχος με μέτρα που καθιστούν εφικτή την ευόδωση της προσπάθειάς μας, κυρίως το ότι η Διεθνής Οργάνωση Εργασίας, που αποτελεί τον πιο φιλικό στα κοινωνικά δικαιώματα διεθνή οργανισμό, θα σχολιάσει τα πορίσματα της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων που έχει συσταθεί και επίσης προσπαθούμε να στήσουμε ένα αρραγές εσωτερικό κοινωνικό μέτωπο, όπως κάναμε με την κοινή δήλωση των εταίρων και αντίστοιχα να ενισχύσουμε τα διεθνή ερείσματα της χώρας», υπογράμμισε ο υπουργός.
«Πρέπει να πάψουν να ζουν οι εργαζόμενοι σε μία εργασιακή ζούγκλα. Πρέπει να γυρίσουν οι βασικοί κανόνες προστασίας του ατομικού και συλλογικού εργατικού δικαίου, πρέπει ξαναγυρίσουν οι συλλογικές διαπραγματεύσεις. Αυτά θα τα πετύχουμε τον Σεπτέμβρη», επεσήμανε.