Αισιόδοξος για την πορεία της ελληνικής οικονομίας εμφανίστηκε από το βήμα του ΕΒΕΑ κατά τις εργασίες του Διοικητικού Συμβουλίου του Επιμελητηρίου ο Διοικητής της Τραπέζης της Ελλάδος κ. Γιάννης Στουρνάρας.
Ο κ. Στουρνάρας εξέφρασε τη βεβαιότητα ότι τον επόμενο χρόνο θα έχουν εξοφληθεί πλήρως οι ληξιπρόθεσμες οφειλές του Δημοσίου προς τον ιδιωτικό τομέα, που φτάνουν τα 7 δισ. ευρώ, γεγονός που θα αυξήσει τη ρευστότητα στην αγορά.
Προλογίζοντας τον Διοικητή της ΤτΕ, ο πρόεδρος του ΕΒΕΑ κ. Κωνσταντίνος Μίχαλος επεσήμανε:
«Η ελληνική οικονομία, για να βγει από την ύφεση, χρειάζεται ρευστότητα και κεφάλαια τα οποία θα κατευθυνθούν σε νέες παραγωγικές επενδύσεις. Ο στόχος αυτός απαιτεί υπεύθυνη πολιτική διακυβέρνηση, αλλά και ένα σταθερό, αξιόπιστο και αποτελεσματικό χρηματοπιστωτικό τομέα.
Ο ρόλος της Τράπεζας της Ελλάδος στη διασφάλιση αυτών των προϋποθέσεων είναι καθοριστικός.
Στις δύσκολες καταστάσεις που βίωσε η χώρα και η ελληνική οικονομία στη διάρκεια του προηγούμενου έτους, η Τράπεζα της Ελλάδος ανταποκρίθηκε με υπευθυνότητα, με σοβαρότητα και συνέπεια.
Τώρα, καλείται να συμβάλει στο μέτρο των αρμοδιοτήτων της:
– στην αποκατάσταση της σταθερότητας και της εμπιστοσύνης στο τραπεζικό σύστημα
– στην αναβάθμιση των συνθηκών ρευστότητας στην πραγματική οικονομία
– στη διευκόλυνση της πρόσβασης των ελληνικών επιχειρήσεων σε κεφάλαια, με ανταγωνιστικό κόστος.
Αναδιάρθρωση μη εξυπηρετούμενων δανείων
– Είναι μια δύσκολη, αλλά απαραίτητη διαδικασία, προκειμένου να απελευθερωθούν κεφάλαια και να χορηγηθούν νέα δάνεια για τη χρηματοδότηση της ιδιωτικής πρωτοβουλίας.
– Όσο συνεχίζεται η εκκρεμότητα, η αγορά στερεύει από ρευστότητα και αυξάνεται διαρκώς ο όγκος των μη εξυπηρετούμενων δανείων.
– Χρειάζονται αποτελεσματικά πλαίσια συντονισμού:
o Μεταξύ των τραπεζών, για κοινή δράση σε σημαντικούς για την οικονομία κλάδους.
o Μεταξύ των τραπεζών και όλων των άλλων εμπλεκόμενων μερών – Τράπεζα της Ελλάδος, Υπουργεία και ΤΧΣ – ώστε να υπάρχει ολοκληρωμένη αντιμετώπιση και να περιοριστούν οι γραφειοκρατικές εμπλοκές και καθυστερήσεις σε επίπεδο τεχνικής υλοποίησης.
– Μικρές επιχειρήσεις: οι επιχειρήσεις που απασχολούν έως 9 άτομα παρέχουν το 60% της απασχόλησης στην Ελλάδα. Το χαρτοφυλάκιό τους αφορά δάνεια περίπου 20 δισ. ευρώ στο τραπεζικό σύστημα. Η διάσωση του εν λόγω χαρτοφυλακίου είναι εξαιρετικά σημαντική για την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας και τη συγκράτηση της ανεργίας.
o Ο νόμος Δένδια (Ν. 4307/2014) εισήγαγε τη συνολικότερη αντιμετώπιση του ληξιπρόθεσμου χρέους επιχειρήσεων. Για να αξιοποιηθεί αποτελεσματικότερα στην πράξη αυτή η δυνατότητα, χρειάζεται βελτίωση: με πρόβλεψη για την αυτόματη απομείωση των οφειλών προς Δημόσιο και Ασφαλιστικούς φορείς, εφόσον επιτευχθεί συμφωνία αναδιάρθρωσης χρέους με την πλειοψηφία των πιστωτών. Το ποσοστό της απομείωσης θα είναι ανάλογο με την τυχόν απομείωση των οφειλών προς τις τράπεζες και το υπόλοιπο να ρυθμίζεται σε μηνιαίες δόσεις.
– Μεσαίες και μεγάλες επιχειρήσεις: χρειάζεται συντονισμός ώστε να στηριχθούν οι βιώσιμες επιχειρήσεις, οι οποίες περιήλθαν σε αδυναμία εξυπηρέτησης του δανεισμού τους λόγω της κρίσης. Είναι εξαιρετικά σημαντικό να διαμορφωθούν όροι οι οποίοι θα διασφαλίζουν τη λειτουργία του ανταγωνισμού.
o Χρειάζεται αντιμετώπιση των περιπτώσεων ανά κλάδο και όχι μεμονωμένα.
o Πρέπει να προστατευθούν επιχειρήσεις οι οποίες αποδεδειγμένα ανήκουν σε κλάδους που έχουν πληγεί σημαντικά από την κρίση, αλλά παραμένουν βιώσιμοι. Επίσης, κριτήριο οφείλει να αποτελέσει και η συνέπεια της επιχείρησης στις υποχρεώσεις της πριν και κατά το ξεκίνημα της κρίσης.
o Να εντοπιστούν και να αντιμετωπιστούν ιεραρχικά οι περιορισμοί και τα εμπόδια που υπάρχουν στην αναδιάρθρωση των μεγάλων εταιρικών χρεών (νομικά και κανονιστικά, φορολογικά και λογιστικά)
o Καθιστώντας τη διαδικασία φορολογικά ουδέτερη και περιορίζοντας τις παράπλευρες απώλειες για τις τράπεζες, αυξάνονται οι πιθανότητες αποτελεσματικής εφαρμογής του πλαισίου.
o Για λόγους διασφάλισης δίκαιων όρων ανταγωνισμού, αλλά και προς το συμφέρον των ίδιων των πιστωτικών ιδρυμάτων, θα ήταν σκόπιμο να υπάρξουν κίνητρα επιβράβευσης των συνεπών δανειστών, ώστε να συνεχίσουν να ανταποκρίνονται στις υποχρεώσεις τους.
– Απαιτείται η περαιτέρω τροποποίηση του Πτωχευτικού Νόμου για τις μεγάλες και μεσαίες επιχειρήσεις προκειμένου να διευκολυνθεί περαιτέρω η διαδικασία των αναδιαρθρώσεων.
– Να θεσμοθετηθεί υποχρεωτική και χαμηλού κόστους εξωδικαστική διαδικασία αντιμετώπισης των διαφορών μεταξύ τράπεζας και επιχείρησης, πριν από οποιαδήποτε δικαστική διαδικασία. Στο πλαίσιο αυτό μπορούν να αξιοποιηθούν οι σχετικές δομές που έχουν αναπτυχθεί από επιμελητήρια, π.χ. Κέντρο Διαμεσολάβησης ΕΒΕΑ.
– Να εξεταστεί η δυνατότητα αξιοποίησης των Επιμελητηρίων, τα οποία διαθέτουν άμεση γνώση της αγοράς και εμπειρία σε οικονομοτεχνικά θέματα:
o Σε ρόλο ανεξάρτητων συμβούλων για τις επιχειρήσεις, με σκοπό τη διαμόρφωση βιώσιμου επιχειρηματικού πλάνου, αλλά και τη διαμεσολάβηση ανάμεσα σε τράπεζες και δανειολήπτες.
o Σε ρόλο διαμεσολαβητή κατά τη διαδικασία αξιολόγησης των επιχειρήσεων των οποίων τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια θα μεταβιβασθούν στα νέα σχήματα, με τη συμμετοχή τραπεζών και διεθνών fund.
Κίνδυνος από τον αφελληνισμό των συστημικών τραπεζών
– Οφείλει να μας απασχολήσει το ενδεχόμενο μεταφοράς του ελέγχου του ελληνικού τραπεζικού συστήματος σε κέντρα εκτός Ελλάδας.
– Ο κίνδυνος δεν βρίσκεται στο «εκτός Ελλάδας» αλλά στη φύση των επενδυτικών σχημάτων που εμπλέκονται. Δεν πρόκειται για ξένους θεσμικούς επενδυτές, με μακροχρόνιο ορίζοντα και στρατηγικό σχεδιασμό, αλλά για distress funds που εξ ορισμού αποτελούν ευκαιριακά επενδυτικά σχήματα.
– Σε συνάρτηση με τη διαδικασία διαχείρισης των μη εξυπηρετούμενων επιχειρηματικών δανείων, είναι εμφανής ο κίνδυνος να περάσει σε αυτού του είδους τα επενδυτικά σχήματα ο έλεγχος ενός μεγάλου μέρους της ελληνικής οικονομίας.
– Είναι επίσης ανησυχητικό το γεγονός ότι αποκλείονται από τα διοικητικά συμβούλια των συστημικών τραπεζών επιχειρηματίες και άνθρωποι που μπορούν να μεταφέρουν την πραγματική εικόνα της αγοράς: των αναγκών και των δυνατοτήτων των ελληνικών επιχειρήσεων»
Αισιόδοξος για την πορεία της ελληνικής οικονομίας ο Γ. Στουρνάρας
Κατά τη διάρκεια της ομιλίας του, ο κ. Στουρνάρας εμφανίστηκε αισιόδοξος για την πορεία της ελληνικής οικονομίας και προέβλεψε θετικό ρυθμό ανάπτυξης το β’ εξάμηνο του τρέχοντος έτους, με το 2016 πάντως να κλείνει αρνητικά στο 0,3% αλλά και ανάπτυξη 2,5% και 3% για το 2017 και 2018 αντίστοιχα.
Ευχάριστη έκπληξη, χαρακτήρισε ο Διοικητής της ΤτΕ, τα δημοσιονομικά μεγέθη προβλέποντας πρωτογενές πλεόνασμα της Γενικής Κυβέρνησης το τρέχον έτος στο 0,9%.
Επιπρόσθετα, ο κ. Στουρνάρας έκανε λόγο για σημαντική αύξηση εσόδων από έμμεσους φόρους, γεγονός που απέδωσε στις ηλεκτρονικές συναλλαγές, που αποκάλυψαν σημαντική φορολογητέα ύλη. Μάλιστα, όπως ανέφερε, όλες οι επιχειρήσεις πρέπει να έχουν P.O.S., καθώς η αύξηση κατά 20% των ηλεκτρονικών συναλλαγών έφερε σημαντικά φορολογικά έσοδα, Και αν αυξηθεί καθολικά το ποσοστό των ηλεκτρονικών συναλλαγών στη χώρα μας, ενδεχομένως δε θα χρειαστεί να εφαρμοστούν οι νέοι φόροι.
Θετικά ήταν τα μηνύματα που έστειλε ο κ. Στουρνάρας και από το μέτωπο των μη εξυπηρετούμενων δανείων, τονίζοντας ότι υπάρχουν προϋποθέσεις για μείωση κατά 40 δισ. ευρώ των κόκκινων δανείων μέχρι το τέλος του 2018.
Ο διοικητής της ΤτΕ μάλιστα συμφώνησε με την πρόταση του ΕΒΕΑ για την εξωδικαστική επίλυση των μη εξυπηρετούμενων δανείων.
Όσον αφορά τις καταθέσεις, ο κ. Στουρνάρας τόνισε ότι μετά την ολοκλήρωση της αξιολόγησης αυξήθηκαν κατά 2 δισ. ευρώ, αναφέροντας ακόμη ότι υπάρχουν σε «στρώματα» 15 έως 20 δισ. ευρώ, που θα γίνει προσπάθεια να κατευθυνθούν στις τράπεζες σταδιακά όσο προχωρά η άρση των capital controls.
Τέλος, εκτίμησε ότι το Brexit θα έχει σχεδόν μηδενική αρνητική επίπτωση στη χώρα μας, καθώς και ότι θα δοθεί λύση στο πρόβλημα των ιταλικών τραπεζών.