Την ικανοποίησή του για το κλείσιμο της αξιολόγησης εξέφρασε ο πρόεδρος του ΣΕΒ Θεόδωρος Φέσσας, ο οποίος ωστόσο επανέλαβε τον προβληματισμό εάν με τα μέτρα που ψήφισε η κυβέρνηση θα έρθουν στη χώρα ξένες επενδύσεις.
Μιλώντας στο βιομηχανικό συνέδριο που πραγματοποιείται στην Αθήνα, παρουσία του πρώην πρωθυπουργού της Ολλανδίας Γιαν Πέτερ Μπαλκενέντε, ο πρόεδρος του ΣΕΒ υπογράμμισε ότι η Ελλάδα μπορεί να αξιοποιήσει την ευκαιρία που διανοίγεται («Δύσκολα, αλλά μπορούμε», είπε συγκεκριμένα), για τέσσερις λόγους:
•Η ποσοτική χαλάρωση και η πτώση των διεθνών τιμών πρώτων υλών,
•Η ευρύτερη πολιτική αποδοχή και κοινωνική ωρίμανση, ότι δηλαδή η παραμονή στην Ευρωζώνη είναι η μόνη βιώσιμη λύση,
•Τα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα της χώρας,
•Η βιομηχανία και οι επιχειρήσεις είναι ακόμη εδώ παρά τις πρωτοφανείς δυσκολίες που αντιμετωπίζουν τα τελευταία χρόνια.
Ο Θεόδωρος Φέσσας επανέλαβε ότι σήμερα όσο ποτέ, χρειαζόμαστε τις επιχειρήσεις και τις ιδιωτικές επενδύσεις, αλλά για να πείσουμε κάποιον να επενδύσει στην Ελλάδα, πρέπει όλοι μας, πολιτεία, επιχειρήσεις, εργαζόμενοι και κοινωνία, να βελτιωνόμαστε διαρκώς, να είμαστε πιο ανταγωνιστικοί και πιο παραγωγικοί. «Οι βιομηχανικοί και κλαδικοί σύνδεσμοι, είπε, έχουμε συμφωνήσει σε ένα κοινό πλαίσιο δράσεων που θεωρούμε ως το ελάχιστο πλαίσιο συνεννόησης με την Πολιτεία» που περιλαμβάνει τρεις πυλώνες:
1. Έναν οδικό Χάρτη για την ανάπτυξη με περισσότερες από 100 προτάσεις για την βιομηχανία, την πρόσβαση στη χρηματοδότηση, την καινοτομία τις εξαγωγές, τις δεξιότητες, τις αδειοδοτήσεις, την ταχύτητα απονομής δικαιοσύνης, την χωροταξία, την λειτουργία της αγοράς και τις δημόσιες προμήθειες.
2. «Έξυπνες» φορολογικές πολιτικές για την προσέλκυση επενδύσεων και την αύξηση των δημοσίων εσόδων.
3. Κλαδικές πολιτικές σε κρίσιμους βιομηχανικούς κλάδους (όπως αγροδιατροφή, φαρμακοβιομηχανία, logistics, μέταλλα και κατασκευές, ενέργεια, περιβάλλον).
Ο Θ. Φέσσας τόνισε ότι ο ΣΕΒ δεν έχει πολιτική ατζέντα και δεν συμμετέχει σε κομματικές αντιπαραθέσεις, αλλά μένει σταθερός στις απόψεις του «πολλές φορές ενάντια ακόμη και σε επιμέρους δικά μας συμφέροντα». «Το αποδείξαμε, είπε, με την στάση μας, όταν συναινέσαμε στην προσωρινή αύξηση των εργοδοτικών εισφορών, για το κοινό καλό, παρά την επιβάρυνση του ήδη υψηλού μη μισθολογικού κόστους, προσδοκώντας ότι έτσι θα έκλεινε η αξιολόγηση τον περασμένο Ιανουάριο».
Δήλωσε, ωστόσο, ότι ο ΣΕΒ διαφωνεί ριζικά με το μίγμα πολιτικής που συνοδεύει την πρώτη αξιολόγηση, γιατί συμπιέζει τις παραγωγικές δυνάμεις, δεν διευρύνει την φορολογική βάση και δεν περιορίζει περιττές και ανορθολογικές δαπάνες του κράτους, δεν αναλαμβάνει την ιδιοκτησία των αναγκαίων μεταρρυθμίσεων και δεν πετυχαίνει την πραγματική στήριξη των ασθενέστερων. «Με αυτό το μίγμα πολιτικής, είπε, αποθαρρύνονται οι επενδυτές, ενώ αρκετοί εξωθούνται στην παραοικονομία και άλλοι στην έξοδο από τη χώρα».
Ο πρόεδρος του ΣΕΒ απαρίθμησε σειρά βιομηχανικών κλάδων που παρουσιάζουν επενδυτικό ενδιαφέρον στη χώρα μας πέρα από τον τουρισμό και τα logistics, όπως η μεταλλουργία, η ενέργεια, η περιβαλλοντική βιομηχανία, τα δομικά υλικά, η πληροφορική, η φαρμακευτική βιομηχανία, τα τρόφιμα. «Οι αριθμοί λένε ότι αν η χώρα μας καταφέρει να συγκλίνει με τους ευρωπαϊκούς βιομηχανικούς δείκτες, τότε, θα δημιουργηθούν πάνω από μισό εκατομμύριο άμεσες και έμμεσες θέσεις εργασίας, θα διπλασιαστούν οι εξαγωγές μας και θα αυξηθεί η καινοτομία», τόνισε. «Έστω και μέρος από τα παραπάνω να πετύχουμε, δεν θα χρειαστούν ούτε «κόφτης» ούτε άλλα υφεσιακά μέτρα