Στους λόγους που στην Ελλάδα αποτυγχάνουν διαχρονικά τα προγράμματα αποκρατικοποιήσεων, αναφέρθηκε ο πρόεδρος της ΚΕΕ και του ΕΒΕΑ Κωνσταντίνος Μίχαλος, μιλώντας στο Διοικητικό Συμβούλιο του Επιμελητηρίου, παρουσία του προέδρου του ΤΑΙΠΕΔ Στέργιου Πιτσιόρλα.
Η τοποθέτηση του Κ. Μίχαλου:
«Στην Ελλάδα εφαρμόζονται – θεωρητικά, τουλάχιστον – προγράμματα αποκρατικοποιήσεων εδώ και πάνω από 25 χρόνια. Στην πράξη ένα ελάχιστο ποσοστό αυτών των προγραμμάτων έχει τελεσφορήσει.
Θα περίμενε κανείς ότι, με δεδομένη τη δημοσιονομική κρίση που αντιμετωπίζει η χώρα τα τελευταία χρόνια, η αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας θα ετίθετο σε πρώτη προτεραιότητα.
Θα περίμενε κανείς έμφαση στις αποκρατικοποιήσεις, όχι μόνο για να αντλήσει έσοδα το ελληνικό δημόσιο, αλλά και για να δημιουργηθούν νέες αναπτυξιακές δυνατότητες. Για να κινητοποιηθούν πρόσθετες επενδύσεις, γύρω από κάθε αποκρατικοποίηση. Για να προκύψουν νέες άμεσες και έμμεσες θέσεις εργασίας. Για να εισέλθει πρόσθετη τεχνογνωσία και καινοτομία. Για να τονωθεί ο ανταγωνισμός σε κρίσιμες αγορές. Για να αναβαθμιστούν ολόκληρες περιοχές, για να τονωθούν τοπικές οικονομίες.
Όλες οι κυβερνήσεις των τελευταίων ετών ανέλαβαν συγκεκριμένες δεσμεύσεις και υποχρεώσεις για τις αποκρατικοποιήσεις, στο πλαίσιο των Μνημονίων. Ακούσαμε εξαγγελίες και φιλόδοξους στόχους, ξεκινώντας από τα 54 δισ. ευρώ σε βάθος τριετίας, που είχε προβλέψει η κυβέρνηση Γ. Παπανδρέου.
Παρά τις προσπάθειες του ΤΑΙΠΕΔ, στην πράξη δεν ολοκληρώθηκε παρά ένα μικρό ποσοστό από τις προγραμματισμένες αποκρατικοποιήσεις. Οι στόχοι για τα έσοδα μειώνονται διαρκώς και πάλι δεν επιτυγχάνονται.
Σύμφωνα με τα στοιχεία εκτέλεσης του Προϋπολογισμού, τα έσοδα από αποκρατικοποιήσεις το 2015 υστέρησαν τόσο έναντι των εκτιμήσεων για το ίδιο έτος, όσο και έναντι του 2014.
Ο στόχος που είχε συμπεριληφθεί στο 3ο Μνημόνιο, για έσοδα 6,4 δισ. ευρώ από αποκρατικοποιήσεις για την περίοδο 2015 – 2017 έχει ήδη μπει στην άκρη. Και μιλάμε πλέον για 5,8 δις ευρώ ως το 2018, με βάση τις πληροφορίες για τη νέα συμφωνία.
Στο μεταξύ, όμως, ανεβαίνει διαρκώς ο λογαριασμός για τους φόρους. Μέσα στους επόμενους 18 μήνες, θα πληρώσουμε πάνω από 4 δισ. ευρώ σε νέους φόρους: νέα κλίμακα επαγγελματιών, αύξηση φόρου σε μερίσματα και Μικρομεσαίες Επιχειρήσεις, νέοι έμμεσοι φόροι στον τουρισμό, σε καταναλωτικά αγαθά.
Είναι πρόκληση να συνεχίζονται οι αστοχίες και οι καθυστερήσεις στο πρόγραμμα αποκρατικοποιήσεων και την ίδια ώρα να γονατίζει η πραγματική οικονομία από τους φόρους.
Οι λόγοι αποτυχίας των προγραμμάτων αποκρατικοποιήσεων σαφώς ξεπερνούν τις αρμοδιότητες και τις δυνατότητες του ΤΑΙΠΕΔ. Σχετίζονται, βεβαίως, με την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας τα τελευταία χρόνια: με την ύφεση και κυρίως με την αβεβαιότητα, που αποθαρρύνει τους υποψήφιους επενδυτές. Σχετίζονται με το ασταθές φορολογικό περιβάλλον, με τον τρόπο λειτουργίας της διοίκησης, αλλά και με την κυρίαρχη πολιτική κουλτούρα.
Έχουμε ένα γραφειοκρατικό και δαιδαλώδες πλαίσιο διενέργειας των διαγωνισμών. Διυπουργική Επιτροπή, προκήρυξη διαδικασίας, δημοσιεύσεις και προσκλήσεις δεσμευτικού και μη ενδιαφέροντος, διαβουλεύσεις για την οριστικοποίηση των συμβατικών όρων, ανάδειξη προσωρινού επενδυτή, εγκρίσεις από το Ελεγκτικό Συνέδριο και μια ατελείωτη ακόμη σειρά εγκρίσεων και διαδικασιών, ανάλογα με το είδος της αποκρατικοποίησης. Και σε όλα αυτά, προστίθενται συνήθως διαφωνίες, προσφυγές, ενστάσεις υποψηφίων κτλ.
Αυτός ο διοικητικός λαβύρινθος έχει χτιστεί στη βάση μιας στρεβλής αντίληψης για την προστασία του δημοσίου συμφέροντος και της δημόσιας περιουσίας: του περιβάλλοντος, των αρχαιολογικών μνημείων, της πολιτιστικής κληρονομιάς, αλλά και των κεκτημένων της μιας ή της άλλης επαγγελματικής ομάδας.
Είναι μια αντίληψη που θεωρεί την ιδιωτική πρωτοβουλία ως εκ φύσεως εχθρική προς την κοινωνία και το συλλογικό συμφέρον. Μια αντίληψη που θεωρεί ότι η ανάπτυξη, οι θέσεις εργασίας, τα εισοδήματα και οι ευκαιρίες θα προκύψουν από κάποιο θαύμα. Θα προκύψουν με ευχολόγια και όχι με τη δημιουργία των απαραίτητων συνθηκών.
Για να ολοκληρωθεί η αποκρατικοποίηση του ΟΛΠ χρειάστηκαν πάνω από δύο χρόνια. Το Ελληνικό βρίσκεται σε εκκρεμότητα εδώ και 12 χρόνια. Το Αφάντου στη Ρόδο, ο Αστέρας και άλλες αποκρατικοποιήσεις έχουν βαλτώσει. Οι ενδιαφερόμενοι επενδυτές, όση υπομονή κι αν έχουν στο τέλος εγκαταλείπουν την προσπάθεια. Σπουδαία περιουσιακά στοιχεία του κράτους απαξιώνονται.
Γι’ αυτούς ακριβώς τους λόγους, είμαστε επιφυλακτικοί και ως προς την αποτελεσματικότητα του νέου σχήματος στο οποίο θα ενταχθεί το ΤΑΙΠΕΔ. Η σύσταση του ΤΑΕ μπορεί να αποτελέσει ένα θετικό βήμα, δεν θα λύσει όμως το πρόβλημα εάν δεν υπάρξει ουσιαστική πολιτική βούληση για την άρση των γραφειοκρατικών εμποδίων. Δεν θα λύσει το πρόβλημα, εάν δεν διασφαλιστεί μια πραγματικά ανεξάρτητη και επαγγελματική διαχείριση των περιουσιακών στοιχείων, χωρίς αδικαιολόγητες πολιτικές παρεμβάσεις.
Δεν θα λύσει – κυρίως – το πρόβλημα, εάν δεν αλλάξει επιτέλους η αντίληψη που θεωρεί ότι κάθε σχεδιαζόμενη επένδυση είναι ευκαιρία για επαναστατική γυμναστική και μικροπολιτικά παιχνίδια.
Πρέπει επιτέλους να τελειώνουμε με τη διγλωσσία: αν θέλουμε αποκρατικοποιήσεις, πρέπει να πάψουμε να δημιουργούμε και να συντηρούμε εμπόδια.
Ειδικά για την περιοχή της Αττικής, είναι κρίσιμης σημασίας η αξιοποίηση του παραλιακού μετώπου. Έχουμε μια ακτογραμμή 70 χιλιομέτρων από το Φάληρο μέχρι το Σούνιο. Υπάρχει η προοπτική να μετατραπεί σε Αθηναϊκή Ριβιέρα, με αρχές βιώσιμης ανάπτυξης. Υπάρχει η δυνατότητα να εκτιναχθεί η επιχειρηματικότητα, να δημιουργηθούν χιλιάδες θέσεις εργασίας, να ενισχυθεί ο τουρισμός και να αναπτυχθούν δεκάδες κλάδοι και επαγγέλματα.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η Μαρίνα Φλοίσβου: από μια υποβαθμισμένη και χωρίς υποδομές μαρίνα, έχει μετατραπεί σε πόλο έλξης για όλο σχεδόν το λεκανοπέδιο. Αποδίδει ενοίκια ύψους 6,5 εκατ. ευρώ ετησίως, πέραν του ΦΠΑ και των φόρων που καταβάλουν οι χρήστες και οι επιχειρήσεις της μαρίνας.
Η ιδιωτική πρωτοβουλία είναι ο μόνος δρόμος για την αξιοποίηση των δυνατοτήτων του αθηναϊκού παραλιακού μετώπου. Χρειάζεται εντατικοποίηση των ενεργειών για την ολοκλήρωση των αποκρατικοποιήσεων που βρίσκονται σε εκκρεμότητα. Με πρώτη βεβαίως αυτή του Ελληνικού, που θα δώσει ώθηση για την κινητοποίηση νέων μεγάλων επενδύσεων. Είναι πραγματικά έγκλημα ένα τόσο πολύτιμο περιουσιακό στοιχείο του Δημοσίου να μένει αναξιοποίητο για πάνω από δέκα χρόνια.
Χρειάζεται ένα σύγχρονο θεσμικό πλαίσιο για την ανάπλαση του παραλιακού μετώπου, που θα προβλέπει νέες χρήσεις και ταχύτερες διαδικασίες για την υλοποίηση επενδύσεων. Με ένα τέτοιο πλαίσιο και με αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας που βρίσκεται στην περιοχή, το παραλιακό μέτωπο της Αττικής μπορεί να αλλάξει πρόσωπο, δημιουργώντας υπεραξία για την εθνική οικονομία και για τους πολίτες».