«Η εμπιστοσύνη ανακτήθηκε αποτελεσματικώς, πρώτα από όλα από την ελληνική κυβέρνηση, η οποία σήμερα συνδιαλέγεται με τους θεσμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε κλίμα συνεργασίας», υπογραμμίζει ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Mάριο Ντράγκι, σε συνέντευξή του στην ιταλική εφημερίδα «Il Sole 24 Ore», ενώ σημειώνει ότι «η βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους απαιτεί μια ελάφρυνσή του».
«Η διαδικασία ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών θα ξεκινήσει σύντομα, μόλις δημοσιευθούν τα στοιχεία της εκτίμησής μας (σ.σ. ανακοινώθηκαν το Σάββατο). Δεν νομίζω, λοιπόν, ότι έχει μείνει ένας απόηχος έλλειψης εμπιστοσύνης. Ήταν, βέβαια, ένα άλλο πολύ δύσκολο τεστ που η νομισματική ένωση μπόρεσε να αντιμετωπίσει και να ξεπεράσει. Είναι νωρίς για να πούμε έναν οριστικό λόγο, αλλά αν σήμερα συγκρίνουμε τον τωρινό διάλογο με την ελληνική κυβέρνηση με εκείνον προ πενταμήνου ή εξαμήνου, διαπιστώνουμε ότι υπάρχει μεγάλη διαφορά», τονίζει ο κ. Ντράγκι.
Όταν ερωτάται, εξάλλου, για το πώς θα πρέπει να πραγματοποιηθεί η αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους ο επικεφαλής της ΕΚΤ απαντά:
«Το ελληνικό χρέος είναι βιώσιμο αν, πρώτα από όλα, η κυβέρνηση εφαρμόσει τις υποχρεώσεις του προγράμματος που υπέγραψε, αναλαμβάνοντας την ευθύνη, την “κυριότητα” του προγράμματος. Δεύτερον, η βιωσιμότητα του χρέους απαιτεί μια ελάφρυνσή του. Και το τελευταίο αυτό πρέπει να είναι μεγέθους ανάλογου ώστε να απομακρύνει κάθε αμφιβολία σχετικά με την μελλοντική βιωσιμότητα του ίδιου του χρέους, όταν η πρώτη προϋπόθεση θα έχει βρει εφαρμογή. Τι είδους “debt relief” (ανακούφιση χρέους) θα πρέπει να γίνει, πώς να στοχευτεί έτσι ώστε να μην αλλοιωθούν τα κίνητρα για την εφαρμογή του προγράμματος, είναι αποφάσεις που ανήκουν στις χώρες μέλη, στους προϋπολογισμούς των οποίων θα έχει επιπτώσεις η απόφαση αυτή. Πάνω σε αυτό το θέμα η ΕΚΤ δεν έχει κάτι να πει».