Ριζικές αλλαγές στο σύστημα συνταξιοδότησης εισηγείται η επιτροπή Σοφών που συνέστησε ο Γιώργος Κατρούγκαλος.
Χωρίς να προχωρά σε εξειδίκευση των μεγεθών, προτείνει ενοποιήσεις ταμείων και νέο σύστημα για τον υπολογισμό των συντάξεων.
Η βασική πρόταση της επιτροπής σοφών είναι να υπάρξει μια σύνταξη η οποία θα καθορίζεται από την ασφαλιστική μερίδα του κάθε ασφαλισμένου.
Όσα δηλαδή πληρώνει κατά τη διάρκεια του βίου του θα βγάζουν και το ποσό που θα πληρώσει συν ένα επιτόκιο.
Σε αυτό θα προστίθεται η βασική σύνταξη (τώρα 360 ευρώ) που θα δίνεται σε όσους συμπληρώνουν τα 67 χρόνια.
Ωστόσο η βασική σύνταξη θα χορηγείται με κριτήρια, δηλαδή θα εξαιρούνται όσοι έχουν σημαντικά περιουσιακά στοιχεία.
«Οι διαχρονικές ενοποιήσεις των ασφαλιστικών δομών που έλαβαν χώρα τα τελευταία χρόνια, καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι ήταν κυρίως επιφανειακές και ορισμένες φορές, λόγω του ελλιπούς σχεδιασμού τους, βιαστικές. Χωρίς ουσιαστική προετοιμασία και προσαρμογή, αλλά με υποχωρήσεις συχνά σε συνδικαλιστικές πιέσεις, ήταν αναποτελεσματικές και δημοσιονομικά επιβλαβείς», αναφέρεται.
«Μια συνολική αξιολόγηση είναι ότι οι αλλαγές από το 2010 αποτελούν μια ημιτελή μεταρρύθμιση».
Όπως σημειώνει, στην προσπάθεια αύξησης των εσόδων των ασφαλιστικών ταμείων, η διεύρυνση της ασφαλιστικής βάσης είναι μία διέξοδος.
Με βάση την ελληνική πραγματικότητα, τρεις είναι οι κύριες κατευθύνσεις που μπορεί να επιτευχθεί αυτό: η πρώτη είναι η αντιμετώπιση της εισφοροδιαφυγής με την καταπολέμηση της αδήλωτης και ανασφάλιστης εργασίας, η δεύτερη είναι η επιβολή ασφαλιστικών εισφορών σε πρόσθετα εισοδήματα από εργασία που δεν υπάγονται σε ασφαλιστικές κρατήσεις, και η τρίτη είναι η αύξηση των απασχολούμενων με τη δημιουργία νέων θέσεων απασχόλησης.
Ο στόχος θα πρέπει να είναι ένας εθνικός φορέας κοινωνικής ασφάλισης με ένταξη σε αυτόν όλων των φορέων κύριας, επικουρικής ασφάλισης και εφάπαξ παροχών (διοικητική ενοποίηση), μετά από ουσιαστική ενοποίηση του υπάρχοντος καθεστώτος κοινωνικής ασφάλισης.
Στην προοπτική αυτή, το ΙΚΑ-ΕΤΑΜ μετεξελίσσεται σε Εθνικό Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης. Δεν πρέπει να γίνει δεκτή καμία εξαίρεση, γιατί διαφορετικά το εγχείρημα της ενοποίησης θα υπονομευθεί στο σύνολό του. Όσον αφορά στις εισφορές:
-Eνιαία ποσοστά εισφορών και βάση υπολογισμού τους α) για κύρια σύνταξη, β) για επικουρική σύνταξη και γ) για εφάπαξ παροχές, με μόνη διάκριση αυτή σε μισθωτούς και αυτοτελώς απασχολούμενους.
-Yποχρέωση για δήλωση των ασφαλιστικών εισφορών όλων των φορέων κύριας, επικουρικής ασφάλισης και εφάπαξ μέσω μιας ενοποιημένης διαδικασίας.
-Aνάθεση στο ΙΚΑ-ΕΤΑΜ/ΚΕΑΟ της βεβαίωσης και είσπραξης των ασφαλιστικών εισφορών.
** Όσον αφορά στις παροχές:
α) Κατάργηση των οριζόντιων περικοπών των συντάξεων διότι υποσκάπτουν την ασφαλιστική συνείδηση, δημιουργούν κίνητρο για εισφοροδιαφυγή και για πρόωρες συνταξιοδοτήσεις, υπονομεύουν το ασφαλιστικό σύστημα.
β) Καθιέρωση ενιαίου τρόπου υπολογισμού της σύνταξης, κύριας και επικουρικής, για παλιούς και νέους ασφαλισμένους, αφού προηγουμένως καθοριστεί με Αναλογιστική Μελέτη το ποσοστό κατά το οποίο τόσο η κάθε σύνταξη χωριστά, όσο και όλες από κοινού, θα αναπληρώνουν τις αποδοχές του ασφαλισμένου.
γ) Ανακαθορισμός, κατ’ επιταγή των αρχών της συμμετοχικής δικαιοσύνης και της αλληλεγγύης των γενεών, των συντάξεων των ήδη συνταξιούχων με αναφορά στον νέο, ενιαίο τρόπο υπολογισμού της κύριας και επικουρικής σύνταξης για παλαιούς και νέους ασφαλισμένους.
Πώς θα καθορίζονται οι συντάξεις (βασική πρόταση)
«Καμία λύση δεν είναι ανώδυνη. Όλες έχουν πλεονεκτήματα που πρέπει να προβληθούν και μειονεκτήματα που δεν μπορούν να αποσιωπηθούν», σημειώνει η επιτροπή. Το μοντέλο που προκρίθηκε είναι εκείνο των εικονικών λογαριασμών καθορισμένων εισφορών.
Α. ΕΙΚΟΝΙΚΟΙ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟΙ ΚΑΘΟΡΙΣΜΕΝΩΝ ΕΙΣΦΟΡΩΝ (NCD)
Σύμφωνα με την επιλογή αυτή, το σύστημα των συντάξεων είναι διανεμητικό με καθορισμένες εισφορές (Pay-As-You-Go Notional Defined Contributions). Βασίζεται στη λειτουργία Ατομικών Λογαριασμών «νοητής κεφαλαιοποίησης» (Individual Notional Accounts). Το σύστημα διαφοροποιείται από την κεφαλαιοποίηση σε δύο βασικά σημεία: ο δείκτης ο οποίος αποτελεί το εικονικό επιτόκιο ορίζεται από τον νομοθέτη -το σύστημα παραμένει δημόσιο- και όχι από την αγορά, ενώ η συσσώρευση των εισφορών είναι εικονική, αφού το συσσωρευμένο κεφάλαιο χρησιμοποιείται για την πληρωμή των τωρινών συνταξιούχων. Με αυτό τον τρόπο, οι συντάξεις γίνονται αυστηρά αναλογικές προς το εικονικό ποσό των συσσωρευμένων εισφορών. Το σύστημα αυτό υποστηρίζεται από μια εγγυημένη κοινωνική (εθνική) σύνταξη για εκείνους τους ασφαλισμένους που δεν θα έχουν την ολοκληρωμένη εργασιακή διαδρομή.
Η βασική ιδέα του προτεινόμενου συστήματος που στοχεύει στην πραγματοποίηση της ανταποδοτικής δικαιοσύνης είναι απλή: ο εργαζόμενος συσσωρεύει σ’ έναν ατομικό λογαριασμό όλες τις εισφορές της επαγγελματικής του σταδιοδρομίας. Οι ασφαλιστικές εισφορές που συγκεντρώνονται στην ατομική μερίδα του ασφαλισμένου τοκίζονται με το παραπάνω εκάστοτε εικονικό επιτόκιο και σχηματίζουν το συνταξιοδοτικό κεφάλαιο. Είναι το κράτος εκείνο που εγγυάται τη λειτουργία ενός τέτοιου συστήματος. Τον επενδυτικό κίνδυνο από την αξιοποίηση των εισφορών δεν φέρει ο ίδιος ο ασφαλισμένος, κάτι που θα συνέβαινε αν το σύστημα ήταν αμιγώς κεφαλαιοποιητικό. Ως εικονικό επιτόκιο συνήθως επιλέγεται ένα μέγεθος που συνδέεται με μακροοικονομικές παραμέτρους (ποσοστιαία μεταβολή των αποδοχών των ασφαλισμένων ή ποσοστιαία μεταβολή του ΑΕΠ).
Κάθε χρόνο οι ασφαλισμένοι λαμβάνουν επίσημη ενημέρωση για το ποσό του συσσωρευμένου ασφαλιστικού τους κεφαλαίου. Η ενημέρωση αυτή μπορεί να γίνεται και ηλεκτρονικά. Έτσι, διασφαλίζεται η πλήρης διαφάνεια στη λειτουργία του συστήματος. Ο ασφαλισμένος μπορεί να γνωρίζει ανά πάσα στιγμή την κατάσταση της ατομικής του μερίδας. Στο νέο σύστημα δεν ενυπάρχουν οι δυσμενείς επιπλοκές από την εφαρμογή του μηχανισμού της διαδοχικής ασφάλισης.
Στο τέλος του ενεργού βίου το σχηματισθέν κεφάλαιο αποτελεί το μέτρο της εισφοροδοτικής προσπάθειας του εργαζομένου (σύστημα καθορισμένων εισφορών). Ισχύει η αρχή της ισοδυναμίας, που σημαίνει, κατά τη συνταξιοδότηση, ότι η συσσωρευμένη αξία των εισφορών ισούται με την παρούσα αξία των μελλοντικών καταβολών της σύνταξης.
Δεν θα τίθεται θέμα ποινών πρόωρης συνταξιοδότησης, όπως αυτές του υπάρχοντος συστήματος, ενώ παρέχεται η ευελιξία για μερική απασχόληση κατά την περίοδο της συνταξιοδότησης. Γενικά, το σύστημα των εικονικών λογαριασμών επιτρέπει την ελαστική συνταξιοδότηση, την επιλογή δηλαδή από τον ίδιο τον ασφαλισμένο της στιγμής συνταξιοδότησής του, πάνω από ένα καθορισμένο όριο ηλικίας.
Η κρατική χρηματοδότηση περιορίζεται στην καταβολή των αναλογουσών εισφορών για τους ανέργους, για όσους ασθενούν, για εκείνους που ανατρέφουν παιδιά ή φροντίζουν ηλικιωμένους κ.λπ. Δηλαδή, το κράτος πιστώνει τον εικονικό συνταξιοδοτικό λογαριασμό των ασφαλισμένων που αδυνατούν να εισφέρουν για κοινωνικούς λόγους που αναγνωρίζεται ότι χρήζουν προστασίας. Η προηγούμενη συμμετοχή του κράτους αποτελεί έκφανση του κοινωνικού του χαρακτήρα.
Οι εισφορές υπολογίζονται επί των αποδοχών που καταβάλλονται από τον εργοδότη και τον εργαζόμενο. Όσον αφορά τους αυτοαπασχολούμενους, προτείνεται να καταργηθούν οι κλίμακες τεκμαρτών ασφαλιστέων αποδοχών και οι εισφορές να υπολογίζονται επί του πραγματικού τους εισοδήματος από την απασχόληση. Η είσπραξη θα γίνεται από τις Οικονομικές Υπηρεσίες του κράτους. Άλλωστε, το ΚΕΑΟ αποτελεί το πρώτο βήμα μιας μεταρρύθμισης με τελικό στόχο την πλήρη ενσωμάτωση των εσόδων των ασφαλιστικών οργανισμών στη φορολογική διοίκηση.
Β. ΜΙΑ ΕΘΝΙΚΗ – ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΣΥΝΤΑΞΗ (ΚΑΘΕΤΗ ΙΣΟΤΗΤΑ), ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΟΥΜΕΝΗ ΑΠΟ ΤΟΝ ΚΡΑΤΙΚΟ ΠΡΟΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟ
Με την καθιέρωσή της, η εθνική σύνταξη θα αποκτήσει αυτοτέλεια και θα αποχωριστεί από το πλαίσιο των ασφαλιστικών (αναλογικών) παροχών του κάθε φορέα. Έτσι, θα γίνει ευκολότερη η επικέντρωση στην αναδιανεμητική λειτουργία του κοινωνικού τμήματος της σύνταξης. Η εθνική σύνταξη δεν μπορεί να σχεδιαστεί κατά τρόπο ασύνδετο προς το όλο συνταξιοδοτικό οικοδόμημα. Ειδικότερα, η εθνική και η αναλογική σύνταξη θα πρέπει να σχεδιαστούν ως ένα δίδυμο, ως δύο τμήματα που θα λειτουργούν συμπληρωματικά. Η κοινωνική σύνταξη πρέπει να καθοριστεί σε τέτοιο επίπεδο, ώστε να προστατεύει όσους δεν έχουν ένα συνεχή και πλήρη ασφαλιστικό βίο (ατυπικές μορφές απασχόλησης, διαστήματα ανεργίας). Γενικά, όσα συνταξιοδοτικά συστήματα εισήγαγαν μηχανισμούς αναλογικής σύνταξης, έλαβαν συγχρόνως μέριμνα για την εγγύηση μιας κοινωνικής σύνταξης.
Η εθνική σύνταξη δεν θα πρέπει να περιορίζεται σ’ ένα στοιχειώδες ποσό, ιδιαίτερα σε μια εποχή βαθιάς οικονομικής κρίσης με ασυνεχή ιστορικά ασφάλισης, μικρή συσσώρευση ασφαλιστικού «πλούτου», χαμηλούς μισθούς (εργαζόμενοι φτωχοί, απλήρωτοι εργαζόμενοι, μακροχρόνια άνεργοι). Στην παρούσα κατάσταση της αγοράς εργασίας η αδιάκοπη εργασιακή σχέση όλο και σπανίζει, ενώ ανθίζουν οι ατυπικές μορφές απασχόλησης. Κατά συνέπεια, το ύψος της εθνικής δεν είναι δυνατόν να προσδιορίζεται με απόλυτους δημοσιονομικούς όρους, αλλά με κοινωνικούς δείκτες.
Η επιτυχία του μέτρου της εθνικής σύνταξης θα εξαρτηθεί από την εύστοχη αναδιανεμητική της λειτουργία προς άτομα που βρίσκονται κάτω από ένα ανεκτό επίπεδο διαβίωσης. Ειδικότερα, η εθνική σύνταξη οφείλει να υπηρετεί ένα σαφή στόχο. Ο στόχος αυτός δεν μπορεί να είναι άλλος από τη διασφάλιση ενός αξιοπρεπούς επιπέδου διαβίωσης. Η εθνική σύνταξη θα πρέπει να παρέχει στους ηλικιωμένους τα μέσα μιας ανεκτής διαβίωσης. Το ποσό της εθνικής σύνταξης, στο οποίο θα έχουν δικαίωμα όλοι οι συνταξιούχοι, θα κλιμακώνεται ανάλογα με το ύψος της αναλογικής σύνταξης και τα μέλη οικογένειας. Έτσι, η εθνική/κοινωνική σύνταξη θα πρέπει να μειώνεται προοδευτικά, όχι μόνο όταν αυξάνει η αναλογική σύνταξη, αλλά κι όταν αυξάνει το ατομικό και οικογενειακό εισόδημα του δικαιούχου. Αντίθετα, με την αποδοχή μιας «οικουμενικής» εκδοχής (χωρίς εισοδηματικά κριτήρια), το μόνο που θα πετυχαίναμε, θα ήταν να συμπιέσουμε το ύψος της εθνικής σύνταξης σε χαμηλά επίπεδα λόγω του υψηλού κόστους της.
Γ. ΕΝΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ (ΤΑΜΕΙΟ) ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΛΥΨΗ ΤΩΝ ΕΛΛΕΙΜΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ
Προτείνεται η δημιουργία ενός αποθεματικού (buffer fund) που θα υποστηρίξει το νέο σύστημα, κυρίως κατά τη μεταβατική περίοδο. Το κεφάλαιο αυτό θα τροφοδοτείται από τον κρατικό προϋπολογισμό, την περιουσία των Ταμείων, καθώς και από τους συμπληρωματικούς πόρους που θα μπορέσει να κινητοποιήσει το Κράτος, για την περίοδο μέχρι το 2050. Ένας νέος τέτοιος πόρος μπορεί, λ.χ., να είναι μια εισφορά στους υψηλά αμειβόμενους ή ένας τραπεζικός φόρος ή ένας φόρος στις μεγάλες περιουσίες και γενικά ένας φόρος εκεί που συγκεντρώνεται, παρά την κρίση, ο πλούτος. Επίσης, στο ταμείο θα μπορούσε να κατευθυνθεί η αποκατάσταση των ζημιών που υπέστησαν οι φορείς από το PSI.
Ειδικότερα, το αποθεματικό αυτό: α) θα απορροφά τις ασφυκτικές οικονομικές πιέσεις προκειμένου οι συντάξεις να μείνουν σ’ ένα αξιοπρεπές επίπεδο. Οι απαιτούμενοι συμπληρωματικοί πόροι για την περίοδο 2016-2050 θα εκτιμηθούν άμεσα με βάση σχετική αναλογιστική μελέτη. Ενδεχομένως, θα πρέπει να εντοπιστούν και άλλοι πόροι πέραν των γενικών φορολογικών εσόδων, β) θα συμβάλει στη χρηματοδότηση των παροχών της μεταβατικής περιόδου. Η μεταβατική περίοδος απαιτεί ένα κεφάλαιο-μηχανισμό που θα την υποστηρίζει.
Το εναλλακτικό σενάριο
Ένα εναλλακτικό σενάριο για τις συντάξεις προβλέπει την παραμονή στη λογική του διανεμητικού συστήματος καθορισμένων παροχών με βελτιωτική παρέμβαση στις παραμέτρους του, καθώς και στις μεταβατικές περιόδους (συντομεύεται η μετάβαση). Η αρχιτεκτονική του ν. 3863/10 και 3865/10 στηρίζεται στη διχοτόμηση της σύνταξης σε δύο τμήματα, τη βασική και την αναλογική. Το σύστημα αυτό σε σχέση με το ισχύον είναι πιο αναλογικό: λαμβάνει ως βάση τις αποδοχές όλου του εργασιακού βίου και μειώνει τους συντελεστές αναπλήρωσης. Η βασική σύνταξη, σύμφωνα με τους ν. 3863/10 και 3865/10 χορηγείται χωρίς εισοδηματικά κριτήρια.