Ισλαμικό ΚράτοςΙσραήλ
Αίθουσα Σύνταξης
Τμήμα ειδήσεων tribune.gr

Ernst & Young: Grexit σημαίνει 60% υποτίμηση και ανεργία άνω του 30%

Ernst & Young: Grexit σημαίνει 60% υποτίμηση και ανεργία άνω του 30%
ΔΕΙΤΕ ΠΡΩΤΟΙ ΟΛΑ ΤΑ ΝΕΑ ΤΟΥ TRIBUNE ΣΤΟ GOOGLE NEWS
Διαβάστε σχετικά για Grexit, Ανεργία, Δραχμή, Ευρωζώνη,

Ολέθριες για τις ελληνικές επιχειρήσεις και τους πολίτες θα είναι οι επιπτώσεις ενός Grexit σύμφωνα με την εταιρεία παροχής συμβουλευτικών υπηρεσιών Ernst & Young που σε συνεργασία με την Oxford Economics έχει καταρτίσει μελέτη για το τι θα σήμαινε μια έξοδος της Ελλάδας από το ευρώ.

Σύμφωνα με την Ernst & Young η υποτίμηση του νέου εθνικού νομίσματος θα ήταν της τάξης του 30% έως 60%, ενώ η ανεργία θα αυξανόταν πάνω από το 30%.

Όπως αναφέρεται μεταξύ άλλων στην 24σελιδη μελέτη:

Γιατί έγινε η μελέτη αυτή σήμερα;

Η Ελλάδα εξακολουθεί να εφαρμόζει ένα πρόγραμμα οικονομικής προσαρμογής χωρίς προηγούμενο στην ιστορία, στα πλαίσια του οποίου το ΑΕΠ μειώθηκε κατά 25% σε πραγματικές τιμές από το 2008 και η ανεργία ξεπέρασε το 27% τα  τελευταία χρόνια. Παρά το μέγεθος της οικονομικής συρρίκνωσης, η προσαρμογή που επετεύχθη κατά τα τελευταία επτά χρόνια υπήρξε σημαντική. Το 2014, η οικονομία επέστρεψε στην ανάπτυξη, για πρώτη φορά από το 2007, ενώ το ΑΕΠ εκτιμάται ότι αυξήθηκε κατά 0,8% σε πραγματικές τιμές.

Ωστόσο, οι πρόσφατες εξελίξεις, τόσο στο εσωτερικό της χώρας με τις πρόωρες εκλογές, όσο και στις σχέσεις με τους επίσημους δανειστές, σε συνδυασμό και με την αυξημένη πίεση για την κάλυψη των άμεσων χρηματοδοτικών αναγκών, έχουν οδηγήσει σε επιδείνωση των μακροοικονομικών εκτιμήσεων και σε αναζωπύρωση της αβεβαιότητας σχετικά με τις οικονομικές προοπτικές της χώρας.

Στόχος της μελέτης αυτής είναι η ουσιαστική και αντικειμενική ενημέρωση επιχειρήσεων ή υποψηφίων επενδυτών σχετικά με τις επιπτώσεις μίας ενδεχόμενης εξόδου της χώρας από την Ευρωζώνη.

Η μελέτη δεν αναλύει καθόλου το ακραίο σενάριο μιας άτακτης εγκατάλειψης του κοινού νομίσματος, με παράλληλη καταγγελία των δανειακών υποχρεώσεων της χώρας. Οι συνέπειες του σεναρίου αυτού είναι αδύνατον να αποτιμηθούν, καθώς ένα τέτοιο σενάριο θα οδηγούσε σε δραματική μείωση του ΑΕΠ, παρατεταμένη αστάθεια και αβεβαιότητα και έξοδο από τη συνθήκη Σένγκεν και την ίδια την Ευρωπαϊκή Ένωση, ενώ η προοπτική επανόδου σε συνθήκες ανάπτυξης και ευημερίας δε θα μπορούσε να οριοθετηθεί χρονικά.

Αντ’ αυτού, η μελέτη εξετάζει μια συντεταγμένη έξοδο, σε συμφωνία τόσο με την ΕΕ όσο και με τους πιστωτές. Σύμφωνα με τη μελέτη, ακόμη και σε αυτό το «αισιόδοξο σενάριο», οι συνέπειες για την οικονομία και την κοινωνία θα είναι εξαιρετικά σοβαρές, ενώ οι επιπτώσεις θα κριθούν κυρίως από την οικονομική πολική που θα εφαρμοστεί, καθώς η όποια νομισματική ή δημοσιονομική χαλάρωση θα οδηγήσει σε βαθύτερα προβλήματα.

Η ανάλυση βασίζεται σε προβλέψεις που πραγματοποιήθηκαν από την Oxford Economics με βάση αυτό το σενάριο, ενώ ως υπόθεση εργασίας έτος βάσης ορίστηκε το 2015. Πιστεύουμε ότι δεν υπάρχει απλός και γρήγορος τρόπος για την επίλυση των οικονομικών προβλημάτων της χώρας.

Η έξοδος από την Ευρωζώνη θα συνεπαγόταν ανυπολόγιστο κόστος για τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις και θα άφηνε τη χώρα πολιτικά και οικονομικά απομονωμένη και ευάλωτη. Η ενδεχόμενη ώθηση που θα εξασφάλιζαν η έξοδος από το ευρώ, η υποτίμηση και η στάση πληρωμών, δε θα ήταν διατηρήσιμη μακροπρόθεσμα, καθώς το τεράστιο χρέος θα εξακολουθούσε να περιορίζει τις δυνατότητες για δημοσιονομική επέκταση.

Συγκεκριμένα, ακόμη και στο ιδεατό σενάριο της μείωσης του δημοσίου χρέους κατά 50%, το Grexit δε θα σηματοδοτούσε το τέλος της λιτότητας – το υψηλό χρέος θα άφηνε ελάχιστα περιθώρια ελιγμών για την κυβέρνηση, αποκλείοντας κάθε πιθανότητα δημοσιονομικής χαλάρωσης. Αν η Ελλάδα δεν οικοδομήσει έναν ισχυρό εξαγωγικό τομέα με δύσκολες και στοχευμένες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, οποιαδήποτε γρήγορη λύση για την ανταγωνιστικότητα μέσω της υποτίμησης του νομίσματος δε θα είναι διατηρήσιμη. Ως εκ τούτου, ακόμα και στην περίπτωση μιας συντεταγμένης εξόδου που θα είναι αποτέλεσμα διαπραγμάτευσης και συμφωνίας, η οικονομία θα υποστεί πολύ σοβαρή αναταραχή, τόσο πριν, όσο και μετά την έξοδο.

Η Ελλάδα μετά το Grexit

Η έξοδος από την Ευρωζώνη δεν παρέχει μια εύκολη λύση για τα οικονομικά προβλήματα. Μετά την έκδοση του νέου νομίσματος και τη ρύθμιση της ισοτιμίας του έναντι του ευρώ, η συναλλαγματική ισοτιμία θα υποτιμηθεί
απότομα, κατά τουλάχιστον 50%.

Αυτό θα συμβεί σε μεγάλο βαθμό εξαιτίας του αρχικού πανικού και της αβεβαιότητας ως προς την αποκατάσταση
της ισορροπίας στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών. Η έκταση και η διάρκεια της αρχικής υπερβολικής
υποτίμησης θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από τις πολιτικές που θα υιοθετηθούν.

Στην καλύτερη περίπτωση όπου η πολιτική, κοινωνική και οικονομική σταθερότητα αποκαθίστανται σύντομα, και υπό την προϋπόθεση της βέλτιστης διαχείρισης από την κυβέρνηση, με περιοριστική δημοσιονομική και νομισματική πολιτική, η συναλλαγματική ισοτιμία θα μπορούσε τελικά να ανακάμψει σε βάθος χρόνου και η υποτίμηση να σταθεροποιηθεί γύρω στο 30%.

Σε ένα λιγότερο αισιόδοξο, αλλά επίσης ρεαλιστικό, σενάριο, βάσει του οποίου η κυβέρνηση θα αντιδράσει στον αρχικό πανικό με νομισματική χαλάρωση που κατ’ επέκταση θα οδηγήσει σε αυξητικές πληθωριστικές πιέσεις, η αρχική υποτίμηση θα ήταν σημαντικά υψηλότερη, της τάξης του 60% τουλάχιστον, ενώ δεν θα υπήρχε αποκατάσταση της ισορροπίας για αρκετά χρόνια.

Όσον αφορά στο δημόσιο χρέος, εκτιμούμε ότι μια απλή, μονομερής καταγγελία του χρέους είναι εξαιρετικά απίθανη. Το μεγαλύτερο μέρος του δημόσιου χρέους διέπεται από το διεθνές δίκαιο και θεωρείται απίθανο να μπορέσει η ελληνική κυβέρνηση να το μετατρέψει σε δραχμές στα πλαίσια της διαδικασίας εξόδου. Επιπλέον, είναι αμφίβολο αν οι υπερχρεωμένες κυβερνήσεις της ευρωζώνης, όπως η Ιταλία και η Πορτογαλία, θα ήταν διατεθειμένες να δεχθούν τη μείωση του χρέους της Ελλάδας ως ποσοστό του ΑΕΠ σε επίπεδα κατά πολύ χαμηλότερα από το δικό τους, της τάξης του 130%.

Συνεπώς, η κεντρική υπόθεση αυτής της μελέτης, σε ένα μάλλον αισιόδοξο σενάριο, είναι ότι οι πιστωτές θα συμφωνούσαν σε μια αναδιάρθρωση που θα μείωνε το ελληνικό δημόσιο χρέος στο 130% του ΑΕΠ μετά την έξοδο.

Σημαντική συρρίκνωση της οικονομίας…

Για να γίνει καλύτερα κατανοητή η αρχική μείωση στο εθνικό εισόδημα, να σημειωθεί ότι το ΑΕΠ της χώρας έχει
ήδη συρρικνωθεί κατά 25% τα τελευταία έξι χρόνια. Έτσι, συνολικά, η οικονομία θα είχε σωρευτικά χάσει περίπου το μισό προ της κρίσης ΑΕΠ, πριν αρχίσει να αναπτύσσεται ξανά.

Αυτό συνιστά το καλύτερο σενάριο, υπό την προϋπόθεση ότι θα εφαρμοστεί μετά την έξοδο μια συγκρατημένη
δημοσιονομική και νομισματική πολιτική. Εάν η κυβέρνηση αντιδράσει εσφαλμένα στον αρχικό πανικό και υιοθετήσει νομισματική και δημοσιονομική χαλάρωση, η υποτίμηση θα είναι ακόμα μεγαλύτερη και οι επιπτώσεις στο ΑΕΠ θα είναι σημαντικά εντονότερες και πιο παρατεταμένες.

…με σοβαρές απώλειες αγοραστικής δύναμης

Η πραγματική οικονομική συρρίκνωση γίνεται πιο εύκολα κατανοητή με την εξέταση των πιθανών επιπτώσεων στο επίπεδο του ΑΕΠ σε όρους ευρώ.

Πράγματι, με βάση το σενάριο εξόδου, το πραγματικό ΑΕΠ σε όρους ευρώ είναι πιθανό, στο ορατό μέλλον, να μη συγκλίνει με τις προβλέψεις του βασικού σεναρίου παραμονής στο ευρώ. Συνεπώς, σε όρους ευρώ, η έξοδος από το κοινό νόμισμα, η καταγγελία του χρέους και η υποτίμηση του νομίσματος, θα οδηγήσουν σε μόνιμη απώλεια εθνικού εισοδήματος.

Με βάση τις προβλέψεις της Eurostat, το πραγματικό κατά κεφαλήν ΑΕΠ το 2014 στην Ελλάδα ανήλθε σε περίπου € 17.000, σε σχέση με τα ιστορικά υψηλά επίπεδα των € 22.500 το 2007. Σύμφωνα με μια πρώτη εκτίμηση, εξαιτίας της οικονομικής συρρίκνωσης και της υποτίμησης κατά τον πρώτο χρόνο μετά την έξοδο, το κατά κεφαλήν ΑΕΠ, σε όρους ευρώ, θα μπορούσε να μειωθεί σε περίπου € 11.000 μέσα σε μόλις ενάμιση χρόνο.

Χωρίς ουσιαστική δυνατότητα τερματισμού της λιτότητας

Λόγω της υποτίμησης, της αδυναμίας μετατροπής του χρέους σε δραχμές και της απότομης μείωσης του ΑΕΠ, ο λόγος του χρέους προς το ΑΕΠ θα συνεχίσει να βρίσκεται πάνω από το 130%.

Αυτό θα άφηνε ελάχιστα περιθώρια ελιγμών για την κυβέρνηση, αποκλείοντας κάθε δυνατότητα για χαλάρωση της δημοσιονομικής πολιτικής. Το υψηλό χρέος θα αποτελέσει το βασικό εξωτερικό περιορισμό για τη δημοσιονομική πολιτική.

Καθώς τα φορολογικά έσοδα θα είναι μειωμένα εξαιτίας της ύφεσης που θα ακολουθήσει την έξοδο, για να
μπορέσει η κυβέρνηση να ισοσκελίσει τον προϋπολογισμό της χωρίς εξωτερική χρηματοδότηση, θα πρέπει είτε να αυξηθούν οι φόροι, ή να μειωθούν περαιτέρω οι δαπάνες.

Οι τιμές και η ανεργία θα αυξηθούν σημαντικά, πλήττοντας σοβαρά τα νοικοκυριά με σταθερά εισοδήματα

Η έξοδος και η υποτίμηση θα οδηγήσουν άμεσα σε πληθωρισμό, καθώς οι τιμές των εισαγόμενων και των εμπορεύσιμων αγαθών θα αυξηθούν απότομα. Οι εκτιμήσεις δείχνουν ότι ο πληθωρισμός θα μπορούσε να φτάσει τουλάχιστον το 10%, πριν αρχίσει μια σταδιακή αποκλιμάκωση.

Αν και αυτό θα ενθαρρύνει την οικονομία να εξισορροπήσει προς την κατεύθυνση της ενίσχυσης του τομέα των εξαγωγών, η πτώση της συναλλαγματικής ισοτιμίας ενδέχεται να οδηγήσει σε μια παρατεταμένη περίοδο ακόμη υψηλότερου πληθωρισμού. Και αυτό διότι ενδέχεται να δημιουργηθεί ένας φαύλος κύκλος όπου η υποτίμηση θα προκαλεί σημαντικές δευτερογενείς επιπτώσεις στις τιμές. Αξίζει να σημειωθεί ότι μελέτη του ΔΝΤ το 2012, εκτιμούσε ότι ο αποπληθωριστής του ΑΕΠ (ως εκτίμηση του πληθωρισμού) θα μπορούσε να φτάσει έως και 35% το πρώτο έτος της εξόδου.

Καθώς οι τιμές των αγαθών και υπηρεσιών θα αυξηθούν, η πραγματική αξία των μισθών, που θα καθορίζονται στο νέο τοπικό νόμισμα, θα μειωθεί ραγδαία. Αυτό θα οδηγήσει σε μια σημαντική συμπίεση του πραγματικού διαθέσιμου εισοδήματος, ειδικά για τα νοικοκυριά σταθερού και χαμηλού εισοδήματος, δηλαδή κυρίως μισθωτούς και συνταξιούχους.

Η εμπειρία από την Αργεντινή και άλλες χώρες δείχνει ότι τα νοικοκυριά χαμηλών και μεσαίων εισοδημάτων είναι αυτά που πλήττονται σκληρότερα από τις απώλειες των πραγματικών μισθών, με επακόλουθο αντίκτυπο στη φτώχεια και την αύξηση της ανισότητας. Δεν είναι τυχαίο ότι στην Αργεντινή τα ήδη υψηλά ποσοστά φτώχειας εκτοξεύτηκαν τα πρώτα έτη μετά την χρεοκοπία, με στοιχεία να καταδεικνύουν ότι ένας στους δυο Αργεντίνους βρέθηκε υπό το όριο της φτώχειας.

Το Grexit θα εκτόξευε την ανεργία βραχυπρόθεσμα άνω του 30%, ενώ σε διαφορετική περίπτωση παραμονής στην ευρωζώνη προβλεπόταν ότι η ανεργία θα μειωθεί σταδιακά τα ερχόμενα χρόνια.

Οι εισαγωγές θα καταρρεύσουν οδηγώντας σε σημαντικές ελλείψεις

Οι εισαγωγές αγαθών και υπηρεσιών θα καταρρεύσουν ως αποτέλεσμα της δραματικής αύξησης του κόστους μετά την υποτίμηση και της επακόλουθης απώλειας αγοραστικής δύναμης των καταναλωτών και των επιχειρήσεων. Η σωρευτική συρρίκνωση των εισαγωγών θα ξεπεράσει το 30% κατά τα τρία πρώτα χρόνια μετά την έξοδο.

Από μακροοικονομικής σκοπιάς, αυτό θα ήταν αναπόφευκτο, αντικατοπτρίζοντας την επίπτωση τόσο της απώλειας
εισοδήματος όσο και της υποκατάστασης στην παραγωγή. Ωστόσο, η επίπτωση στην καθημερινή ζωή θα ήταν πολύ σοβαρή.

Είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα υπάρξουν σημαντικές ελλείψεις σε αγαθά και εμπορεύματα, για τα οποία η Ελλάδα εξαρτάται από εισαγωγές, όπως το πετρέλαιο, το φυσικό αέριο, τα φάρμακα και άλλα φαρμακευτικά προϊόντα, καθώς και ορισμένα προϊόντα διατροφής. Για ορισμένα αγαθά πρώτης ανάγκης ενδέχεται να χρειασθεί η εισαγωγή δελτίου.

Μείωση των επενδύσεων, αβεβαιότητα και πιστωτική συρρίκνωση

Για τις τράπεζες, η διατήρηση της κεφαλαιακής τους επάρκειας θα αποτελέσει βασική προτεραιότητα μετά την
έξοδο. Αυτό, σε συνδυασμό με την αβεβαιότητα του οικονομικού περιβάλλοντος, θα οδηγήσει σε μείωση της
παροχής πιστώσεων, ακόμη και αν η έξοδος δεν απειλήσει τη φερεγγυότητα των τραπεζών. Επιπλέον, η αβεβαιότητα γύρω από τα οικονομικά των νοικοκυριών και τους ισολογισμούς των επιχειρήσεων αναμένεται να αυξήσει τις άτυπες μορφές πίστωσης. Οι συναλλαγές ενδέχεται να διεξάγονται όλο και περισσότερο στη βάση αντικαταβολής /μετρητών.

Η αυξημένη αβεβαιότητα και η παρεπόμενη πιστωτική συρρίκνωση θα οδηγήσει σε δραστική μείωση των ιδιωτικών
επενδύσεων. Αναμένεται ότι οι επενδύσεις θα μειωθούν πάνω από 30% κατά τα δύο πρώτα έτη και θα αρχίσουν να
ανακάμπτουν μόλις μετά το τρίτο έτος.

Η άμεση επίπτωση στα οικονομικά των επιχειρήσεων θα εξαρτηθεί από την έκθεση των στοιχειών ενεργητικού και
παθητικού στο παλαιό και το νέο νόμισμα. Ακόμη και στην περίπτωση όπου οι επιπτώσεις στον ισολογισμό είναι
ουδέτερες, η αλλαγή στο νόμισμα στο οποίο θα λειτουργούν θα οδηγήσει σε μεγαλύτερη πίεση κόστους, ιδιαίτερα μέσω της αύξησης του κόστους των εισαγόμενων πρώτων υλών και του κόστους μεταφορικών, της ενδεχόμενης έκθεσης σε συναλλαγματικό κίνδυνο και του υψηλότερου κόστους συναλλαγών.

Οι τιμές των μετοχών είναι πολύ πιθανό να μειωθούν πολύ δραστικά στη φάση πριν την έξοδο και στη διάρκεια των δύο πρώτων ετών. Στη συνέχεια, θα ανακάμψουν αναπόφευκτα, αντανακλώντας τις προσδοκίες για μεσοπρόθεσμη ανάπτυξη, ξεκινώντας σχεδόν από μηδενική βάση.

Σχετικά άρθρα