Ξεκινώντας μια νέα περίοδο νομισματικής πολιτικής στην βραχύβια ιστορία της Ευρωζώνης, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) αναμένεται να θέσει το στόχο των 50 δισ. ευρώ μηνιαίως στο σχέδιο αγοράς κρατικών ομολόγων, το οποίο και εκτιμάται ότι θα παρουσιάσει μετά τη συνεδρίαση της Πέμπτης, 22 Ιανουαρίου.
Σύμφωνα με την ιστοσελίδα naftemporiki.gr, πληροφορίες που διαρρέουν στον διεθνή Τύπο, αναφέρουν ότι το σχέδιο ποσοτικής χαλάρωσης μέσω των αγορών κρατικών ομολόγων (QE) θα διαρκέσει ένα ή δύο έτη, ενώ δεν έχει ακόμη αποφασιστεί εάν οι αγορές αυτές θα πραγματοποιούνται από τις Εθνικές Κεντρικές Τράπεζες της κάθε χώρας ή από την ίδια την ΕΚΤ.
Υπενθυμίζεται εδώ ότι εξετάστηκε το ενδεχόμενο η κάθε Εθνική Κεντρική Τράπεζα να αγοράζει τα ομόλογα της χώρας της, ώστε να μην διαμοιραστεί ο κίνδυνος που ενέχουν ορισμένα ομόλογα.
Σημειώνεται εδώ ότι το εν λόγω πρόγραμμα θα έχει σημαντικές θετικές επιδράσεις στα ελληνικά κρατικά ομόλογα, σε περίπτωση που αυτά συμπεριληφθούν σε αυτό. Αν η ΕΚΤ αποφασίσει τη συμμετοχή τους, τότε οι πιέσεις που ασκούνται στους ελληνικούς τίτλους θα αποκλιμακωθούν, ενώ θα αποτελέσει και μια «ψήφο εμπιστοσύνης» σε αυτούς.
Από την άλλη, στελέχη των σημαντικότερων οίκων αξιολόγησης σε διεθνές επίπεδο επισήμαναν σήμερα ότι εάν τα ελληνικά κρατικά ομόλογα εξαιρεθούν από το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ, αυτό θα επηρεάσει αρνητικά το κρατικό αξιόχρεο της Ελλάδας, το οποίο είχε αναβαθμιστεί πρόσφατα.
Για τους οίκους αξιολόγησης Standard and Poor’s, Moody’s, Fitch και DBRS, εάν η Ελλάδα εξαιρεθεί από το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ, αυτό θα εγείρει δύσκολα ερωτήματα για το τι σημαίνει η απόφαση, που θα έχει μεγάλο πολιτικό συμβολισμό.
Ωστόσο, το πιθανότερο σενάριο είναι τα ελληνικά ομόλογα, τα οποία δεν διαθέτουν τον επενδυτικό βαθμό, να συμπεριληφθούν υπό τον όρο η χώρα να βρίσκεται υπό ένα πρόγραμμα προσαρμογής.
Σύμφωνα με τους αναλυτές, η ΕΚΤ θα ακολουθήσει το παράδειγμα της ποσοτικής χαλάρωσης της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ και της Τράπεζα της Αγγλίας, οι οποίες εφάρμοσαν τα δικά τους προγράμματα QE στον απόηχο της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης το 2009. Το πρόγραμμα αυτό, γνωστό με τον τεχνικό όρο «ποσοτική χαλάρωση» (Quantitative Easing, QE) σκοπό θα έχει να αναζωογονήσει τις χορηγήσεις των τραπεζών —και εντέλει να αυξήσει τον πληθωρισμό—, καθώς αναμένεται να μειώσει τα κόστη του δανεισμού και να οδηγήσει στη μείωση της συναλλαγματικής ισοτιμίας του ευρώ έναντι άλλων νομισμάτων.
Ωστόσο, θα πρέπει να κάμψει τις ενστάσεις, κυρίως της γερμανικής πλευράς, τόσο για τον κίνδυνο που ενδεχομένως θα λάβει η ΕΚΤ, όσο και για τις προεκτάσεις που θα έχει το πρόγραμμα αναφορικά με τη βούληση των κυβερνήσεων να εφαρμόσουν πιστά τα προγράμματα δημοσιονομικής προσαρμογής.