Τον κώδωνα του κινδύνου σε περίπτωση μη ολοκλήρωσης στήριξης της Ελλάδας, έκρουσε από το βήμα του Ελληνογερμανικού Επιμελητηρίου, ο υπουργός Οικονομικών Γκίκας Χαρδούβελης.
Τόνισε πάντως, ότι θεωρεί πως η νέα κυβέρνηση που θα προκύψει από τις εκλογές είναι ώριμο να ανοίξει και η συζήτηση για τα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους.
«Πιθανόν η νέα κυβέρνηση να καταλήξει σε συμφωνία που θα περιλαμβάνει την επιμήκυνση της διάρκειας λήξης των δανείων του επίσημου τομέα καταλήξει και στην μετατροπή επιτοκίων από κυμαινόμενα σε σταθερά», είπε ο κ. Χαρδούβελης .
Κατά τον υπουργό Οικονομικών οι πέντε μεγαλύτεροι κίνδυνοι, από τη μη ολοκλήρωση της στήριξης της χώρας μας είναι:
i. Πρώτον, υπάρχει απώλεια πόρων της τάξης των €7,2 δις. Τα μισά προέρχονται από δάνεια της ΔΝΤ και τα υπόλοιπα μισά από την Ευρωζώνη. Μάλιστα τα €1,8 δις από τα χρήματα της Ευρωζώνης είναι καθαρή δωρεά, δεν αποτελούν νέο δάνειο. Είναι η επιστροφή στην Ελλάδα του κεφαλαιακού κέρδους της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας από την αγορά ελληνικών ομολόγων σε πολύ χαμηλή τιμή.
ii. Δεύτερον, χωρίς την ολοκλήρωση του Προγράμματος, η Ελλάδα θα αναγκαστεί να επιστρέψει το ποσό των €11,4 δις, που έχει σήμερα το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας. Αυτά είναι χρήματα που δεν χρειάστηκε να χρησιμοποιηθούν μέχρι σήμερα για την προστασία του ελληνικού τραπεζικού συστήματος. Η επιστροφή τους θα μειώσει μεν το ελληνικό χρέος με το αντίστοιχο ποσό, αλλά θα ακυρώσει ένα ποσό ευρωπαϊκών χρημάτων που υπήρχε ως μαξιλάρι.
iii. Τρίτον, η Ελλάδα θα βρεθεί μόνη της να αντιμετωπίσει τις αγορές, όποτε τις χρειαστεί. Δεν θα υπάρχει ευρωπαϊκός μηχανισμός στήριξης, κανένα δηλαδή μαξιλάρι ασφαλείας.
iv. Τέταρτον, χωρίς την ολοκλήρωση του Προγράμματος, η ΕΚΤ δεν θα παρέχει τη συνήθη ρευστότητα που παρέχει στις ελληνικές τράπεζες, και που τον Νοέμβριο ανέρχονταν σε περίπου €45 δις. Οι τράπεζες θα αναγκαστούν να χρησιμοποιούν τον μηχανισμό του ELA (Emergency Liquidity Assistance) από την Τράπεζα της Ελλάδος, ο οποίος λειτουργεί με αποκλειστικό εγγυητή το ελληνικό Δημόσιο και κοστίζει περισσότερο. Το επιπλέον κόστος θα πιέσει τα εγχώρια επιτόκια δανεισμού των επιχειρήσεων και νοικοκυριών ακόμα πιο ψηλά.
v. Πέμπτον, θα εμφανιστεί τότε, χωρίς Πρόγραμμα, σχεδόν αδύνατη η υπαγωγή των ελληνικών τραπεζών στο Πρόγραμμα Ποσοτικής Χαλάρωσης. Θα χάσει η Ελλάδα το τρένο της εύκολης χρηματοδότησης, το οποίο θα χρησιμοποιούν οι υπόλοιπες χώρες τη Ευρωζώνης.
Ο κ. Χαρδούβελης τόνισε , πάντως, ότι αν η αξιολόγηση κλείσει, η Ελλάδα θα εισπράξει €7,2 δις και θα έχει πρόσβαση στη χρηματοδότηση της ΕΚΤ. Επιπλέον, η χώρα θα μπει σε μια νέα σχέση με τους Ευρωπαίους εταίρους μας για περίπου ένα χρόνο.
Περιγράφοντας αυτή τη σχέση ανέφερε:
– Πρώτον, η χώρα θα καθορίσει μαζί με τους Ευρωπαίους εταίρους, τους όρους που θα διέπουν τον ευρωπαϊκό προληπτικό μηχανισμό στήριξης, τον ECCL (Enhanced Conditions Credit Line). Το ποσό της πιστωτικής αυτής γραμμής αναμένεται να προέλθει από την επιστροφή του μεγαλύτερου ποσού, περίπου €10 δις, από το ΤΧΣ.
– Δεύτερον, η ύπαρξη του ECCL θα μειώσει και τα επιτόκια δανεισμού του ελληνικού δημοσίου από τις αγορές. Η χώρα θα έχει ικανοποιητική πρόσβαση στην χρηματοδότηση των αναγκών της από την ελεύθερη αγορά.
– Τρίτον, θα διαπραγματευτεί η ίδια η χώρα μας και τους όρους συμμετοχής της. Στο ECCL θα συμπεριληφθούν ορισμένα διαρθρωτικά ορόσημα, που απαιτείται η χώρα να πληροί. Αυτά θα αποτελούνται κυρίως από δράσεις που δεν τελείωσαν το 2014 στο 2ο Πρόγραμμα Οικονομικής Προσαρμογής , αλλά και άλλες δράσεις, αποκλειστικά δικές μας, που προέρχονται από το δικό μας ελληνικό Πρόγραμμα οικονομικής ανάπτυξης.
«Στο πλαίσιο αυτό θεωρώ ότι θα είναι ώριμο να ανοίξει και η συζήτηση για τα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους.
a. Πιθανόν η νέα κυβέρνηση να καταλήξει σε συμφωνία που θα περιλαμβάνει την επιμήκυνση της διάρκειας λήξης των δανείων του επίσημου τομέα. Η επιμήκυνση είναι μια τροποποίηση των όρων του δανείου, που μπορεί να γίνει αποδεκτή από τους εταίρους. Χωρίς ζημία στον Ευρωπαίο φορολογούμενο, μας βοηθάει διότι σπρώχνει τις υποχρεώσεις μας βαθύτερα προς το μέλλον, μειώνοντας την παρούσα αξία τους.
b. Πιθανόν η νέα Κυβέρνηση να καταλήξει και στην μετατροπή επιτοκίων από κυμαινόμενα σε σταθερά. Η μετατροπή αυτή αποτελεί ευκαιρία τη σημερινή εποχή, στην οποία τα μακροπρόθεσμα επιτόκια δανεισμού είναι χαμηλά. Θα βοηθήσει την ικανότητα αποπληρωμής των δανείων στο μέλλον ανεξάρτητα, αν στο μέλλον αυξηθούν τα επιτόκια.
Τέλος, η σχέση με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο θα μπορούσε να μεταβληθεί σε πιστοληπτική γραμμή στήριξης, σε αντιστοιχία με το ευρωπαϊκό ECCL.
Από το 2016, θα μπορούμε πλέον να ατενίζουμε τις αγορές χωρίς καμία στήριξη. Η Ελλάδα θα είναι μια χώρα με υγιή ανάπτυξη, ανταγωνιστικότητα, μειούμενη ανεργία και με αύξηση των εισοδημάτων και του πλούτου των πολιτών», κατέληξε ο κ. Χαρδούβελης.