Στο στόχαστρο των ερευνών της Αστυνομίας έχουν μπει ως ύποπτοι τουλάχιστον δύο άτομα για την άγρια δολοφονία του Μένη Κουμανταρέα.
Την Τρίτη εντοπίστηκε από τις Αρχές ο αλλοδαπός με τον οποίο θα συναντιόταν ο Μ. Κουμανταρέας το μοιραίο βράδυ, ο οποίος προς το παρόν δεν θεωρείται ύποπτος για την υπόθεση.
Πηγές αναφέρουν ότι η ανάλυση του οπτικοακουστικού υλικού από τις κάμερες καταστημάτων στην οδό Ζακύνθου, όπου βρίσκεται το σπίτι του λογοτέχνη, έχει αποδώσει καρπούς.
Κατά το επίμαχο διάστημα, μετά τις 10.30 το βράδυ της περασμένης Παρασκευής, εντοπίστηκαν κινήσεις δύο ατόμων που εκτιμάται ότι είναι οι δράστες. Σύμφωνα με πληροφορίες του Έθνους, οι επικεφαλής που ερευνούν το φονικό έχουν στη διάθεσή τους μία εικόνα πιθανότατα από κάμερα με την οποία αναζητούν τους υπόπτους.
Οι αστυνομικοί σαρώνουν, μεταξύ άλλων, τις γειτονιές της Κυψέλης, της Ομόνοιας, των Πατησίων και του Μεταξουργείου, καθώς εκτιμάται ότι εκεί θα βρεθούν τα ίχνη τους.
Χθες εντοπίστηκε από τις Αρχές ο αλλοδαπός με τον οποίο θα συναντιόταν ο Μ. Κουμανταρέας το μοιραίο βράδυ, μετά το γεύμα με τους φίλους του, ο οποίος προς το παρόν δεν θεωρείται ύποπτος για την υπόθεση.
Σύμφωνα με αξιωματικούς της ΕΛ.ΑΣ, τα «ορφανά» αποτυπώματα που βρέθηκαν στην οικία του Μ. Κουμανταρέα είναι πιθανό να ανήκουν σε άτομα που είχαν συναναστραφεί στο παρελθόν με το θύμα και ίσως να γνώριζαν την οικονομική κατάστασή του.
Ατομα του φιλικού περιβάλλοντος του 83χρονου κατέθεσαν στις Αρχές ότι στην Κυψέλη συναντώνται μεγάλοι πληθυσμοί αλλοδαπών, στους οποίους είχε στραφεί κατά καιρούς ο λογοτέχνης για συνεργασία.
Πάντως, μολονότι οι αστυνομικοί έχουν «καταχωρίσει» τη δολοφονία ως «προσωπικές διαφορές», ως βασικό σενάριο εργασίας παραμένει η ληστεία από άτομο/-α που ήξερε.
Η επιλεκτική έρευνα στους χώρους του σπιτιού μαρτυρά τρία πράγματα: ότι ο δράστης γνώριζε ότι υπάρχει αντικείμενο αξίας στο σπίτι, το οποίο και τελικά αφαίρεσε, ήξερε πού να το ψάξει και δεν επέλεξε τυχαία το θύμα.
Επίσης, η μανία με την οποία χτυπήθηκε ο Μ. Κουμανταρέας καταδεικνύει ελατήριο προσωπικής φύσης.
«Ολα τα στοιχεία που έχουμε συλλέξει για την υπόθεση ελάχιστες φορές, σπανίως, τα έχουμε συναντήσει σε δολοφονίες που μοναδικό κίνητρο ήταν η απλή ληστεία», δηλώνει στην εφημερίδα Έθνος αστυνομικός που συμμετέχει στις έρευνες.
Υπενθυμίζεται ότι, σύμφωνα με τον προϊστάμενο της Ιατροδικαστικής Υπηρεσίας Αθηνών, Νίκο Καρακούκη, ο θάνατος του 83χρονου λογοτέχνη ήταν πολύ βίαιος.
Εφερε βαριές κακώσεις στο κεφάλι και στην κοιλιακή χώρα, αποτέλεσμα ισχυρών χτυπημάτων, με γροθιές και κλωτσιές, που δέχθηκε από τον δράστη.
Τα σημάδια στον λαιμό κατά τον στραγγαλισμό έγιναν από ένα άτομο, ενώ η μανία του δολοφόνου προκάλεσε εσωτερική αιμορραγία στο θύμα. Από το πόρισμα του ιατροδικαστή συμπεραίνεται ότι ο δράστης χρησιμοποίησε τα γυμνά του χέρια ως όπλο.
Το γεγονός ότι δεν έλαβε μέτρα (π.χ. να φορέσει γάντια) για να μην αφήσει πίσω του αποτυπώματα και DNA ερμηνεύεται από τους αστυνομικούς με δύο τρόπους, είτε δεν τον απασχολεί γιατί είναι δύσκολο να ταυτοποιηθεί, είτε γιατί έχασε την ψυχραιμία του λόγω προστριβής με το θύμα.