Ένσταση ακυρότητας της προδικασίας που οδήγησε στη σύλληψη του τέως καλλιτεχνικού διευθυντή του Εθνικού Θεάτρου Δημήτρη Λιγνάδη κατέθεσε στην ανακρίτρια ο συνήγορος υπεράσπισής του Αλέξης Κούγιας.
Όπως δήλωσε ο κ. Κούγιας έξω από την Ευελπίδων το αίτημά του στηρίζεται στο ότι ο κατηγορούμενος δεν κλήθηκε να δώσει εξηγήσεις με την ιδιότητα του υπόπτου στη διάρκεια της προκαταρκτικής έρευνας, καθώς και ότι το ένταλμα σύλληψης που εκδόθηκε σε βάρος του δεν πληροί τις τυπικές προϋποθέσεις που ορίζει ο νόμος.
Για τις κατηγορίες που αποδίδονται στον γνωστό σκηνοθέτη, ο συνήγορός του είπε ότι ο κατηγορούμενος αρνείται τους δύο βιασμούς που τον βαρύνουν.
Ισχυρίζεται ότι τις επίμαχες ημερομηνίες που φέρονται να τελέστηκαν δεν βρισκόταν στα μέρη που τον κατηγορούν.
Προς ενίσχυση των ισχυρισμών του μάλιστα, την Πέμπτη πριν από τις 14.30 το μεσημέρι που θα ξεκινήσει η απολογία του, θα προτείνει την εξέταση μαρτύρων που επιβεβαιώνουν τα όσα λέει.
Ο Δημήτρης Λιγνάδης πάντως δεν αρνείται ότι γνώριζε τα πρόσωπα που τον καταγγέλλουν, αρνείται όμως την κατηγορία του βιασμού αποδίδοντας την εμπλοκή του σε φθόνο για την πετυχημένη καλλιτεχνική του πορεία.
Όπως αναφέρει ο κ. Κούγιας στην ένταση ακυρότητας, «την 5/2/2021 υπεβλήθη από τον Βασίλειο Κυπαρισσόπουλο μηνυτήρια αναφορά στον Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Αθηνών, στην οποία ουσιαστικά δεν περιέγραψε κάποια αξιόποινη συμπεριφορά, αφού κατά τους ισχυρισμούς του, και αληθείς υποτιθέμενους, οι δήθεν σεξουαλικές επαφές μαζί του, έγιναν με τη συναίνεσή του ενώ ήταν ήδη 15 ετών και χωρίς να έχω την ιδιότητα του παιδαγωγού του.
Σε κάθε δε περίπτωση το χρονικό διάστημα, στο οποίο αναφέρεται είναι μεγαλύτερο της εικοσαετίας από την ενηλικίωσή του και εν όψει των περί παραγραφής διατάξεων το περιεχόμενο της αναφοράς του ήταν ποινικά αδιάφορο».
Επίσης, προσθέτει ότι «ο εισαγγελέας έλαβε ένορκη κατάθεση από μάρτυρα που πρότεινε ο κ. Κυπαρισσόπουλος.
Ο μάρτυρας αυτός κατέθεσε πως «κατά το χρονικό διάστημα 2014 έως 2016, δηλαδή σε ηλικία 16 προς 17 ετών, δήθεν είχε σεξουαλική σχέση μαζί μου με τη θέλησή του και ότι μια φορά εντός αυτού του χρονικού διαστήματος ανάμεσα σε πολλές άλλες σεξουαλικές επαφές μας υπήρξε και μια που κατά τους ισχυρισμούς του «δεν ήθελε».
Την ίδια ημέρα, αναφέρει στο αίτημα ακυρότητας ο κ. Κούγιας κατέθεσαν και δυο ακόμη μάρτυρες, ένας άνδρας και μια γυναίκα.
Από τους μάρτυρες αυτούς ο ένας «δεν κατέθεσε τίποτα απολύτως σε βάρος μου, αφού δεν υπέπεσε στην αντίληψή του οποιαδήποτε μεμπτή συμπεριφορά μου προς οποιοδήποτε ανήλικο πρόσωπο».
Η δε γυναίκα μάρτυρας «απλώς και μόνο εξιστόρησε την ατυχή και εμμονική προσπάθειά της ήδη από τα φοιτητικά της χρόνια και συγκεκριμένα από το έτος 2000 να συνάψει ερωτική σχέση μαζί μου, χωρίς ωστόσο να αντιληφθεί έστω και μια σεξουαλική επαφή μου με ή χωρίς συναίνεση με έστω και ένα ανήλικο πρόσωπο».
Τι αναφέρει για τη δεύτερη μήνυση
Στην ένσταση ακυρότητας ο γνωστός ποινικολόγος αναφέρεται και στη δεύτερη μήνυση που κατατέθηκε στην εισαγγελία κατά του Δημήτρη Λιγνάδη.
«Στις 19/2 ο δικηγόρος Γιάννης Βλάχος κατέθεσε στην εισαγγελία την από 17/2 μήνυση έγκληση του στην οποία αναφέρεται ότι δήθεν τον Αύγουστο του έτους 2010 τέλεσα σε βάρος του το αδίκημα του βιασμού ενώ ο μηνυτής ήταν ηλικίας 14 ή 15 ετών, χωρίς αυτό να προκύπτει με ακρίβεια αφού αναφέρει μόνο το έτος της γεννήσεως του, το 1995.
»Ο μηνυτής πρότεινε και έναν μάρτυρα ο οποίος εξετάστηκε από τον εισαγγελέα.
»Ο μάρτυρας αυτός “επιβεβαίωσε τη γνωριμία μου με το μηνυτή, αλλά δεν αντελήφθη καμία σεξουαλική επαφή μου με η χωρίς συναίνεση είτε με το μηνυτή είτε με οποιαδήποτε άλλο πρόσωπο, περιέγραψε εντελώς διαφορετικά τις περιστάσεις, υπό τις οποίες με είχαν δήθεν συναντήσει είτε εντός είτε εκτός της οικίας μου και το κορυφαίο δεν γνώριζε έστω εκ διηγήσεως οποιαδήποτε περιστατικό σεξουαλικής κακοποίησης του μηνυτή, μολονότι προφανώς γνώριζε ότι έχει υποβληθεί μήνυση εναντίον μου και μάλιστα δεν ήταν και σίγουρος εάν ο μηνυτής με είχε συναντήσει ξανά μετά την τελευταία φορά που ο μάρτυρας και ο μηνυτής δήθεν με επισκέφθηκαν στο σπίτι μου”.
»”Όταν πληροφορήθηκε από τις 11/2 από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης ότι έχει κατατεθεί σε βάρος μου μήνυση υπέβαλλα στην προϊστάμενη της εισαγγελίας Πρωτοδικών Αθηνών αίτηση να κληθώ “προς παροχή εξηγήσεων και να λάβω αντίγραφα οποιασδήποτε δικογραφίας έχει σχηματιστεί σε βάρος μου, αναφέροντας και γνωστή και μόνιμη διεύθυνση της κατοικίας μου τα τελευταία δώδεκα χρόνια, προκειμένου να υπερασπισθώ τον εαυτό μου τόσο έναντι της εγκλήσεως όσο και έναντι της ακραίας δυσφήμισης μου από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, εξ’ αιτίας της οποίας μάλιστα ήδη από τις 6/2 παραιτήθηκα από τη θέση του καλλιτεχνικού διευθυντή του Εθνικού Θεάτρου, προκειμένου να μην βάλλεται δια του προσώπου μου ο σημαντικός αυτός θεσμός για τη χώρα και τον πολιτισμό της” αναφέρεται στο υπόμνημα του ηθοποιού- σκηνοθέτη.
«Δυστυχώς όμως ο εισαγγελέας απέρριψε το αίτημά μου και περάτωσε την ανάκριση χωρίς να με καλέσει σε εξηγήσεις «και χωρίς μια απλή έρευνα στο internet να διασταυρώσει αν αντιστοιχούν στην αλήθεια οι ημερομηνίες διαφόρων γεγονότων και εκδηλώσεων που αναφέρονται στις μαρτυρικές καταθέσεις των δυο δήθεν παθόντων (όλες είναι λάθος) άσκησε ποινική δίωξη σε βάρος μου για βιασμό κατά συρροή.
»Με τον τρόπο αυτό όμως προκλήθηκε απόλυτη ακυρότητα κατά την άσκηση δίωξης εναντίον μου».