Δημοσίευμα του περιοδικού SPIEGEL (κείμενο Markus Becker και Peter Müller) με τίτλο «Έκτακτη Σύνοδος Κορυφής της Ευρωπαϊκής Ένωσης στις Βρυξέλλες – Για λίγο απεφεύχθη το ρεζίλεμα», περιγράφει τις διαπραγματεύσεις μέχρις ότου συμφωνηθεί η ευρωπαϊκή θέση για την κατοχική Τουρκία.
Το δημοσίευμα αναφέρει, μεταξύ άλλων:
Στη μία η ώρα το πρωί της Παρασκευής, ο Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Σαρλ Μισέλ εμφανίζεται μπροστά από τις κάμερες.
Αν και ο Βέλγος διαπραγματευόταν επί ώρες, δεν φαίνεται κουρασμένος, αντίθετα. Ο Μισέλ χαμογελά, καθώς γνωρίζει ότι τα πράγματα θα μπορούσαν να έχουν εξελιχθεί χειρότερα.
Η ΕΕ, και μάλιστα από την πρώτη ημέρα της έκτακτης Συνόδου Κορυφής, συμφώνησε σε κοινή γραμμή έναντι της Τουρκίας, καταδίκασε ομόφωνα τη δηλητηρίαση του Ρώσου πολιτικού της αντιπολίτευσης Αλεξέι Ναβάλνι και άνοιξε επιτέλους το δρόμο για κυρώσεις σε βάρος του καθεστώτος στη Λευκορωσία.
«Αποδείξαμε για άλλη μια φορά την ενότητά μας σε δύσκολα στρατηγικά ζητήματα», δήλωσε ο Μισέλ με ικανοποίηση την Παρασκευή το απόγευμα, μετά τη λήξη της συνάντησης των αρχηγών κρατών και κυβερνήσεων.
Ωστόσο, μπορεί κανείς να διαφωνήσει για το «για άλλη μια φορά».
Η Ε.Ε. μετά βίας απέφυγε το μεγαλύτερο δυνατό ρεζίλεμα στην εξωτερική της πολιτική.
Το διακύβευμα της Συνόδου Κορυφής ήταν ο ισχυρότερος ρόλος της Ε.Ε. στον κόσμο.
Ο Μισέλ προωθεί εδώ και καιρό τη συζήτηση για τη «στρατηγική αυτονομία» της Ένωσης με ομιλίες και εμφανίσεις.
Η Ε.Ε. πρέπει να γίνει πιο ανεξάρτητη σε σχέση με σημαντικά βιομηχανικά αγαθά, φάρμακα και ψηφιακές υποδομές, αλλά πάνω από όλα περισσότερο ικανή να ενεργεί στην Εξωτερική Πολιτική.
«Πρέπει να συζητήσουμε το ποιούς τομείς θεωρούμε τόσο σημαντικούς, ώστε να περιλαμβάνονται σε αυτήν την έννοια της κυριαρχίας», δήλωσε η Καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ μετά τη Σύνοδο Κορυφής.
Σε σχέση με την αντιμετώπιση της Κίνας, θα υπάρξει μάλιστα ειδική συνάντηση στα μέσα Νοεμβρίου στο Βερολίνο.
Η πραγματικότητα στις Βρυξέλλες, ωστόσο, είχε αρχικά λίγα κοινά στοιχεία με αυτές τις μεγαλεπήβολες ιδέες.
Όπως και να έχει, με τις κυρώσεις εναντίον της Λευκορωσίας οι αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων έβαλαν τέλος σε μια ενοχλητική εκκρεμότητα που διήρκεσε αρκετές εβδομάδες.
Πάγωμα των τραπεζικών λογαριασμών και απαγόρευση εισόδου στην Ε.Ε. θα επιβληθούν σε 40 μέλη του καθεστώτος του Αλεξάντρ Λουκασένκο -αλλά όχι στον ίδιο τον δικτάτορα.
Η πλειοψηφία των μελών της Ε.Ε. ήταν προφανώς διατεθειμένη να προχωρήσει και σε αυτό το μέτρο, αλλά όχι η Σουηδία, η Φινλανδία και η Ουγγαρία.
Ωστόσο, η Μέρκελ χαρακτήρισε τις κυρώσεις ως «σημαντικό μήνυμα» για την ικανότητα δράσης της Ε.Ε. «Το οποίο επιπλέον ήρθε με καθυστέρηση», πρόσθεσε.
Κι αυτό γιατί, παρά τις πολυάριθμες συναντήσεις των Υπουργών Εξωτερικών, η Κοινότητα δεν κατάφερνε να συμφωνήσει σε κυρώσεις σχεδόν δύο μήνες μετά τις αμφιλεγόμενες εκλογές και την έναρξη των μαζικών διαδηλώσεων στο Μινσκ.
Ακόμα και το απόγευμα της πρώτης ημέρας της Συνόδου Κορυφής, δεν ήταν σίγουρο ότι θα επιτυγχανόταν συμφωνία.
Το υπόβαθρο ήταν η επίμονη αντίσταση της Κύπρου, η οποία θα έδινε την έγκρισή της στις κυρώσεις κατά της Λευκορωσίας, μόνο εάν η Ε.Ε. επέβαλε ταυτόχρονα κυρώσεις σε βάρος της Τουρκίας.
Όπως και η Ελλάδα, η Κύπρος αντιστέκεται στην εξερεύνηση πρώτων υλών από μέρους της Τουρκίας στα ανοικτά των ακτών της.
Το πώς θα πρέπει να αντιμετωπιστεί η Τουρκία, κατέστη βασικό θέμα της Συνόδου Κορυφής.
Στην αρχή της συνάντησης, οι αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων συζητούσαν επί ώρες χωρίς να βρίσκουν λύση.
Η Κύπρος και η Ελλάδα επανειλημμένα απέρριψαν τα σχέδια της κοινής δήλωσης της Ε.Ε. ως πολύ επιεική, ενώ και η Γαλλία ήταν της ίδιας άποψης.
Άλλες χώρες της Ε.Ε., ειδικά η Γερμανία, προειδοποιούσαν αντίθετα πως δεν θα πρέπει να υπάρξει περαιτέρω αύξηση των εντάσεων.
Η Τουρκία δεν είναι μόνο πολύ σημαντική από γεωπολιτικής άποψης, αλλά και στο Μεταναστευτικό και το Προσφυγικό.
Επιπλέον, πρόσφατα υπήρξε προσέγγιση της Αθήνας και της Άγκυρας.
Το Βερολίνο δεν ήθελε να τη θέσει σε κίνδυνο με νέες κυρώσεις ή, όπως ζήτησε ο Καγκελάριος της Αυστρίας Σεμπάστιαν Κουρτς, με επίσημη διακοπή των ενταξιακών διαπραγματεύσεων.
Λίγο μετά τις 7 μ.μ. την Πέμπτη, ο Μισέλ ζήτησε να γίνει διάλειμμα -και αποσύρθηκε στον πρώτο όροφο του κτιρίου του Συμβουλίου με τη Μέρκελ, τον Γάλλο Πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν, τον Έλληνα Πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη και τον Πρόεδρο της Κύπρου Νίκο Αναστασιάδη.
Η συνομιλία σε στενό κύκλο προφανώς οδήγησε σε σημαντική πρόοδο: Αργά το βράδυ, οι αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων συμφώνησαν σε ένα κείμενο.
Σε αυτό δηλώνουν την «πλήρη αλληλεγγύη» τους προς την Ελλάδα και την Κύπρο και καταδικάζουν την Τουρκία για παραβίαση του Διεθνούς Δικαίου και της κυριαρχίας της Κύπρου.
Ταυτόχρονα, επιχειρούν να προσεγγίσουν την τουρκική ηγεσία: Θα γίνουν συνομιλίες με την Τουρκία για την επέκταση της Τελωνειακής Ένωσης με την Ε.Ε. και τη διευκόλυνση της έκδοσης βίζας, εάν η Άγκυρα αποφύγει περαιτέρω προκλητικές ενέργειες και παραβιάσεις του Δικαίου.
Εάν όχι, η Ε.Ε. θα χρησιμοποιήσει «όλα τα μέσα που διαθέτει».
Έτσι, οι νέες κυρώσεις εξακολουθούν να αποτελούν επιλογή.
Για την Τουρκία, η πρόταση της Ε.Ε. αποτελεί ασφαλώς μια καλή συμφωνία.
Η Ε.Ε. κατέθεσε προτάσεις για την Τελωνειακή Ένωση και τις ταξιδιωτικές θεωρήσεις το 2016, υπό τον όρο ο Πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν να χαλαρώσει τους αμφιλεγόμενους νόμους κατά της τρομοκρατίας.
Τώρα θα μπορούσε να αποκτήσει τα ίδια πλεονεκτήματα, εάν απλώς σεβαστεί και πάλι το Διεθνές Δίκαιο.
Η Μέρκελ το δικαιολόγησε μετά τη Σύνοδο Κορυφής λέγοντας ότι με την κρίση στην Ανατολική Μεσόγειο υπάρχει πλέον «εντελώς διαφορετική αφετηρία».
Υπάρχει η διάθεση συμβολής στην επίλυση των συγκρούσεων εκεί και η κατάσταση είναι αρκετά περίπλοκη ως έχει.
Η Τουρκία, τουλάχιστον, δεν αντέδρασε εντελώς απορριπτικά.
«Δεν είναι εποικοδομητικό» η Ε.Ε. να συνεχίσει να χρησιμοποιεί τη γλώσσα των κυρώσεων, αναφέρεται σε δήλωση του τουρκικού Υπουργείου Εξωτερικών.
Η απόφαση της Συνόδου Κορυφής «βρίσκεται σε πολλούς τομείς μακριά από την πραγματικότητα», περιέχει όμως και «ορισμένα θετικά στοιχεία».
Δεδομένης της θερμής ατμόσφαιρας στην Ανατολική Μεσόγειο, η διατύπωση ακούγεται σχεδόν διαλλακτική.
Ταυτόχρονα, όμως, η διαμάχη για την Τουρκία και τη Λευκορωσία δείχνει πόσο δύσκολο είναι για την ΕΕ να λαμβάνει αποφάσεις γρήγορα και αποτελεσματικά στην Εξωτερική Πολιτική -και πόσο δύσκολο είναι να καταργηθεί η παραλυτική αρχή της ομοφωνίας στην Εξωτερική Πολιτική της ΕΕ.
Γιατί το επεισόδιο μάλλον αποδεικνύει σε μικρές χώρες, όπως η Κύπρος, ότι μόνο με το δικαίωμα αρνησικυρίας μπορούν να διασφαλίσουν ότι οι 26 άλλοι αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων θα λαμβάνουν σοβαρά υπόψη τις ανησυχίες τους.
Κορωνοϊός
Παρεμπιπτόντως, την Παρασκευή η Σύνοδος ασχολήθηκε και με την κρίση του κορωνοϊού – ακόμα κι αν δεν ήταν στην επίσημη ημερήσια διάταξη.
Μεταξύ των διαπραγματεύσεων για τον προϋπολογισμό, τη Λευκορωσία, την Τουρκία και τα άλλα θέματα, απλώς δεν υπήρχε χρόνος στη Σύνοδος Κορυφής για πιο λεπτομερειακή εξέταση της πανδημίας, δήλωσε η Μέρκελ.
Ακόμη και την Παρασκευή δεν κατέστη δυνατόν «να μιλήσουμε για τις διαφορετικές μεθόδους αντιμετώπισης στα κράτη-μέλη».
Παρ’ όλα αυτά, «έγινε μια πολύ καλή επισκόπηση της κατάστασης».
Η συζήτηση ήταν τόσο καλή, ώστε υπάρχει η βούληση να διεξάγεται σε κάθε Σύνοδο Κορυφής από εδώ και στο εξής.
«Όλοι γνωρίζουν», είπε η Μέρκελ, «ότι οι πιο δύσκολοι μήνες είναι τώρα μπροστά μας».