Νέο παραλήρημα και λεκτικά πυρά κατά της Ελλάδας και της Κύπρου, εξαπέλυσε ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, σήμερα, Εθνική επέτειος για την Τουρκία.
Στις 30 Αυγούστου οι Τούρκοι γιορτάζουν το Ζafer Bayramı ή την Εορτή της Νίκης.
Πρόκειται για την τουρκική στρατιωτική νίκη που έδωσε τέλος στον ελληνοτουρκικό πόλεμο, στην ελληνική μικρασιατική εκστρατεία και γενικότερα στη Μεγάλη Ιδέα.
Μετά από μια διετή σφοδρή πολεμική αντιπαράθεση μεταξύ της Ελλάδας και του τουρκικού εθνικιστικού στρατού στη Μικρά Ασία ο Τούρκος ηγέτης, Μουσταφά Κεμάλ αυτοπροσώπως ηγήθηκε της «Μεγάλης Επίθεσης» (Büyük Taaruz) που ξεκίνησε στις 26 Αυγούστου 1922 στην κοιλάδα του Αφιόν Καραχισάρ με τον σύνθημα «Στόχος μας είναι η Μεσόγειος».
Τέσσερις μέρες αργότερα οι εξουθενωμένες και αποκαρδιωμένες ελληνικές δυνάμεις ηττήθηκαν στη Μάχη του Ντουμλούπιναρ και ετράπησαν σε άτακτη φυγή με αποτέλεσμα τα τουρκικά στρατεύματα να εισέλθουν στις 9 Σεπτεμβρίου στην ανοχύρωτη πλέον «Γκιαβούρ Ιζμίρ» (άπιστη ή χριστιανική Σμύρνη).
Ο Τούρκος πρόεδρος επισκέφτηκε το μαυσωλείο του Ατατούρκ στην Άγκυρα και από εκεί, δήλωσε ότι η Τουρκία «δεν θα υποκύψει στις απειλές στην Ανατολική Μεσόγειο, ούτε και στη γλώσσα των εκφοβισμών και των εκβιασμών.
»Θα συνεχίσει να υπερασπίζεται τα δικαιώματά της που απορρέουν από το Διεθνές Δίκαιο και τις διμερείς συμφωνίες».
Ο αγώνας της Τουρκίας για ανεξαρτησία συνεχίζεται και σήμερα, συνέχισε και πρόσθεσε:
«Δεν είναι απολύτως τυχαίο που αυτοί που επιδιώκουν να μας αποκλείσουν από την Ανατολική Μεσόγειο είναι οι ίδιοι με αυτούς που προσπάθησαν να εισβάλουν στην πατρίδα μας πριν από έναν αιώνα».
«Ακριβώς όπως το έθνος μας πέτυχε τη νίκη στον αγώνα της για την ανεξαρτησία, δεν θα διστάσει ποτέ να αποτρέψει τις επιθυμίες και τις κινήσεις για μια σύγχρονη Συνθήκη των Σεβρών στη γαλάζια πατρίδα μας.
»Κανείς δεν πρέπει να αμφιβάλλει για την αποφασιστικότητά μας σε αυτό το ζήτημα και την ακλόνητη πίστη μας στη νίκη», είπε χαρακτηριστικά.
Τα πολεμικά γεγονότα που οδήγησαν στη Μικρασιατική Καταστροφή
Στις 13 Αυγούστου του 1922 και ενώ δύο ημέρες πριν είχε εκδηλωθεί παραπλανητική επίθεση στην τοποθεσία του Ντερέκιοϊ της περιοχής Μελετζίκ, ο ενισχυμένος κεμαλικός στρατός πραγματοποίησε την κύρια προσβολή των ελληνικών γραμμών με γενική επίθεση στην πλέον αδύναμη θέση τους, στο νότιο τομέα και ΒΔ του Αφιόν Καραχισάρ.
Τα Α΄και Β΄ Σώματα Στρατού προέβαλαν σκληρή αντίσταση αλλά την επομένη ημέρα (14 Αυγούστου 1922) η γραμμή του μετώπου διασπάστηκε και ξεκίνησε η σύμπτυξη των ελληνικών δυνάμεων.
Ωστόσο, πολύ γρήγορα (16-17 Αυγούστου) οι ελληνικές δυνάμεις υπέστησαν νέα ήττα και περικυκλώθηκαν, υποχρεούμενες είτε να παραδοθούν και να υποστούν ταπεινωτική αιχμαλωσία, είτε να υποχωρήσουν άτακτα προς τα παράλια, καταδιωκόμενα από τις εχθρικές μονάδες.
Αντίθετα, το Γ΄ Σώμα Στρατού και η 6η Μεραρχία που κάλυπταν το βόρειο τομέα του μετώπου υποχώρησαν συντεταγμένα καθώς δεν είχαν δεχτεί ιδιαίτερη πίεση.
Οι τουρκικές μονάδες εισήλθαν στην Προύσσα και την ανακατέλαβαν στις 24 Αυγούστου σύμφωνα με ανακοινωθέν του ειδησεογραφικού σταθμού «Χόρσεϊ» του Λονδίνου, το οποίο εκδόθηκε την 23η βραδυνή ώρα.
Το τουρκικό επιτελείο ανακοίνωσε ότι η πρώτη φάση των επιθετικών του ενεργειών ολοκληρώθηκε με την κατάληψη του Εσκί Σεχίρ και του Ουσάκ, όπως μετέδωσε το γαλλικό πρακτορείο ειδήσεων «Βορδώ» του Παρισιού, στις 24 Αυγούστου 1922.
Οι ίδιες, επίσημες πηγές της Άγκυρας ανέφεραν ότι ο ελληνικός στρατός πυρπόλησε, αποχωρώντας, τη μουσουλμανική συνοικία του Αφιόν Καραχισάρ.
Πανικόβλητη, η δεξιά κυβέρνηση των Αθηνών υπό τον Π. Πρωτοπαπαδάκη αποφάσισε την αντικατάσταση του αρχιστράτηγου Χατζανέστη με τον αντιστράτηγο Πολυμενάκο και διέταξε εκκένωση της Μικράς Ασίας.
Στις 5 Σεπτεμβρίου τα τελευταία τμήματα του Ελληνικού Στρατού εγκατέλειψαν την Μικρά Ασία.
Στις 8 Σεπτεμβρίου οι πρώτοι Τούρκοι στρατιώτες μπήκαν στη Σμύρνη και στις 13 ξεκίνησε η καταστροφή.
Οι νικητές προέβησαν σε εκτεταμένες βιαιοπραγίες και ωμότητες εις βάρος του χριστιανικού πληθυσμού όλης της Μικράς Ασίας.
Η γενοκτονία των Ελλήνων που ξεκίνησε το 1906 από τη Θράκη ολοκληρωνόταν στη Σμύρνη από τους Νεότουρκους.
Οι ελληνικές και αρμενικές συνοικίες της Σμύρνης παραδόθηκαν στις φλόγες, ενώ οι κάτοικοί τους αναζητούσαν απεγνωσμένα τρόπο διαφυγής προς το Αιγαίο, κάτω από τα αδιάφορα (πλην ελαχίστων εξαιρέσεων) βλέμματα των πληρωμάτων των συμμαχικών πλοίων τα οποία τηρούσαν στάση αυστηρής ουδετερότητας (όπως είχαν διαταχθεί) μπροστά στη σφαγή, ενώ καταγράφηκαν και περιπτώσεις όπου οι άνδρες των πληρωμάτων ράβδιζαν τα χέρια των ικετεύοντων χριστιανών που προσπαθούσαν να ανεβούν στα καταστρώματα για να σωθούν, συμμετέχοντας έτσι στο έγκλημα των Τούρκων.
Η αρνητική έκβαση της μικρασιατικής εκστρατείας οδήγησε στη μεγάλη καταστροφή, την απώλεια εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπινων ζωών και την προσφυγοποίηση 1,5 εκατομμυρίου άλλων.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που έδωσε ο Ελ. Βενιζέλος με το υπόμνημά του στη Συνδιάσκεψη της Ειρήνης του Παρισιού, στη Μικρά Ασία ζούσαν 1.694.000 Έλληνες.
Στη Θράκη και την περιοχή της Κωνσταντινούπολης 731.000.
Στην περιοχή της Τραπεζούντας 350.000 και στα Άδανα 70.000.
Σύνολο 2.845.000 Έλληνες που αποτελούσαν το 20% του πληθυσμού των περιοχών, αλλά που κυριαρχούσαν οικονομικά, είχαν δε καταφέρει να διατηρήσουν την πολιτιστική τους κληρονομιά, παρ’ ότι αποτελούσαν μειονότητα σε εχθρικό περιβάλλον, έχοντας 2.177 σχολεία με 177.505 μαθητές και 4.596 δασκάλους, καθώς και 2.232 εκκλησίες.
Οι διασωθέντες έφτασαν στο Βασίλειο της Ελλάδας ως πρόσφυγες και τραγικές αποδείξεις μιας ανολοκλήρωτης πορείας.
Ερωτηματικό παραμένει ως σήμερα, ο μεγάλος αριθμός κρυπτοχριστιανών οι οποίοι παραμένουν ως και σήμερα, αφανείς.
Στα συντρίμμια της Σμύρνης τερματίσθηκε η ελληνική παρουσία 2.500 ετών στη Μικρά Ασία και ενταφιάστηκε η ιδεολογία της «Μεγάλης Ιδέας», η οποία είχε αποτελέσει επί σχεδόν έναν αιώνα τον κεντρικό άξονα της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής και τη βασική πηγή τροφοδότησης της νεοελληνικής αυτοσυνειδησίας.
Συνολικά η μικρασιατική εκστρατεία είχε ως αποτέλεσμα πάνω από 25.000 νεκρούς και τραυματίες στρατιώτες από ελληνικής πλευράς.