Ο άνθρωπος μάχεται με το δαίμονά του και συχνά αυτοπαιδεύεται, είτε για να προσαρμοστεί είτε για να δραπετεύσει από τον εγκλωβισμό του, που οι συνθήκες του επιβάλλουν.
Η προσαρμογή αντιπροσωπεύει στη συνείδησή του τη δουλεία στο πλήθος, ενώ η απόδραση του τη γοητεία της δειλίας μπροστά στη συλλογική ευθύνη, για την οικοδομή του παρόντος.
Φοβερό και αδυσώπητο το δίλημμα. Θα έπρεπε ωστόσο να είναι δίλημμα ή αγώνας, όπως ορίζει η ιστορική εμπειρία αλλά και η πίεση της ιστορίας που πλάθεται;
Είναι θέμα συνειδητοποίησης της ευθύνης. και η ευθύνη αυτή δεν αφορά μόνο το μέλλον του Έλληνα, ώστε να έχει πάντα ένα περιθώριο ραθυμίας, στο οποίο εμφιλοχωρούν καταστάσεις, που χωράνε στα διαστήματα της νωθρότητας. Η ευθύνη αφορά πρωτίστως το σήμερα. Σήμερα ολόκληρη η σκηνή την κατέχει το πρόβλημα της ελευθερίας, που αξιώνει την τόλμη της όρασης!
Ο επιθανάτιος ρόγχος της ελευθερίας είναι ο πλέον επίμονος ήχος που ακούει ο κάθε σκεπτόμενος Έλληνας. Δεν τον ακούει όμως η διανόηση της εξαγορασμένης επιβίωσης.
Δεν τον ακούνε οι “τεχνίτες” των προσαρμογών, οι πολιτικοί των επικύψεων, οι δημοσιογράφοι της υποκρισίας και της απαιδευσίας. Ποιο άλλο δράμα θα μπορούσε να αιχμαλωτίσει όλους αυτούς, εξόν από τούτο το δράμα το ολοκληρωτικό για την κοινωνία, που είναι και δράμα εν πολλοίς προσωπικό;
Η “δουλειά” των διανοούμενων, όσων τέλος πάντων εμφανίζονται ότι διανοούνται, των πολιτικών που ενδιαφέρονται να ανατέμνουν τις ευθύνες τους και των δημοσιογράφων, που δεν είναι προσεδεμένοι σε αναπηρίες του συστήματος, είναι να “ζωγραφίζουν” την πραγματικότητα της εποχής τους. Να ζωγραφίζουν ολόκληρη την πραγματικότητα, χωρίς να αφήνουν καμία ουσιώδη πλευρά της στη σκιά.
Τούτο δε δεν σημαίνει να γνωρίζουν τα πάντα, θα ήταν απαίτηση πολύ βαριά, σημαίνει απλώς: Να έχουν καθαρή όραση.
Η καθαρή, η αθόλωτη όραση. Και η τόλμη της όρασης θα βοηθήσει στην αναζήτηση του “ελλείποντα δεσμού”, που συνδέει την ατομική συνείδηση με την κοινωνική συνείδηση και τη συνείδηση του πλήθους.
Και την ανάγκη της ατομικής ελευθερίας με την ελευθερία την ομαδική. Στην ίδια περιοχή θα αναζητηθούν και τα θεμελιωτικά στοιχεία, που στηρίζουν τη θέληση για τη δημοκρατία και τη συνεννόηση των πολιτών.
Πόσοι διανοούμενοι και πολιτικοί, πόσοι δημοσιογράφοι και πόσοι πολίτες είναι διατεθειμένοι να μη… διαπραγματεύονται την αξία της ίδιας της ελευθερίας τους;
Ελλάδα και Έλληνα ζητώ! Αντί “Ανθρωπον ζητώ”, με αναμμένο “λαδοφάναρον”, καταμεσήμερον, ακούεται, από τα βάθη 2400 χρόνων περίπου, η “κραυγή” του κυνικού Διογένους, σήμερα, στους ολίγιστους έστω, των οποίων η ακοή δεν έχει αχρηστευθεί ακόμη… Αυτό είναι το επιτακτικό αίτημα του καιρού μας και του τόπου μας.
Που είναι η Ελλάδα η ανθρωπογεννήτρα; Η μητέρα της Φιλοσοφίας, της Επιστήμης και της Τέχνης, του Ηρακλέους και του Προμηθέως, του Πολιτισμού, των “Παρθενώνων” και των “Μαραθώνων”; Η Ελλάδα της εθνικής αξιοπρέπειας και της ιστορικής συνείδησης;
Είναι ιδέα η Ελλάς και ως τέτοια βρίσκεται έξω από τον κόσμο της φθοράς;
Που είναι η Ελλάδα του αιώνιου, του πραγματικά άφθαρτου και ακατάλυτου πνεύματος;
Αυτό το πνεύμα που ούτε συλλαμβάνεται, ούτε υποτάσσεται, ούτε αποθνήσκει!
Που είναι λοιπόν; Κανείς δεν απαντά… Κωφάλαλοι αίφνης έγιναν όλοι! Πολιτικοί, δημοσιογράφοι, ακαδημαϊκοί, έμποροι, νοικοκυραίοι, όλοι σιωπούν. Οι περισσότεροι, ωστόσο, συμφωνούν και με νεύμα… ερωταποκρίνονται: Η Ελλάς γονάτισε, λύγισε, πεθαίνει. Έλληνες μητροκτόνοι! Και τα αρπακτικά ολόγυρα “μυρίζονται” το πτώμα…
Και, προ των στιγμών της επιθανάτιας κρίσης, εκτός από τα ξένα και εγχώρια “αρπακτικά”, η επάρατη νεοελληνική βλακεία, ο ωχαδερφισμός και ο πολιτικός αμοραλισμός, η διάλυση της κοινωνικής συνοχής, η κατάλυση του αστικού καθεστώτος και η συχνή παραβίαση του Συντάγματος, η αντιπαιδεία και αγλωσσία, η “θολοκουλτούρα” των ημιμαθών της πολιτικής και της ανάπηρης διανόησης με τις αριστερόστροφες αγκυλώσεις τους, η παραγραφή και πλαστογράφηση της ιστορίας.
Ισχύει, άραγε, εδώ ο μύθος του Χάινε, που οι “θλιμμένοι” καλόγεροι αναφέρουν ότι είναι: “Κακός ο κόσμος… Και πια η χαρά μας είναι ξένη… Νικούν οι μπάσταρδοι, οι φονιάδες, κλέφτες τη χώρα τη ρημάζουνε, σκύβουν οι ελεύθεροι, ραγιάδες…”.