Με πρόσθετα στοιχεία που αποδεικνύουν αλλά και ενισχύουν τη θέση της Αθήνας για την ακύρωση του μέτου για την περικοπή στις συντάξεις εστάλη σήμερα στις Βρυξέλλες το προσχέδιο του προϋπολογισμού για το 2019, στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου που ισχύει για όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ.
Το κείμενο του προσχεδίου που φεύγει σήμερα για τις Βρυξέλλες προτάσσει το σενάριο της μη περικοπής των συντάξεων και της εφαρμογής των μέτρων ελάφρυνσης ύψους 1,1 δισ. ευρώ που εξήγγειλε ο Πρωθυπουργός από την ΔΕΘ.
Διατηρεί όμως για λόγους διαπραγματευτικής πολιτικής και το «σενάριο βάσης» όπως λέγεται, που περιλαμβάνει την περικοπή των συντάξεων και την εφαρμογή του συνόλου των κοινωνικών αντίμετρων αφού δεν υπάρχει τελική συμφωνία για την αλλαγή του.
Όπως δήλωσε την Κυριακή κυβερνητικός αξιωματούχος, στο προσχέδιο που θα κατατεθεί: «Θα καταγράφεται η σαφής πρόθεση της κυβέρνησης να μην περικοπούν οι συντάξεις. Το σχέδιο θα είναι σαφέστερο από το προσχέδιο που κατατέθηκε στη Βουλή».
Αντί των αντίμετρων, τα οποία θα ακυρωθούν μαζί με την περικοπή στις συντάξεις, στο προσχέδιο θα περιλαμβάνονται οι εξαγγελίες του Αλέξη Τσίπρα στη ΔΕΘ:
– Μείωση του ΕΝΦΙΑ κατά 10% μεσοσταθμικά
– Μείωση ασφαλιστικών εισφορών ελεύθερων επαγγελματιών, αυτοαπασχολούμενων και αγροτών
– Μείωση φορολογίας διανεμόμενων κερδών
– Σταδιακή μείωση του φόρου εισοδήματος νομικών προσώπων από 29% σε 25% με μείωση κατά 1% κατ’ έτος
– Επιδότηση των ασφαλιστικών εισφορών για νέους κάτω των 25 ετών
– Εισαγωγή ενός νέου προγράμματος επιδότησης ενοικίου με οικονομικά και οικογενειακά κριτήρια
– Ενίσχυση του προγράμματος «Βοήθεια στο Σπίτι».
Το σενάριο που προωθεί η κυβέρνηση με τη μη περικοπές των συντάξεων έχει ως στόχο πρωτογενές πλεόνασμα 3,56% μόλις 0,06% του ΑΕΠ ( 122 εκ ευρώ ) πάνω από το στόχο.
Το κείμενο του προσχεδίου που θα διαβάσουν οι Βρυξέλλες αναμένεται ότι θα δίνει μια παραπάνω υπέρβαση του στόχου κατά 200 -250 εκατομμύρια ευρώ με μια πιο ακριβή κοστολόγηση των μέτρων και μιας αναθεώρησης του καθαρού δημοσιονομικού αποτελέσματος από την περικοπή των συντάξεων, που στο Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα Δημοσιονομικής Στρατηγικής υπολογίζονταν στο 2,065 δις ευρώ.
Την κίνηση αυτή προανήγγειλε άλλωστε και το κείμενο του προσχεδίου το οποίο στην αρχή της ελληνικής πρότασης έλεγε ότι «η ακριβής ποσοτικοποίηση των δημοσιονομικών παρεμβάσεων θα οριστικοποιηθεί στο πλαίσιο της επεξεργασίας των προϋπολογισμών των κρατών μελών κατά τη διαδικασία του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου».
Με τον τρόπο αυτό θεωρείται ότι θα κατευνάσουν τους φόβους που εκφράζονται κυρίως από την ΕΕ ότι σε μια εκλογική χρονιά όπως το 2019 δεν θα υπάρξει ενδεχόμενο χαλάρωσης σε βαθμό που η Ελλάδα να αποκλίνει από το στόχο για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ.
Παράλληλα, εκτός κειμένου θα σταλεί και μια σειρά προβολών που θα δείχνει ότι και χωρίς την περικοπή συντάξεων η Ελλάδα θα βρίσκεται εντός στόχων όχι μόνο το 2019 αλλά για το σύνολο της δύσκολης περιόδου ως το 2022. Τούτο με δεδομένο ότι η αναστροφή του μέτρου των συντάξεων είναι μόνιμο μέτρο και η αναστροφή του θα φέρει αλλαγές όχι μόνο για το 2019 αλλά και για όλα τα επόμενα χρόνια.
Θετική προς την κατεύθυνση αυτή είναι και η στάση του ΔΝΤ, που επιλεγεί καθώς φαίνεται την σιωπηρή ανοχή στις αλλαγές που θέλει να κάνει η Ελλάδα ( παρότι υποστηρίζει την εφαρμογή της περικοπής ) κάνοντας ως πρώτο βήμα καλής θέλησης την αναθεώρηση των προβλέψεων του για ανάπτυξη και πρωτογενή πλεονάσματα που είδαμε πριν λίγες μέρες.
Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και η Κριστίν Λαγκάρντ, ουσιαστικά «έδειξαν» την Παρασκευή στην κατεύθυνση του Όλαφ Σόλτς και την Άνγκελα Μέρκελ καλώντας τον Ευκλείδη Τσακαλώτο να τα βρει με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς για το θέμα των συντάξεων.
Αυτό δεν σημαίνει ότι το ΔΝΤ έχει αλλάξει απόψεις. Εξακολουθεί να επιμένει ότι η κατάργηση της προσωπικής διαφοράς πρέπει να προχωρήσει για να ενισχυθούν άλλες κοινωνικές ομάδες ενώ η θέση του αυτή αναμένεται να αποτυπωθεί ξανά δημόσια μέσα από τις επόμενες εκθέσεις που θα συνταχθούν για την Ελλάδα.
Από την άλλη πλευρά, αυτή των ευρωπαϊκών θεσμών, ο Πιερ Μοσκοβισί την Παρασκευή μιλώντας στο Bloomberg, άφησε όλα τα ενδεχόμενα ανοικτά κινούμενος στα πλαίσια των διαδικασιών: «Φέρτε τα νούμερα και θα δούμε» ήταν ουσιαστικά η απάντηση που έδωσε.