Μία δεκάχρονη, η Μαριτίνα, περιέγραψε πώς σώθηκε από τις φονικές φωτιές στο Μάτι. Την ιστορίας του κοριτσιού την δημοσιοποίησε η μητέρα της σε τοπικό ΜΜΕ της Λαμίας.
Την ημέρα που εκδηλώθηκε η πυρκαγιά, η 10χρονη βρισκόταν σε κατασκήνωση προσκόπων στο Μάτι μαζί με άλλα 19 παιδιά ηλικίας 7-11 ετών και τους τέσσερις οδηγούς τους.
Όταν η φωτιά άρχισε να πλησιάζει την κατασκήνωση, οι αρχηγοί κατάφεραν να απομακρύνουν τα παιδιά και να τα μεταφέρουν στην Αθήνα με ένα διερχόμενο τουριστικό λεωφορείο. Λίγη ώρα αργότερα η κατασκήνωση κάηκε ολοσχερώς. Να πώς διηγήθηκε την περιπέτειά της η μικρή Μαριτίνα στην φίλη της.
«Πήγα κατασκήνωση σε μια περιοχή που λέγεται Μάτι. Δεν θα το πιστέψεις αλλά έπιασε φωτιά πολλοί άνθρωποι πέθαναν, άλλοι είναι στο νοσοκομείο. Κάηκαν σπίτια. Ευτυχώς εμείς είμαστε καλά όμως τα σακίδιά μας κάηκαν. Εκεί είχα όλα μου τα παπούτσια, πολλά ρούχα ΤΗΝ ΚΙΘΑΡΑ ΜΟΥ με τα βιβλία,
Τώρα μου έχουν μείνει μόνο οι σαγιονάρες. Εγώ με τη Μαρία κλαίγαμε. Δεν ξέρω τι θα κάνω τώρα. Θα αγοράσουμε μερικά καινούρια πράγματα, μια καινούρια κιθάρα, παπούτσια. Με τους προσκόπους ήμασταν. Η φωτιά ήταν 300 μέτρα από μας, όχι χιλιόμετρα ΜΕΤΡΑ. Ξέρεις πώς σωθήκαμε;
Ο Σαργός, ένας αρχηγός μας, είδε ένα άδειο πούλμαν το σταμάτησε και είπε στον οδηγό να περιμένει. Πήρε τηλέφωνο τον Μπαλού και αυτός είπε να έρθουμε γρήγορα. Μπήκαμε μέσα και φύγαμε. Αν δεν ήταν ο Σαργός τώρα θα είχαμε πεθάνει από τη φωτιά ή από την ασφυξία από τον καπνό.
Στην αρχή που είχε πιάσει λίγη φωτιά μας λέγανε ότι ψήνουν αρνιά για να μην τρομάξουμε και μετά άρχισε να φυσάει και η φωτιά πήγαινε παντού.
Βλέπαμε τη φωτιά με τα ΙΔΙΑ ΜΑΣ ΤΑ ΜΑΤΙΑ είχαμε κατατρομάξει. Τώρα το μόνο που θέλω είναι να πάω πίσω στο χρόνο και να τα αλλάξω όλα.
Η Μαρία δεν είχε προλάβει καν να βάλει εσώρουχο και είχε βάλει το κολάν της χωρίς εσώρουχο. Από πάνω μας ήταν πάααααρα πολύς καπνός. Μια φίλη μου, η Κατερίνα έκλαιγε συνέχεια στον Μπαλού ότι ήθελε την οικογένειά της. Μακάρι να μην είχα πάει ποτέ εκεί πέρα. Δεν θα ξαναπάω κατασκήνωση ποτέ ξανά».