Φάμπρικα με πλαστές αποδείξεις καταβολής προστίμων για μη πληρωμή εισιτηρίων στις αστικές συγκοινωνίες , είχαν στήσει δύο ελεγκτές εισιτηρίων των αστικών συγκοινωνιών και δύο τυπογράφοι, και “τσέπωναν’ τα πρόστιμα των επιβατών που έπιαναν χωρίς εισιτήριο.
Το κόλπο που αποκαλύφθηκε μετά από καταγγελία επιβάτη , ήταν απλό.
Οι δύο ελεγκτές των Οδικών Συγκοινωνιών Α.Ε όταν διαπίστωναν κατά τους ελέγχους που έκαναν στις αστικές συγκοινωνίες ότι κάποιος επιβάτης δεν είχε πληρώσει εισιτήριο του έκοβαν πρόστιμο, αλλά η απόδειξη που του έδιναν ήταν πλαστή , από τα μπλοκ που είχαν προμηθευτεί από τους τυπογράφους.
Όσον αφορά το ιστορικό της υπόθεσης, στις 20.06.2014 το μεσημέρι, οι δυο ελεγκτές βεβαίωσαν πρόστιμο ύψους 72 ευρώ σε 25χρονη ημεδαπή, η οποία είχε επιβιβαστεί σε λεωφορείο των αστικών συγκοινωνιών χωρίς εισιτήριο. Η 25χρονη πλήρωσε άμεσα το πρόστιμο, προκειμένου όπως την ενημέρωσαν σχετικά, να μειωθεί η αξία του στο μισό, παρέλαβε ένα στέλεχος της πράξης βεβαίωσης παράβασης και επιβολής προστίμου και αποχώρησε, χωρίς όμως να παραλάβει την ταυτότητά της, την οποία είχε παραδώσει προηγουμένως στους ελεγκτές.
Το απόγευμα της ίδιας ημέρας, η 25χρονη αναζήτησε την ταυτότητά της και μετέβη στα Κεντρικά Γραφεία του Ο.ΣΥ. στον Άγιο Ιωάννη Ρέντη, όπου ενημερώθηκε ότι το απόκομμα πληρωμής που είχε λάβει ήταν πλαστό, καθώς το μητρώο του αναγραφόμενου ελεγκτή ήταν ανύπαρκτο. Ωστόσο, η 25χρονη αναγνώρισε στον χώρο τους δύο ελεγκτές, ως τα πρόσωπα που βεβαίωσαν την παράβαση.
Ακολούθησε διερεύνηση της υπόθεσης από την Υπηρεσία Εσωτερικών Υποθέσεων της Ελληνικής Αστυνομίας, στο πλαίσιο της οποίας οι δυο εμπλεκόμενοι συνελήφθησαν (21.06.2014), ενώ εκτελούσαν υπηρεσία οδηγού σε λεωφορεία του προαναφερόμενου Οργανισμού.
Η δράση τους προσδιορίζεται από τον Απρίλιο του 2013 και από τα μέχρι τώρα στοιχεία της έρευνας εκτιμάται ότι τα κέρδη που αποκόμισαν οι συλληφθέντες, ζημιώνοντας παράλληλα την Ο.ΣΥ., κυμαίνονται από 50.400 έως 90.720 ευρώ
Σε βάρος τους σχηματίσθηκε δικογραφία κακουργηματικού χαρακτήρα για τα κατά περίπτωση αδικήματα της πλαστογραφίας, απάτης και απιστίας σχετική με την Υπηρεσία, κατά συναυτουργία, κατ’ εξακολούθηση και κατά συνέργεια και η υπόθεση παραπέμφθηκε για κύρια ανάκριση.