Οι Ευρωπαίοι θέλουν την παραμονή της Βρετανίας στην ΕΕ. Αρκεί βέβαια να τη θέλουν και οι …ίδιοι οι Βρετανοί και το Brexit ή όχι θα το δείξει.
Οικονομικά επιχειρήματα, αλλά και μακροπρόθεσμοι στρατηγικοί σχεδιασμοί συνηγορούν υπέρ της «συμβίωσης» αναφέρει η Deutsche Welle.
Λίγοι βιώνουν τόσο έντονα την ιδιαίτερη σχέση της Ευρώπης με τη Βρετανία όσο ο Ντέιβιντ Μακ Άλιστερ, γερμανός ευρωβουλευτής των χριστιανοδημοκρατών με καταγωγή από τη Σκωτία.
Ο έμπειρος πολιτικός καταγράφει την αντιφατική εικόνα των δημοσκοπήσεων, αλλά και το προβάδισμα που δίνουν τα γραφεία στοιχημάτων για το REMAIN, την παραμονή, απέναντι στο LEAVE, την αποχώρηση.
Παραμένει λοιπόν αισιόδοξος γιατί, όπως λέει, πιστεύει στην υπέρτατη βρετανική αξία που είναι το common sense, η κοινή λογική.
«Πιστεύω ότι θα επικρατήσει το common sense. Όλα τα επιχειρήματα, και όχι μόνο όσα αφορούν την οικονομία, υποδεικνύουν ότι η Βρετανία θα βρισκόταν σε καλύτερα χέρια ως πλήρες μέλος της ΕΕ» λέει ο γερμανός ευρωβουλευτής στην Deutsche Welle.
Ο Μακ Άλιστερ διετέλεσε πρωθυπουργός στο γερμανικό κρατίδιο της Κάτω Σαξονίας, που έχει παραδοσιακές και στενές σχέσεις με τη Βρετανία.
Ήταν από τα φαβορί για τη μελλοντική διαδοχή της Άνγκελα Μέρκελ, αλλά το σχέδιο προφανώς ναυάγησε μετά την αιφνιδιαστική ήττα του, με διαφορά λίγων ψήφων, στις τοπικές εκλογές του 2013.
Όμως ο Μακ Άλιστερ παρέμεινε στο κόμμα της Μέρκελ ως επικεφαλής του ευρω-ψηφοδελτίου και σήμερα προίσταται της επιτροπής του Ευρωκοινοβουλίου για τις σχέσεις με τις ΗΠΑ.
Με αυτή την πολιτική διαδρομή, το συμπέρασμά του είναι ότι «αν τυχόν οι Βρετανοί αποχωρήσουν, ασφαλώς η ΕΕ θα συνεχίσει με 27 κράτη-μέλη, αλλά αυτή η ΕΕ θα ήταν διαφορετική.
Και σίγουρα δεν θα ήταν καλύτερη. Μπορεί οι Βρετανοί να είναι δύσκολος εταίρος, μπορεί να έχουν άλλη αντίληψη περί ευρωπαϊκής ενοποίησης από τους Γερμανούς, αλλά συμβάλλουν αποφασιστικά στην ισχυροποίηση της Ευρώπης.
Όταν το ζητούμενο είναι η δημοσιονομική και οικονομική σύνεση, η επένδυση στην παιδεία και σε σύγχρονες υποδομές, η ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας, τότε η Βρετανία αποδεικνύεται πολύτιμος και αξιόπιστος εταίρος- ιδιαίτερα για τη Γερμανία».
Μεταξύ οικονομικής λογικής και …μετανάστευσης
Η υπόσχεση ευημερίας είναι αμοιβαία, τονίζει η ευρωβουλευτής των Εργατικών Τζούντιθ Κίρτον-Ντάρλινγκ, η οποία ήταν από τους πρώτους που εμφανίστηκαν στις Βρυξέλλες φορώντας την κονκάρδα του REMAIN και δίνοντας το σύνθημα για την παραμονή της Βρετανίας.
O λόγος είναι προφανής, λέει η Κίρτον-Ντάρλινγκ στη Deutsche Welle: «Κατάγομαι από τη βορειοανατολική Αγγλία, μία από τις πιο φτωχές περιοχές της Βρετανίας.
Κι όμως, έχουμε εμπορικό πλεόνασμα με την Ευρώπη, γιατί διαθέτουμε βιομηχανική παραγωγή και εξαγωγικό προσανατολισμό.
Επομένως είναι διπλό το όφελος της συμμετοχής στην ΕΕ: από τη μία πλευρά η πρόσβαση στην ενιαία αγορά, από την άλλη οι δημόσιες και ιδιωτικές επενδύσεις που δημιουργούν θέσεις εργασίας στην περιφέρειά μας.
Αλλά και η Βρετανία συνολικά είναι πιο ισχυρή στην Ευρώπη.
Είναι καλύτερα να καθόμαστε κι εμείς στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, παρά να είμαστε απέξω και να φωνάζουμε για να μας ακούσουν εκείνοι που κάθονται στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων…»
Αυτά λέει η λογική, η οποία όμως σε μεγάλο βαθμό έχει εκλείψει από τον προεκλογικό αγώνα, προειδοποιεί ο Ντέιβιντ Μακ Άλιστερ:
«Οι αντίπαλοι της ΕΕ υστερούν σε οικονομικά επιχειρήματα, γιατί δεν μπορούν να εξηγήσουν ποιά είναι η εναλλακτική λύση στην Ευρώπη. Είναι το νορβηγικό μοντέλο; Το ελβετικό μοντέλο; Το τουρκικό μοντέλο;
Κι επειδή δεν ξέρουν τί να πουν, γυρίζουν τη συζήτηση στη μετανάστευση και σε έναν λαϊκισμό, που ξεπερνάει κάθε όριο».
Για τους υποστηρικτές του ΝΑΙ στην Ευρώπη αυτός είναι ο κίνδυνος του δημοψηφίσματος: να ψηφίσουν πολλοί Βρετανοί με κριτήριο τη μετανάστευση, όπως είχαν ψηφίσει πολλοί Γάλλοι με κριτήριο τον «Πολωνό υδραυλικό», απορρίπτοντας το ευρωπαϊκό σύνταγμα στο δημοψήφισμα του 2005.
Ένας επιπλέον κίνδυνος είναι ότι η συζήτηση περί μετανάστευσης «παίρνει μπάλα» τους ευρωπαίους πολίτες που ζουν και εργάζονται στη Βρετανία, αξιοποιώντας τις «βασικές ελευθερίες» της ΕΕ, όπως αυτές ορίζονται και κατοχυρώνονται στις ευρωπαϊκές συνθήκες. Κινδυνεύει αυτή η κατάκτηση δεκαετιών;
Η Τζούντιθ Κίρτον-Ντάρλινγκ υποστηρίζει ότι θα ήταν ανεύθυνο να ισχυριστούμε από τώρα ότι περιορίζεται η ελεύθερη εγκατάσταση εργαζομένων στη Βρετανία, αλλά θα ήταν εξίσου ανεύθυνο να υποσχεθούμε ότι δεν υπάρχει απολύτως κανένας κίνδυνος.
«Στο πανεπιστήμιο είχα πολλούς Έλληνες συμφοιτητές» λέει η αγγλίδα ευρωβουλευτής στη Deutsche Welle. «Ξέρω ότι πολλοί Έλληνες ζουν και εργάζονται σκληρά στη Βρετανία και νομίζω ότι το τελευταίο που χρειάζεται η Ελλάδα αυτή τη στιγμή είναι να υποβαθμίσουμε τις οικονομικές σχέσεις μας.
Χρειαζόμαστε μία Ευρώπη που θα στηρίζεται στην αλληλεγγύη και η Βρετανία πρέπει να αποτελεί μέρος αυτής της αλληλεγγύης».
Εμπόδια για τους «νέους μετανάστες»;
Η κυρίαρχη άποψη στις Βρυξέλλες είναι ότι οι Έλληνες που ήδη σήμερα ζουν και εργάζονται στη Βρετανία μάλλον δεν θα αντιμετωπίσουν προβλήματα, καθώς οι όποιοι περιορισμοί στην ελεύθερη διακίνηση δύσκολα θα έχουν αναδρομική ισχύ.
Ωστόσο, σε περίπτωση που οι Βρετανοί επιλέξουν το ΟΧΙ στην Ευρώπη, δεν αποκλείεται να υπάρξουν περιορισμοί για τις νέες αφίξεις.
Ο Μίλτος Κύρκος, ευρωβουλευτής με Το Ποτάμι, δηλώνει χαρακτηριστικά: «Δεν πιστεύω ότι για τους ανθρώπους που είναι ήδη στη Βρετανία θα υπάρξει οποιοδήποτε πρόβλημα που αφορά τα εργασιακά τους.
Όμως για τους καινούριους, αν υποθέσουμε ότι θα υπήρχε ένα Brexit κι ότι μετά τα δύο χρόνια διαπραγματεύσεων με την ΕΕ θα είχαμε καταλήξει σε ένα άλλο μοντέλο, φαντάζομαι πως δεν θα ήταν η ίδια δυνατότητα διακίνησης…».