Για τη Νέα Ανωμαλία (New Abnormal) που πρακτικά αποτελεί τη νέα ιδιόμορφη «φυσιολογική κατάσταση» στην παγκόσμια οικονομία το 2016 προειδοποιεί ο προβεβλημένος καθηγητής του πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης (NYU), Νουριέλ Ρουμπινί με άρθρο του στον ιστότοπο γνώμης Project Syndicate.
Όπως λέει, η πραγματική οικονομία στις περισσότερες ανεπτυγμένες και αναδυόμενες οικονομίες «νοσεί», με τις «ανωμαλίες» που διακρίνει να ιδιαίτερα έντονες στον τομέα της παραγωγής (ΑΕΠ), των οικονομικών πολιτικών, του πληθωρισμού και της συμπεριφοράς των τιμών μιας σειράς από σημαντικά επενδυτικά στοιχεία και των χρηματο-οικονομικών αγορών.
Για τον δημοφιλή οικονομολόγο, οι χρηματαγορές παρά την πτώση τους στο 2016, δεν έχουν ακόμα αποτιμήσει επαρκώς τους αυξανόμενους γεωπολιτικούς κινδύνους (και από τη Μέση Ανατολή), την «κρίση ταυτότητας» της Ευρώπης, τις επιδεινούμενες εντάσεις στην Ασία και τους κινδύνους που παραμένουν από μια περισσότερο επιθετική Ρωσία.
Στο ερώτημα τί είναι άραγε αυτό που χαρακτηρίζει την υφιστάμενη κατάσταση της παγκόσμιας οικονομίας ως «ανωμαλία», ο Roubini απαντάει ότι η δυνητική ανάπτυξη στις ανεπτυγμένες και αναδυόμενες οικονομίες έχει περιοριστεί σημαντικά, κυρίως λόγω των περιορισμών που θέτει το άχθος (βάρος) του υψηλού ιδιωτικού και δημόσιου χρέους, η ταχεία γήρανση των πληθυσμών τους (που συνεπάγεται υψηλότερη αποταμίευση και χαμηλότερες επενδύσεις), αλλά και η μείωση των επενδύσεων λόγων των αβεβαιοτήτων.
Επιπλέον, πολλές τεχνολογικές καινοτομίες δεν έχουν ακόμα «μεταφραστεί» σε ταχύτερη αύξηση της παραγωγικότητας, ο ρυθμός των δομικών μεταρρυθμίσεων παραμένει χαμηλός, ενώ η παρατεταμένη κυκλική αποτελμάτωση (stagnation) έχει αποσαθρώσει τις δεξιότητες και το (φυσικό) κεφάλαιο.
Τη «Νέα Ανωμαλία» συνθέτουν επίσης η αναιμική ανάπτυξη σε πραγματικούς όρους κάτω από τη δυνητική της τάση, η οποία οφείλεται στην «επίπονη» εν εξελίξει διαδικασία απο-μόχλευσης (μείωσης) του δανεισμού, που ξεκίνησε πρώτα στις ΗΠΑ, μετά στην Ευρώπη και σήμερα σε αναδυόμενες οικονομίες με υψηλή μόχλευση δανείων.
Στην ίδια κατεύθυνση συμβάλλουν οι ολοένα και περισσότερο αντισυμβατικές νομισματικές πολιτικές, με τη διάκριση μεταξύ αυτών και των δημοσιονομικών πολιτικών να είναι δυσδιάκριτη.
Παρά τις πρωτοφανείς νομισματικές πολιτικές ποσοτικής χαλάρωσης, αρνητικών επιτοκίων και άλλων, ο πληθωρισμός παραμένει ιδιαίτερα χαμηλός στις ανεπτυγμένες οικονομίες και μάλιστα υποχωρεί, παρά τη γιγάντωση των ισολογισμών των μεγάλων κεντρικών τραπεζών.
Ο Roubini αποδίδει τη θεμελιώδη αυτή αποτυχία στην επιβράδυνση της κυκλοφορίας του χρήματος στην αγορά, καθώς οι τράπεζες συσσωρεύουν την επιπλέον ρευστότητα υπό τη μορφή αποθεμάτων, αντί να τη δανείζουν, όπως είναι η δουλειά τους.
Επιπλέον, τα υψηλά ποσοστά ανεργίας αφαιρούν από τους εργαζόμενους διαπραγματευτική ισχύ – λόγος για τον οποίο οι αμοιβές δεν αυξάνονται όσο προβλεπόταν – ενώ στην ίδια κατεύθυνση συμβάλλει το τεράστιο πλεόνασμα παραγωγικής δυναμικότητας κάποιων χωρών, αποτέλεσμα των υπερβολικά μεγάλων επενδύσεων του πρόσφατου παρελθόντος.