O Τούρκος πρόεδρος Ερντογάν φαίνεται πως προσπαθεί να αναστήσει την Οθωμανική αυτοκρατορία.
Διαφορετικά θα θυμόταν πως δεν πρέπει να προκαλεί τη Ρωσία από την οποία οι Οθωμανοί τόσες ήττες είχαν υποστεί στο παρελθόν.
Αυτό αναφέρει ο Βρετανός ιστορικός σε άρθρο του στην εφημερίδα The Guardian, ο γνωστός Βρετανός ιστορικός και δημοσιογράφος Νόρμαν Στόουν.
«Ενθαρρύνοντας τον πόλεμο στην Συρία, ο Ερντογάν δεν προέβλεψε τις συνέπειες για την Τουρκία. Η σύγκρουση στη Μέση Ανατολή καθίσταται ολοένα και περισσότερο πολύπλοκη, συνεχώς εξελισσόμενη με νέους δρώντες και τους αντιπάλους της Άγκυρας να αυξάνονται», δήλωσε.
Ο Ερντογάν φαντασιώνεται εαυτόν ως έναν παντοδύναμο ηγέτη, καθήκον του οποίου είναι να δημιουργήσει «αγνές γενιές» μουσουλμάνων και να βοηθήσει τους Αδελφούς Μουσουλμάνους και τους άλλους συμμάχους του στην Συρία.
Είναι προφανές πως η Τουρκία βοηθά το Ισλαμικό Κράτος καθώς στόχος του Ερντογάν είναι η ανατροπή του προέδρου Άσαντ. «Ο τυχοδιωκτισμός του Ερντογάν έχει αποδειχθεί επιτυχής για την ώρα, όμως έχει μεταβάλει σε τέτοιο βαθμό την τουρκική εξωτερική πολιτική ώστε πλέον να διακινδυνεύει ακόμα και την καταστροφή της χώρας του», αναφέρει ο Βρετανός ιστορικός.
Ένα σύμπλεγμα κατωτερότητας σε συνδυασμό με μεγαλομανία κρύβονται πίσω από την πολιτική Ερντογάν και τον υποχρεώνουν να προχωρά σε τόσο επικίνδυνα βήματα. Μετά την κατάρριψη του ρωσικού αεροσκάφους η Τουρκία έχει κερδίσει και την οργή της Μόσχας.
Η κατάρριψη ήταν μια πρόκληση ώστε, εάν η Μόσχα απαντούσε με τον ίδιο τρόπο, οι ΗΠΑ να απαιτήσουν τη δημιουργία ζώνης απαγόρευσης πτήσεων στην περιοχή, ώστε να επιτρέψουν στον Ερντογάν να επικρατήσει επί των αντιπάλων του.
Ωστόσο η φιλοδοξία του δε επαληθεύτηκε. Τώρα οι δυτικές χώρες μπορεί και να ξεχάσουν τον Άσαντ και να αρχίσουν να συνεργάζονται με τη Ρωσία ώστε να ηττηθεί ο χειρότερος αντίπαλος, το ΙΚ. Η Τουρκία μπορεί, λοιπόν, να απομονωθεί.
Ουδείς μπορεί να προβλέψει τη ακριβή εξέλιξη της σύγκρουσης Μόσχας-Άγκυρας. «Ωστόσο οι Τούρκοι, υπάρχει ένα μάθημα που πρέπει να θυμούνται. Μην προκαλείτε τη Ρωσία», καταλήγει ο Βρετανός ιστορικός.