Οι δημοσιονομικές περικοπές κατά την οικονομική κρίση στην Ευρώπη υπονόμευσαν την ικανότητα των δυνάμεων ασφαλείας να αντιμετωπιστούν τρομοκρατικές απειλές.
Όπως διαπιστώνουν αναλυτές, οι κυβερνήσεις πλέον είναι αναγκασμένες να οπισθοχωρήσουν.
«Οι αστυνομικές δυνάμεις επλήγησαν σημαντικά και εδώ και καιρό λένε ότι δεν διαθέτουν επαρκή μέσα. Αυτό ισχύει ειδικότερα στην περίπτωση της Βρετανίας, αλλά ισχύει επίσης και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες», υπογραμμίζει ο καθηγητής Κρίστιαν Κάουνερτ, του Πανεπιστημίου του Ντάντι της Σκωτίας.
Οι περικοπές ήταν δραστικές: κατάργηση 13.000 θέσεων εργασίας στις γαλλικές δυνάμεις εσωτερικής ασφάλειας ανάμεσα στο 2007 και το 2012.
Πτώση κατά 12% των δυνάμεων της αστυνομίας στην Αγγλία και την Ουαλία από το 2010. Αντικατάσταση μόνο του 20% των αποχωρήσεων λόγων συνταξιοδότησης στην Ιταλία κατά το διάστημα 2008-2014 (εκτός της περιόδου 2010-2011).
«Οταν περικόπτονται οι κρατικοί προϋπολογισμοί, οι δαπανηρότερες επιχειρήσεις, όπως η παρακολούθηση, είναι συχνά οι πρώτες που πλήττονται», επισημαίνει ο Τζον Μόραν, καθηγητής του Πανεπιστημίου του Λέστερ.
Στις Βρυξέλλες, «η ζώνη μας είναι αντιμέτωπη με έλλειμμα 125 θέσεων», που αποτελούν πλήγμα για την αστυνομία της γειτονιάς, αλλά και για τις ειδικευμένες μονάδες, όπως είναι η μονάδα αντιμετώπισης της εξτρεμιστικής δράσης”, δήλωσε την περασμένη εβδομάδα ο Γιόχαν Ντε Μπέκερ, διοικητής της ζώνης των Δυτικών Βρυξελλών, που περιλαμβάνει και το Μόλενμπεκ, την εστία των τζιχαντιστών στη βελγική πρωτεύουσα.
«Μετά τις επιθέσεις στο Παρίσι, είναι βέβαιο ότι θα υπάρξει αύξηση των μέσων των υπηρεσιών ασφαλείας και θα υπάρξει ανατροπή της τάσης», προβλέπει ο Κρίστιαν Κάουνερτ, ο οποίος θεωρεί ότι οι επιθέσεις στο Παρίσι έκρουσαν των κώδωνα του κινδύνου και δεν θα είναι οι τελευταίες.
Στο Βέλγιο, η κυβέρνηση αναθεώρησε ήδη το πρόγραμμα περικοπών , μετά την εξάρθρωση του τζιχαντιστικού πυρήνα του Βερβιέ τον περασμένο Ιανουάριο.
Ωστόσο, σύμφωνα με τα βελγικά μέσα, υπάρχουν 100 κενές θέσεις στις δύο υπηρεσίες Πληροφοριών του Βελγίου, την Υπηρεσία Κρατικής Ασφαλείας και τη γενική Υπηρεσία Πληροφοριών και Ασφάλειας του Στρατού, οι οποίες, θεωρητικά, πρέπει να λειτουργούν με 600 άτομα η κάθε μία.
Στο Ηνωμένο Βασίλειο, η κυβέρνηση ανακοίνωσε την Κυριακή αύξηση κατά 30% του προϋπολογισμού των αντιτρομοκρατικών υπηρεσιών μέχρι το 2020, για τη χρηματοδότηση της πρόσληψης 1.900 ατόμων στις υπηρεσίες Πληροφοριών και Παρακολούθησης.
Αυτή η απόφαση όμως δεν καθησύχασε όσους ανησυχούν για τις νέες περικοπές στη βρετανική αστυνομία, που αναμένεται να ανακοινωθούν σήμερα, κατά την παρουσίαση του διορθωτικού προϋπολογισμού του φθινοπώρου.
«Η αντιτρομοκρατική πολιτική δεν είναι μόνο υπόθεση των αντιτρομοκρατικών υπηρεσιών, αφορά όλες τις αστυνομικές υπηρεσίες», προειδοποιεί ο Ρόμπερτ Κουίκ, πρώην αξιωματικός της Σκότλαντ Γιαρντ με δηλώσεις του στην εφημερίδα Guardian, ο οποίος θεωρεί ότι οι περικοπές στις αστυνομικές δυνάμεις της γειτονιάς θα καταστήσουν το Ηνωμένο Βασίλειο περισσότερο ευάλωτο στην τρομοκρατία.
Στη Γαλλία, οι περικοπές που έπληξαν την αστυνομία της γειτονιάς κατά την περίοδο διακυβέρνησης του Νικολά Σαρκοζί δημιουργούν τριβές και στο δικό του στρατόπεδο.
Μετά τις επιθέσεις στο Charlie Hebdo και στο Hyper Cacher στις αρχές του 2015, η κυβέρνηση Ολάντ ανακοίνωσε τη δημιουργία 1.400 θέσεων εργασίας στο υπουργείο Εσωτερικών (1.100 στις υπηρεσίες Πληροφοριών) και 950 στο υπουργείο Δικαιοσύνης.
Νέες ανακοινώσεις συνόδευσαν τις επιθέσεις της 13ης Νοεμβρίου: δημιουργία 5.000 θέσεων στην αστυνομία και τη χωροφυλακή και 2.500 θέσεων στο υπυοργείο Δικαιοσύνης και στις τελωνειακές υπηρεσίες.
Οι ειδικοί δεν είναι σε θέση να δώσουν μία εκτίμηση ως προς το αν οι πρόσφατες επιθέσεις θα μπορούσαν να έχουν αποφευχθεί, εάν υπήρχαν περισσότερα μέσα.
“Εάν μία χώρα έχει μία εξωτερική πολιτική που την τοποθετεί στην πρώτη γραμμή του αγώνα κατά του τζιχαντισμού, οι τρομοκράτες θα την βάλουν με βεβαιότητα στο στόχαστρο, ανεξάρτητα με το επίπεδο χρηματοδότης των υπηρεσιών ασφαλείας της”, υπογραμμίζει ο Τζον Μόραν.