Δημοσίευμα της εφημερίδας Το ΒΗΜΑ αναφέρει ότι ο Γιώργος Κατρούγκαλος φέρεται να έχει υπογράψει ιδιωτικά συμφωνητικά με απολυμένους δημοσίους υπαλλήλους, από τους οποίους έπαιρνε προμήθεια 12% επί των αποζημιώσεων που θα λάμβαναν σε περίπτωση επαναπρόσληψης.
Σύμφωνα με το νόμο, αν ένας δημόσιος υπάλληλος απολυθεί και επαναπροσληφθεί, θα λάβει το 25% του μισθού του για τρία ολόκληρα χρόνια.
Όπως αναφέρει το Βήμα της Κυριακής, ο Γιώργος Κατρούγκαλος είχε κάνει ιδιωτικά συμφωνητικά με τουλάχιστον 300 απολυμένους του Δημοσίου. Σε αυτά, δηλώνεται ότι σε περίπτωση που πάρουν αποζημιώσεις ή διοριστούν στο Δημόσιο, τότε εκείνος θα δικαιούται ως δικηγορική αμοιβή το 12% των χρημάτων.
Η απάντηση του Γιώργου Κατρούγκαλου
Ως ενορχηστρωμένη επίθεση που έχει στόχο να υπονομεύσει τη κυβέρνηση και όχι τον ίδιο, χαρακτηρίζει τα δημοσιεύματα που κυκλοφόρησαν σχετικά με την εμπλοκή του σε δικαστικές υποθέσεις διαθέσιμων υπαλλήλων, ο αναπληρωτής υπουργός Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, Γιώργος Κατρούγκαλος.
Σε μακροσκελή επιστολή του αναφέρεται διεξοδικά σε κάθε επαγγελματική του δραστηριότητα που έχει σχέση με διαθέσιμους υπαλλήλους και εξηγεί επίσης τις ενέργειες τις οποίες έκανε αμέσως μετά την υπουργοποίηση του:
“Επ’ ευκαιρία δημοσιευμάτων που αναφέρονται στην δικηγορική μου δραστηριότητα σε υποθέσεις διαθέσιμων υπαλλήλων, θέλω να ξεκαθαρίσω τα πράγματα μια για πάντα:
Η πολιτική και η δικηγορική μου δραστηριότητα είχαν πάντα κοινή κατεύθυνση, την υπεράσπιση των δικαιωμάτων και του Συντάγματος. Χειρίστηκα πολλές «μνημονιακές» υποθέσεις την τελευταία πενταετία, τις πιο πολλές φορές χωρίς ή με ελάχιστη δικηγορική αμοιβή: τις ιδιωτικοποιήσεις των λιμανιών, τη ληστεία του PSI, τον παράνομο ορισμό της διοίκησης του ΤΑΙΠΕΔ, τις πολιτικές επιστρατεύσεις των απεργών του Μετρό και άλλες πολλές, μεταξύ των οποίων και υποθέσεις διαθεσίμων.
Ελάχιστες φορές, ιδίως όταν η δίκη θα γινόταν στα πολιτικά δικαστήρια και θα ενέπλεκε και άλλους δικηγόρους (μια που η δική μου ειδίκευση είναι στο δημόσιο δίκαιο) συντάχθηκε εργολαβική σύμβαση που προέβλεπε αμοιβή σε περίπτωση δικαστικής ευδοκίμησης της υπόθεσης. Από καμιά όμως από τις υποθέσεις αυτές δεν προσδοκώ προσωπικά αμοιβή, διότι αυτά τα εργολαβικά έχουν ως δικαιούχο την δικηγορική εταιρία στην οποία ανήκα μέχρι τις Ευρωεκλογές. Μετά την εκλογή μου ως ευρωβουλευτή έφυγα από την εταιρία αυτή και έκτοτε δεν ανέλαβα καμιά παρόμοια υπόθεση ούτε, προφανώς, συνέταξα καμιά σχετική εργολαβική σύμβαση.
Περαιτέρω, για να μην υπάρχει ούτε σκιά ηθικής αμφιβολίας ως προς το ότι μπορεί να επιφύλασσα ιδιαίτερη μεταχείριση στους πρώην εντολείς μου διαθέσιμους υπαλλήλους, αμέσως μετά την ανάληψη των υπουργικών μου καθηκόντων κάλεσα σε ανοικτή εκδήλωση στο αμφιθέατρο του Εθνικού Κέντρου Δημόσιας Διοίκησης όλους τους διαθέσιμους ή απολυμένους, για να τους ανακοινώσω τον προγραμματισμό της επαναφοράς τους. Τους δήλωσα δε, ενώπιον και των δημοσιογράφων, ότι ακριβώς λόγω προηγούμενης δικηγορικής μου εμπλοκής επέλεξα την δημόσια, ανοικτή συζήτηση και δεν θα είχα προσωπικά καμιά ιδιαίτερη συνάντηση με οποιαδήποτε ομάδα από αυτούς. Ούτε στο τηλέφωνο δεν μίλησα με τους πρώην εντολείς μου έκτοτε, με αποτέλεσμα αρκετοί από αυτούς που δεν καταλάβαιναν το λόγο να δυσαρεστηθούν. Αυτό το τήρησα ευλαβικά μέχρι και τη θέση σε διαβούλευση του σχετικού νομοσχεδίου.
Συνεπώς, η ανακίνηση του ζητήματος δεν είναι αθώα. Ούτε καν έχει σκοπό να πλήξει την προσωπική τιμή και υπόληψη μου. (Η Ελλάδα είναι μικρή χώρα και γνωριζόμαστε μεταξύ μας. Άλλωστε, αν με ενδιέφεραν τα χρήματα θα είχα μείνει στις Βρυξέλλες.) Αποσκοπεί στο να υπονομεύσει την προσπάθεια της κυβέρνησης για ουσιαστικές αλλαγές, και για αυτό εκδηλώθηκε μόλις τέθηκε σε δημόσια διαβούλευση το νομοσχέδιο του Υπουργείου μας για τον εκδημοκρατισμό και τον εξορθολογισμό της διοίκησης.
Δεν θα τους περάσει.”