Ισλαμικό ΚράτοςΙσραήλ
Αίθουσα Σύνταξης
Τμήμα ειδήσεων tribune.gr

Αλβανός βουλευτής κατηγορείται ότι άρπαξε γη της ελληνικής βορειοηπειρωτικής ιπποτικής οικογένειας των Μπούα

Αλβανός βουλευτής κατηγορείται ότι άρπαξε γη της ελληνικής βορειοηπειρωτικής ιπποτικής οικογένειας των Μπούα
ΔΕΙΤΕ ΠΡΩΤΟΙ ΟΛΑ ΤΑ ΝΕΑ ΤΟΥ TRIBUNE ΣΤΟ GOOGLE NEWS
Διαβάστε σχετικά για Αλβανία, Βαλκάνια, Βόρεια Ήπειρος, Βορειοηπειρώτες, Ελληνική Ομογένεια, Χειμάρρα,

Για πλαστογραφία εγγράφων ιδιοκτησίας και διαφθορά κατηγορείται ο βουλευτής του Σοσιαλιστικού Κόμματος Αλβανίας, Αλκέτ Χουσένι, ο οποίος είχε τοποθετηθεί από την κυβέρνηση του Έντι Ράμα επικεφαλής της Επιτροπής Ελέγχου Τίτλων Ιδιοκτησίας σε τίτλους ιδιοκτησιών Ελλήνων Βορειοηπειρωτών στους Δρυμάδες.

Η δικαστική Αρχή σοβαρών εγκλημάτων έχει αναλάβει την ποινική έρευνα κατά του βουλευτή του αλβανικού Σοσιαλιστικού Κόμματος μετά την υποβολή αναφοράς εναντίον του για υπεξαίρεση ενός μεγάλου ακινήτου, γράφει το Βαλκανικό Περισκόπιο αναμεταδίδοντας αλβανικά δημοσιεύματα.

Η αναφορά υποβλήθηκε τον Δεκέμβριο του 2017 από την κάτοικο της περιοχής, Ειρήνη Μπούα, στο γραφείο της Εισαγγελίας, κατηγορώντας τον βουλευτή Αλκέτ Χουσένι για τον τρόπο απόκτησης του ακινήτου.

Η ιδιοκτησία του βουλευτή, που είναι πάνω από 11 χιλιάδες τετραγωνικά μέτρα γης στους Δρυμάδες, τέθηκε υπό αμφισβήτηση μετά από δημόσια κατηγορία της Ειρήνης Μπούα ότι αυτή η γη αποκτήθηκε μέσω κατάχρησης εξουσίας.

Ο Αλκέτ Χουσένι απέρριψε τους ισχυρισμούς, υπογραμμίζοντας ότι το ακίνητο δεν είναι αυτό που λέει η κυρία Μπούα, το οποίο σύμφωνα με τον ίδιο βρίσκεται υπό απαλλοτρίωση.

Ο βουλευτής του Σοσιαλιστικού κόμματος ισχυρίζεται ότι δεν γνώριζε τα προβλήματα που είχε το ακίνητο, αφού, όπως είπε, δεν το απέκτησε απ’ ευθείας από την οικογένεια Μπούα.

Η οικογένεια των Μπούα είναι παλιά μεσαιωνική ελληνική φατρία.

Μέλη της υπήρξαν σπουδαίοι Έλληνες ελαφρείς ιππότες, οι λεγόμενοι «Στρατιώτες», οι οποίοι τιμήθηκαν με τίτλους ευγενείας από τη Γαληνοτάτη Δημοκρατία της Βενετίας.

Ξακουστός οπλαρχηγός Ελλήνων ιπποτών Στρατιωτών υπήρξε ο Μερκούριος Μπούας.

Αυτός πολέμησε αρχικά στο πλευρό των Ενετών, από τους οποίους έλαβε πολλά χρήματα και γαίες, έπειτα πολέμησε στο πλευρό του Γερμανού αυτοκράτορα Μαξιμιλιανού, ο οποίος του επέτρεψε να φέρει κατά τις μάχες δική του πολεμική σημαία, εν αντιθέσει με τους υπόλοιπους ευγενείς που συμμετείχαν και υποχρεωνόταν να πολεμούν κάτω από την σημαία του αυτοκράτορα της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας του Γερμανικού Έθνους.

Από τον εν λόγω αυτοκράτορα ονομάστηκε στρατηγός της Γερμανικής Αυτοκρατορίας.

Επίσης του αποδόθηκε ο τίτλος ευγενείας του πρίγκιπα του Λίχτενμπεργκ.

Επίσης χρίστηκε κόμης του Ιλαζ, της Σουαβίας, αλλά και κόμης της Γαλλίας, τόσο από τον Γερμανό αυτοκράτορα Μαξιμιλιανό όσο και από τον Γάλλο βασιλέα Λουδοβίκο ΙΒ΄ για της προσφερόμενες σε αυτούς υπηρεσίες του.

Πρωτοστάτησε μαζί με τους υπόλοιπους Έλληνες αρχηγούς σωμάτων Στρατιωτών στην ίδρυση της Ελληνικής Αδελφότητας στη Βενετία της Ιταλίας και στην ανέγερση του ιερού ναού του Αγίου Γεωργίου της Βενετίας, που αποτέλεσε έκτοτε σημείο αναφοράς των Ελλήνων.

Χάρη στο πρωτοπαλίκαρό του, τον Ιωάννη τον Κορωναίο, λάτρη της αρχαίας ελληνικής ιστορίας και της Ιλιάδας, που αποφάσισε και συνέγραψε τα κατορθώματα του Μερκούριου Μπούα σε έμμετρο λόγο σε ένα μακροσκελές ομοιοκατάληκτο ποίημα με τον τίτλο Μερκουρίου Ανδραγαθήματα, έφτασαν έως τις ημέρες μας σημαντικές πληροφορίες για την δράση του.

Ο Μερκούριος Μπούας πέθανε το 1560 στην Ιταλία όπου και ετάφη κατόπιν δικής του επιθυμίας.

O τάφος του βρίσκεται στο Τρεβίζο, όπου υπηρέτησε ως διοικητής στρατιωτικής μονάδος. Το ταφικό του μνημείο φέρει την επιγραφή:

«Mercurio Bua Comiti E. Principibus Peloponnesi Epirotarum Equitum Ductori», Anno Salu. MDCXXXVII, δηλαδή «Στον Κόμη Μερκούριο Μπούα, πρίγκιπα της Πελοποννήσου, διοικητή των Ηπειρωτών ιππέων».

Η οικογένεια των Μπούα ισχυριζόταν ότι ήταν απόγονοι του βασιλέα Πύρρου της Ηπείρου.

Stratioti ονομάστηκαν ένοπλα και έφιππα μισθοφορικά σώματα προερχόμενα από περιοχές των Βαλκανίων, τα οποία παρείχαν σχετικές υπηρεσίες σε διάφορα βασίλεια της Ευρώπης από τον 15ο έως τον 17ο αιώνα.

Ο ιταλικός όρος Stradioti είτε είναι δάνειος από την ελληνική λέξη «στρατιώται», ή προέρχεται από την ιταλική λέξη strada («δρόμος»), που σημαίνει «οδοιπόρος».

Οι Stratioti στρατολογούνταν από τη Δαλματία, την Ήπειρο τη Σερβία, την Ελλάδα και αργότερα από την Κύπρο.

Έλληνες έφιπποι Στρατιώτες μέσω της Ιταλίας έφτασαν έως και τη Βρετανία.

Επί Ερρίκου Η’ συμμετείχαν σε επιχειρήσεις κατά της Σκωτίας και της Γαλλίας.

Αυτή είναι και η πρώτη μαζική εμφάνιση Ελλήνων στα Βρετανικά νησιά.

Περιώνυμος έγινε ο Θωμάς ο Αργείτης (Μπούας και αυτός) ως «καπετάνιος» περίπου 550 Ελλήνων σε Αγγλικό εκστρατευτικό σώμα που είχε διαβεί τη Μάγχη και είχε οχυρωθεί σε Γαλλικό έδαφος.

Το 1546, ενώ το οχυρό του αγγλικού σώματος στη Βουλώνη πολιορκείτο από υπέρτερο αριθμό Γάλλων, ο Θωμάς τόνωσε το ηθικό των πολεμιστών του με τον ακόλουθο λόγο που κατέγραψε ο επί τόπου ευρισκόμενος Έλληνας από την Κέρκυρα Ανδρόνικος Νούκιος:

«Άνδρες συστρατιώται, ημείς μεν ως οράτε, εν εσχάτοις της οικουμένης τανύν οικούμεν μέρεσι. … Διό, προς τους πολεμούντες ημάς γενναίως αντιπαραταξόμεθα, … Έλλήνων γαρ εσμέν παίδες, και βαρβάρων σμήνος ου πτοούμεθα. … ανδρείως και συντεταγμένως τοις εχθροίς επιβάλωμεν, … και την πάλαι θρυλλουμένην Ελλήνων ανδρίαν, έργοις αυτοίς, φανεράν ποιήσωμεν».

Οι Stratioti ήταν πρωτοπόροι στις τακτικές του ιππικού της εποχής τους.

Στις αρχές του 16ου αιώνα το βαρύ ιππικό των ευρωπαϊκών στρατών αναδιοργανώθηκε χρησιμοποιώντας ως πρότυπο τους Έλληνες stratioti του Βενετικού στρατού, τους Ούγγρους Ουσάρους και γερμανικές μονάδες ιππικού.

Η τακτική τους διακρινόταν για τις διαδοχικές επιθέσεις και υποχωρήσεις, τις ενέδρες και τον ανορθόδοξο πόλεμο, θυμίζοντας το ελαφρύ οθωμανικό ιππικό των Σπαχήδων.

Είχαν αξιοσημείωτες επιτυχίες κατά του γαλλικού βαρέος ιππικού στους Ιταλικούς Πολέμους.

Οι Stratioti φημίζονταν ως ικανοί ιππείς και διακρίνονταν για τις διάφορες τακτικές τους.

Ορισμένες από τις τακτικές αυτές υιοθετήθηκαν από τις δυτικές χώρες και σε αυτές βασίστηκε η οργάνωση του ελαφρού ιππικού.

Έφεραν ελαφρύ οπλισμό από δόρυ, σπαθί και μαχαίρι, χωρίς πανοπλία.

Σχετικά άρθρα